United States or Azerbaijan ? Vote for the TOP Country of the Week !


Βαλάνια από ημερόδεντρον τρων και σήμερον οι πιστικοί. Θιαμαίνομαι , θαυμάζω, εκπλήσσομαι Ιστ, ιστ σάλαγοι προβάτων

Αυτά 'πε κ' εσηκώθηκε, και του 'στρωσε την κλίνητην στιά πλησίον μέ γιδιών τομάρια και προβάτων. και άμ' ο Οδυσσέας πλάγιασε, τον σκέπασε με χλαίνα 520 χοντρή, μεγάλη, 'που 'χε αυτός δεύτερη φυλλαμένη, και την φορούσεν εις καιρόν βαρειάς χειμωνοζάλης.

Τρία έτη πρότερον, κατά το πρώτον Πάσχα Του, είχεν αποκαθάρει τον Ναόν, πλην φευ! εις μάτην. Και πάλιν αι τράπεζαι ήσαν πλήρεις από σωρούς νομισμάτων, και τα πρόστωα πλήρη βοών και προβάτων και περιστερών προς πώλησιν. Ναός ήτο αυτός ή αγορά, ή βουστάσιον, ή περιστερεών ή κολλυβιστήριον; Εις τον βεβηλωμένον εκείνον τόπον δεν ήθελε να διδάξη.

Και ονομάζει κανείς όταν απομιμηθή με την φωνήν εκείνο το οποίον μιμείται. Ερμογένης. Πιστεύω. Σωκράτης. Εγώ όμως, μα τον Δία, ακόμη δεν πιστεύω ότι τα λέγομεν καλά. Ερμογένης. Πώς δηλαδή; Σωκράτης. Εκείνοι οι οποίοι απομιμούνται την φωνήν των προβάτων και των πετεινών και των άλλων ζώων, δεν θα αναγκασθώμεν να παραδεχθώμεν ότι ονομάζουν αυτά τα οποία μιμούνται; Ερμογένης. Πολύ ορθά. Σωκράτης.

Λιοβόρι , ζεστός και δυνατός καλοκαιρινός άνεμος=λιψ. — Λιάς = Ηλίας. — Λουμάκι , νεόφυτον δένδρον ευθυτενές. Οώ! Οώ! =σάλαγος βοδιού. — Όι, όι =σάλαγος προβάτων. — Ορμάνι δάσος πυκνόν.

Σημαίνει εσωτερικήν αγαθότητα διαλάμπουσαν εν τω εξωτερικώ κάλλει. «Ο μισθωτός δε και ουκ ων ποιμήν, φεύγει, και ου μέλει αυτώ περί των προβάτων, ότι μισθωτός εστι». Και πάλιν: «Εγώ ειμι η Θύρα· δι' εμού εάν τις εισέλθη, σωθήσεται, και εισελεύσεται, και εξελεύσεται, και νομήν ευρήσει». Και είτα είπεν ότι, οικεία βουλήσει, θα θέση την ζωήν Του διά τα πρόβατα, της τε αυλής ταύτης και όλης της ποίμνης, και ότι, οικεία δυνάμει, θ' αναλάβη πάλιν αυτήν.

Νά, ο μπάρμπα Γιωργός ξεύρει. Ο μπάρμπα-Γιωργός θα μας πη την αλήθεια, που έρχεται από τον Άγι-Αντώνη. Ήξευραν αι γυναίκες, ήξευρεν όλον το χωρίον, ότι ο γέρων βοσκός εύρισκεν ύλην ζωής εις τα τοιαύτα τα οποία παρηκολούθει, υπομένων οδοιπορίας και νηστείας και αφίνων το εκ προβάτων ποίμνιόν του.

Αλλά με την πάροδον του καιρού ήρχισε και αυτή η ζωή να μη του κάμνη καμμίαν εντύπωσιν. Τίποτε εξ όλων των περί αυτόν, ούτε η φύσις η μαγευτική, ούτε τα δροσερά νερά, τα οποία έτρεχον μουρμουρίζοντα εδώ κ' εκεί, ούτε τα κοπάδια των προβάτων και των αιγών, ούτε το τραγούδι και ο περιπαθής ήχος της φλογέρας είλκυον την προσοχήν του.

Εκείνη του ανιστορεί όλα ένα προς ένα: των γιδιών τον κισσό, των προβάτων το ούρλιασμα, το πεύκο που άνθισε επάνω στο κεφάλι της, τη λάμψη της γης, το χτύπο που ακούστηκε στη θάλασσα, τους δυο σκοπούς του σουραυλιού, τον πολεμικό και τον ειρηνικό, τη νύχτα την τρομερή, το πώς μουσική της έδειξε το δρόμο, που αυτή δεν τον ήξερε.

Είχον επιταχθή μεγάλαι παρακαταθήκαι οίνου, ελαίου και καστάνων. Από του όρους έφθανον καθ' εκάστην ποίμνια βοών και προβάτων. Η γενναιοδωρία του Καίσαρος δεν εσταμάτησε τας μομφάς.