United States or Heard Island and McDonald Islands ? Vote for the TOP Country of the Week !


Τι του είχεν έλθει; Και ούτε εξήλθεν εις την ξηράν διά ν' αλλάξη, όπου άλλως δεν θα εύρισκεν ενδύματα, αλλ' ηκολούθησε κολυμβών το απομακρυνθέν πλοίον, με το υποκάμισον και την περισκελίδα φουσκωμένα ως πανία βάρκας, υπεράνω της επιφανείας της θαλάσσης, είτα δε ανελθών εις λέμβον, εζήτησε διά νευμάτων από τους επί του πλοίου θριαμβευτικώς αλαλάζοντας παίδας να του ρίψωσιν ενδύματα· μικρός μούτσος ευσπλαγχνισθείς, του έρριψεν υποκάμισον και περισκελίδα ιδικά του, και ο Χριστοδουλής, αφού ήλλαξε, προσεκολλήθη εις μίαν των πλευρών, και πιασθείς από σχοινίον, ανήλθε θριαμβεύων εις το υψηλόν και ανερμάτιστον σκάφος.

Αι μεταξύ αυτού και του κόσμου σχέσεις έληξαν διά παντός! Ο αφωρισμός, αποτρόπαιον και βδελυκτόν στίγμα, προσεκολλήθη επ' αυτού, ως το νεκρικόν σουδάριον επί του σώματος του Ιησού και ούτε διά της ζωής ούτε διά του θανάτου ηδύνατο να τον αποβάλη.

Εσχάτως με τον βίαιον χαρακτήρα ον έλαβεν ο γλωσσικός αγών, το επίθετον μαλλιαρός προσεκολλήθη ως ύβρις εις πάντας τους δημοτικιστάς. Πολλοί δε τούτων το διεξεδίκησαν ως τίτλον δόξης, ούτω δ' η λέξις έχασε την συγκεκριμένην έννοιαν, ην είχεν εν αρχή, θα δεήση δε να εφεύρη ο κ. Κονδυλάκης διά τους πραγματικούς μαλλιαρούς νέον όρον. Η Δύσις

Ήρχισε λοιπόν ο Ροΐδης να πολεμή κατά του Κουμουνδούρου, ον προσωπικώς υπερηγάπα και διά την γλυκύτητα του ήθους και διά την έλλειψιν πάσης επιδιώξεως ατομικών συμφερόντων , ολίγον δε κατ' ολίγον προσεκολλήθη εις τον Χαρίλαον Τρικούπην. Πρόσφατα φαινόμενα μας επιτρέπουσι να εννοήσωμεν καλλίτερον τα τότε προς τον Τρικούπην αισθήματα του Ελληνικού λαού.

Αλλ' εάν εβαρύνετο ενίοτε διά τούτο τον Κύριον Πλατέαν, δεν ηδύνατο όμως ο Λιάκος να μένη αναίσθητος εις τοιαύτην λατρείαν. Ο καθηγητής των Ελληνικών προσεκολλήθη τοσούτον εις τον νέον πρωτοδίκην, ώστε κατήντησε και ο δεύτερος να θεωρή τον πρώτον ως μέρος αναπόσπαστον της υπάρξεώς του. Η καθημερινή σχέσις επέφερε φιλίαν, ήτις τους συνέδεσε στενώς, ει και κατά πάντα ανομοίους.

Από τα πέρατα του κόσμου μία ακτίς κατ' αρχάς έλαμψε διά του απεράστου ερέβους, και εκείνη ήρκεσεν, ίνα καταλύση το σκότος, και κατακλύση το σύμπαν από φως και ζωήν· το κύτταρον έλαβε την πρώτην ώθησιν και προσεκολλήθη εις το κύτταρον, και η προσέγγισις εκείνη παρήγαγεν αρμονίαν ένθεον και ζωοποιόν, δι' ης ερρυθμίσθη ο αιώνιος Κώδηξ.

Δεν πας να ιδής; Αργός μη εσθιέτω! Εις τον κόσμον αυτόν χέρι με χέρι όλα γίνονται. Πάρε δουλειά, νά φαΐ . . . Εν τη εσχάτη εκείνη ανάγκη ο Σπύρος προσεκολλήθη παρά τινι συμβολαιογραφείω, ν' αντιγράφη συμβόλαια αντί δραχμής από πρωίας μέχρι νυκτός.

Ενώ έτρεχεν η Σοφούλα, ιδούσα το στόμιον του φρέατος ανοικτόν, επλησίασε, προσεκολλήθη επί του χθαμαλού ξυλίνου φραγμού, είδεν επί του ύδατος εικονιζομένην την αγγελικήν ξανθήν μορφήν της, ήρχισε να τη προσμειδιά, έκυψεν υπερμέτρως, ωλίσθησεν επί της στιλπνής ως εκ της συχνής προστριβής του σχοινιού σανίδος, και έπεσε κατακέφαλα εντός του φρέατος.

Έπειτα δεν γνωρίζω πώς μου προσεκολλήθη το γένος των σοφιστών, το οποίον ούτε ησπάζετο κατά βάθος την διδασκαλίαν μου, αλλ' ούτε και εντελώς την απέκρουεν, αλλ' όπως το γένος των Ιπποκενταύρων απετέλουν κάτι τι σύνθετον και μικτόν, μεταξύ αγυρτείας και φιλοσοφίας πλανώμενον, ούτε εις την άγνοιαν τελείως προσκολλώμενον, ούτε προς εμέ δυνάμενον να βλέπη ατενώς• αλλ' όπως οι ασθενείς την όρασιν, έβλεπον ασαφές και σκοτεινόν τι φάντασμα ή ενίοτε μόνον την σκιάν μου, και εν τοσούτω ενόμιζον ότι ενόουν τα πάντα ακριβώς.