United States or Åland ? Vote for the TOP Country of the Week !


Μακάριοι εκείνοι εφ' ους, όταν εν λύπη επιβλέπη, ο κύριος επιβλέπει άμα και μετ' αγάπης! Ήρκεσε τούτο ως βέλος εις τα μύχια της ψυχής του έπεσε το άφωνον εύγλωττον βλέμμα της λύπης εκείνης και της μομφής. Τούτο ήρκεσεν.

Αλλ' η κυρά-Μανωλάκαινα δεν ήτο μεν ξεσόιαστη , αλλάνα το είπωμενδεν ήτο και από σόι . Ο πατέρας της ήτο ψαράς. Ο παπούς της ήτο φούρναρης. Το βέβαιον είνε ότι ο γέρων εξελέχθη ποτέ τρίτος δημαρχικός πάρεδρος δι' έλλειψιν άλλου υποψηφίου μόλις λαβών το έν δέκατον των ψήφων, αλλά τούτο δεν ήρκεσεν όπως η εγγονή του περάση εις τα μεγάλα σόια, — ήτις δεν είχε γεννηθή ακόμα.

Αλλά και αν την είχεν ακούσει, τι το παράδοξον; ποίος φόβος ήτον; το ν' ακούη τις φωνήν ζώου εκεί που κολυμβά, αφού δεν απέχει ειμή ολίγας οργυιάς από την ξηράν, δεν είναι τίποτε έκτακτον. Αλλ' όμως, η στιγμή εκείνη, που είχα πατήσει εις την κορυφήν του βράχου, ήρκεσεν.

Τούτο ήρκεσεν εις τον αγαθόν ναύκληρον να συνέλθη, να εννοήση το σφάλμα του και να προχωρήση προς την πρώραν. — Οι ζωντανοί με τους ζωντανούς, εψιθύρισεν ο καπετάν Γιάννης τότε, ανάπτων το τσιγάρον του, και οι πεθαμένοι με τους πεθαμένους . . . — Καμμιά φορά όμως έχουν την ανάγκην μας και οι πεθαμένοι, υπέλαβεν ο νεαρός ναύκληρος με κάποιαν συστολήν.

Ο Σίμων, τον οποίον είχεν ήδη συνδέσει προς Εαυτόν παρά τας όχθας του Ιορδάνου διά της αορίστου κλήσεως εις μέλλουσαν αποστολήν, υποσχεθείς να τον κάμη αλιέα ανθρώπων, και τηρήσας θεοπρεπώς την υπόσχεσιν, ήτο έγγαμος, και η μήτηρ της γυναικός του έκειτο καταβεβλημένη υπό δεινού πυρετού. Μία αίτησις της τεθλημμένης οικογενείας ήρκεσεν.

Αλλά και προκειμένου περί του Αγαμέμνονος, ιδέ πόσον εφείσθη των θεών ο Όμηρος και πόσον περιώρισεν εις το ανθρώπινον μέτρον τας παρομοιώσεις• κατά τους οφθαλμούς και την κεφαλήν λέγει ότι ήτο όμοιος προς τον Δία, κατά το μέσον του σώματος προς τον Άρην και κατά το στήθος προς τον Ποσειδώνα. Δηλαδή δεν του ήρκεσεν είς μόνος θεός διά να παραστήση ένα άνθρωπον.

Αναμφιβόλως ο κρούων, δεν έκρουε δι' ώτα ανθρώπου· έκρουε διά ν' ακουσθή από κάποιαν ψυχήν, ήτις ουδέποτε εις την ακοήν της απατάται, ήτις δεν έχει ανάγκην συλλαβών, λογικώς τοποθετημένων, ούτε ρυθμού, υπαγομένου εις κανόνας, όπως διεγερθή. Και ήρκεσεν είς αόριστος ήχος, όστις διά τους άλλους δεν θα έλεγε τίποτε, ίνα λαλήση εις την ψυχήν μου πολλά.

Μία λέξις, μία μόνη πρόσκλησις: «Ακολούθει μου», ήρκεσεν όπως συνδέση διά παντός με τον Ιησούν τον ευγενή και άδολον Απόστολον, τον οποίον κατά πάσαν πιθανότητα είχε γνωρίσει προηγουμένως. Την ακόλουθον ημέραν προσετέθει και πέμπτος νεόφυτος εις τον άγιον και ευδαίμονα εκείνον όμιλον.

Και τούτο όχι από ελαφρότητά τινα συνήθη εις την ηλικίαν της· τουναντίον αύτη ήτο κόρη σοβαρά και εμβριθής, χαρακτήρος τολμηρού και αποφασιστικού. Αλλά δεν έκαμνε τας σκέψεις του Γιάννου. Της ήρκεσεν ότι έμαθε πως ο Γιάννος υπέφερεν εκεί, πως κάτι σπουδαίον έπασχεν από την μητέρα της και την εμίσησεν ευθύς.