United States or Chile ? Vote for the TOP Country of the Week !


Η γραία επανέλαβε και πάλιν·Δεν έχεις τίποτε. Κουράγιο, νυφούλα μου, κουράγιο! Πτωχή γυνή! υπέφερεν ως μάρτυς. Είχε γείνει θύμα της άγαν ταύτης φιλοστοργίας της πενθεράς της. Τόσον την ηγάπα, ώστε την είχεν απομακρύνει από τους εξ αίματος συγγενείς της. Δεν επέτρεπεν εις την μητέρα και τας αδελφάς της να έλθωσι να την νοσηλεύσωσιν.

Άλλως ήτο πολύ πιθανόν, ο αγροδίαιτος εκείνος να μην είχε προ ημερών ειδήσεις από την πόλιν, και να μην εγνώριζε τίποτε περί του διωγμού, τον οποίον υπέφερεν η Φραγκογιαννού. Μετ' ολίγον τω όντι, αφού η Γιαννού εξήλθε της κρύπτης, και βαίνουσα παρά το ρεύμα ένευεν εδώ κ' εκεί αναζητούσα βότανα, επλησίασε το κοπάδι των προβάτων μικτόν μετά τινων αιγών και ο βοσκός ενεφανίσθη.

Ούτοι όμως, μεταχειρισμένοι την βίαν διά να επαναφέρωσι τον πόδα εις την θέσιν του, τον εστρέβλωσαν χειρότερον, ο δε Δαρείος τοσούτους πόνους υπέφερεν ώστε επί επτά ημέρας και επτά νύκτας, δεν εκοιμήδη διόλου. Την ογδόην ημέραν ήτο εις πολύ χειροτέραν κατάστασιν όταν τις, όστις είχεν ακούσει εις τας Σάρδεις επαινουμένην την τέχνην του Δημοδόκους, τω ωμίλησε περί αυτού.

Το εκλείδωσα το γράμμα. — Έρχεται η ώρα να πληρωθούν τα όσα ο βασιλεύς υπέφερεν απ' αυτούς! Το στράτευμα ήρχισε να φθάνη. Το καθήκον μας είναι να πάρωμεν του βασιλέως το μέρος ημείς. Πηγαίνω να τον εύρω κρυφά και να τον βοηθήσω. Εσύ πήγαινε εις τον δούκα και ομίλησε μαζί του, ώστε να μη το πάρη είδησιν ότι λείπω.

Τι θ' απήλαυεν από τα βάσανα του κόσμου; Και ούτ' εζήλευε καν! Τι να ζηλέψη; Έβλεπε την μεγάλην αδελφήν της και την ελυπείτοτην εκαίετο. Όσον διά την μικράν, την Κρινιώ, άμποτε κι' αυτήν ο Θεός να την φωτίση! Όπως κι' αν έχη, η μάνα της δεν έχει σκοπόνδεν βαστά πλέον, δεν αντέχεινα υποφέρη διά να την υπανδρεύση και το πολλοστημόριον όσων διά την μεγάλην αδελφήν της υπέφερεν.

Και ο Ισραήλ ωσαύτως είχε ταπεινωθή αφ' εαυτού και υπέφερεν εκ της πείνης εις την έρημον, και εκεί, εν τη εσχάτη αυτού ανάγκη, ο Θεός τον έθρεψε με μάννα, όπερ ήτο ωσεί τροφή αγγέλων πίπτουσα εξ ουρανού.

Υπέφερεν ακόμη από της καυτηριάσεως τους πόνους, αλλά κατά τα άλλα εφαίνετο καλώς έχων. Μετ' ολίγας ημέρας αι πληγαί του ουλώθησαν εντελώς. Αλλ' οι χωρικοί δεν είχον εμπιστοσύνην εις την θεραπείαν του νοσοκομείου. Η υποψία των δεν προήρχετο εκ του ότι εβράδυνεν η καυτηρίασις, αλλ' εκ του ότι έλειψε το λυσσόχορτον.

Αλλά τότε ο Μάχτος τω απήντησεν: «Ας κοιμηθή καλλίτερα! Πόσον θα υπέφερεν η δυστυχής! » Εν τούτοις ο Θευδάς έμεινε, στηριχθείς όρθιος επί της παραστάδος της θύρας. Ο Μάχτος αδιαφορών αν ήτο αυτός παρών, προέβη προς το μέρος όπου έκειτο η Αϊμά, και εγονυπέτησε πλησίον αυτής. Έλαβε την χείρα αυτής κοιμωμένης και την ησπάσθη μετά σεβασμού.

Τότε πρώτον το πρόσωπον τούτο, εις το οποίον οι Άγγελοι θεωρούσιν ως τα βρέφη εις την λαμπράν του ηλίου ακτίνα, επλήγη υπό αθλίου δούλου. Την ύβριν υπέφερεν ο Χριστός μετ' ευγενούς πραότητος.

Θέλω να την αφήσω όλως διόλου. Σου είμαι διττώς ευγνώμων πρώτον διότι δεν εδέχθης την Ευνίκην και δεύτερον διότι με απήλλαξες της Χρυσοθέμιδος. Άκουσέ με καλά, βλέπεις ενώπιον σου ένα άνθρωπον, όστις ηγείρετο λίαν πρωί, ελούετο, είχε την Χρυσόθεμιν, έγραφε σατύρας, αλλ' όμως υπέφερεν από αυτήν, όπως ο Καίσαρ, και πολλάκις δεν ήξευρε πώς να αποδιώξη τας θλιβεράς ιδέας του.