United States or Madagascar ? Vote for the TOP Country of the Week !


Σε τρεις ώρες μέσα ρουθούνι δεν έμεινε από τους ταλαίπωρους εκείνους, κι όχι άντρες μονάχα, παρά και γέροι και γυναικόπαιδα. Μήτε το πρόσωπό του να δη του Θεοδοσίου ο μεγάλος ο Αμπρόσιος σαν την άκουσε αυτή τη σφαγή. Τούγραψε γράμμα και του παράστησε την τρομερή αμαρτία που έπραξε, παρακινώντας τονέ να ξεπλύνη την κολασμένη ψυχή του με δέηση, με νηστεία και μ' αγρύπνια.

Δεν έβλεπε τίποτα γύρω της, δεν άκουε τίποτα. Ο μαγνήτης ήταν εκεί και το δυστυχισμένο ψίχαλο, έτρεχε να κολλήση απάνω του. Άπλωσε η δούλα τα χέρια σαν σε δέηση, έπειτα χύθηκε όλη στο πιάνο, άρπαξε μια φωτογραφία, την κόλλησε βιαστικά στα χείλη της και χάθηκε από την σάλα. — Δόξα μου! τιμή μου! κορώνα μου. Η κυρία Μαχαλά απολιθώθηκε. Ούτε μιλιά έβγαλε ούτε κουνήθηκε. Σπασμός της ήρθε.

Πρώτος ο γερο-Φοίνικας ομπρός ας οδηγέβει, Επειτα του Λαέρτη ο γιος κι' ο Αίας ο μεγάλος· και κράχτες, διο ας ακολουθούν, ο Νόδιος κι' ο Βρυβάτης. 170 Και τώρα φέρτε μας νερό να νίψουμε τα χέρια κι' όλους διατάξτε να σταθούν με σέβας, τι του Δία θα κάνουμε μια δέηση, ανίσως μας πονέσειΕίπε, κι' εκείνοι τ' άκουσαν με προθυμιά το λόγο.

Είπε, μα δεν τους ξάκουσε τη δέηση η Παλλάδα. Έτσι οι αρχόντισσες λοιπόν θερμοπερικαλιούνταν, κι' ο Έχτορας τότε έφτανε στον πύργο τ' Αλεξάντρου, πού' χε τον μόνος του έξοχο φτιασμένο με μαστόρους τους πιο καλούς που βρίσκουνταν στην Τροία τότε χτίστες 315 που σάλα τούφτιασαν κι' αβλή και τούφτιασαν γιατάκι μες στο καστρί, στου Έχτορα σιμά και στου Πριάμου.

Έτσι είπε και την άκουσε τη δέηση του ο Δίας. Για τόνα τούπε μάλιστα, για τ' άλλο τούπε τ' όχι· 250 ναν τα γλυτώσει τούστρεξε οχ τα χαμό τα πλοία, ναν τούρθει πίσω ζωντανός, όχι είπε πως δε θάρθει. Έτσι λοιπόν σαν έσταξε του Δία, εφτύς γυρίζει μέσα ξανά, και το καφκί μες στο κουτί απιθώνει. Έπειτα βγαίνει εκεί μπροστά και στέκει στην καλύβα, 255 τι καν τα μάτια του να δουν τον πόλεμο ποθούσε.

Μα το στερνό όταν έτρεχαν πια δρόμο, τότες κάνει παράκληση από μέσα του στης Αθηνάς τη χάρη «Θεά, άκουσέ με! Η χάρη σου τα πόδια ας μου φτερώσει770 Έτσι είπε και του ξάκουσε τη δέηση η Παλλάδα.

Εσχάτως με τον βίαιον χαρακτήρα ον έλαβεν ο γλωσσικός αγών, το επίθετον μαλλιαρός προσεκολλήθη ως ύβρις εις πάντας τους δημοτικιστάς. Πολλοί δε τούτων το διεξεδίκησαν ως τίτλον δόξης, ούτω δ' η λέξις έχασε την συγκεκριμένην έννοιαν, ην είχεν εν αρχή, θα δεήση δε να εφεύρη ο κ. Κονδυλάκης διά τους πραγματικούς μαλλιαρούς νέον όρον. Η Δύσις

Δόξα στον πόνο που σ' εσπάραξε, Μητέρα των θλιμμένων. Σε γονυκλισίες εξαϋλώθηκεστο στασίδι τυράγνησε τα κόκκαλά τουστη δέηση κέρωσεστην τύψη του σε είδεν όραμα ο ασκητής που σ' έχει ζωγραφισμένα. Των παθημάτων μου η σοφία λαμπάδα σ' εσένα γίνεται, της σιωπής μου η μουσική τροπάριο βυζαντινό ανεβαίνει στη δόξα σου. Ωραία είσαι σαν ψυχή που επόνεσε. Ωραία είσαι σαν ευτυχία που χάθηκε.

Κούνησε το κεφάλι κάνοντας ζωηρή χειρονομία. — Όχι, φώναξε, δε θέλω τίποτες άλλο από αυτό που υπάρχει, θέλω να κοιμηθώ μια μέρα στη γις, κάτω από έναν ανθοσπαρμένο σωρό χώμα. Αυτό είναι όλο όλο εκείνο που θέλω και γι' αυτό παρακαλώ το θεό κάθε βράδι. Κάθε βράδι έκανε τη δέησή της στο θεό κι όμως δεν πίστευε στην αθανασία.

Εκείνοι άμαθοι από καβάλλα δυσκολεύτηκαν πολύ να βάλουν το πόδι τους στη σκάλα. Ο Αριστόδημος παρουσίασε πρόθυμα το γόνα του. Οι σοφοί αρνήθηκαν. Α, μπα! δεν είνε δυνατόν. Μα ο Ευμορφόπουλος επίμενε. Καθώς έστεκε με το καπέλλο στο χέρι και τα γόνα μπροστά, έλεγες πως έκανε δέηση. Οι σοφοί κατάλαβαν πως η άρνησή τους δεν έκανε άλλο παρά να μακραίνη τον εξευτελισμό του, και τον λυπήθηκαν.