Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 6 Μαΐου 2025


Και αυτή δεν ενόμισεν ότι θα εσαγίτευε την καρδίαν σου, αν σου απέτεινε τον λόγον, αφού μάλιστα ήθελε να σου ζητήση εκδούλευσιν. Εν τούτοις ο Χριστοδουλής έτρεξε πλησίον σου, καταβιβάσας εν σπουδή την περισκελίδα του, ως διά να μοιρασθή το βάρος της ευτυχίας. Η μελωδική φωνή της Πολυμνίας είπε·Ξέρεις, πού είνε ίτσια; μπορείς να μου κόψης τίποτα ίτσια; Συ έμενες κεχηνώς.

Τότε τι να κάμη και αυτός; αφού δεν ηξιώθη ν' αναβή εγκαίρως εις το πλοίον, επαρηγορήθη ριφθείς εις την θάλασσαν, και ακολουθήσας το σκάφος εις τον δρόμον του. Εν τούτοις συ ησθάνθης πικρόν νυγμόν ζηλοτυπίας. Η καρδία σου επληγώθη από το παιδαριώδες τούτο κατόρθωμα. Πτωχός Χριστοδουλής!

Την πρωίαν εκείνην ολίγον πριν φθάσητε εις τον μύλον του Μπαρμπαπαναγιώτη, όστις ίσταται ως φρουρός προς το δυτικόν στόμιον της λίμνης, εκεί όπου ήτο ουδέτερον έδαφος μεταξύ θαλάσσης και ξηράς, ο φίλος σου ο Χριστοδουλής, επειδή εις το μέρος τούτο τα ύδατα εβαθύνοντο ολίγον τι αποτόμως, δεν ευρίσκετο πολύ μακράν εις το κύμα, και άμα είδεν, ότι η Πολυμνία πλησιάσασα ήρχισε να σου ομιλή, έσπευσε να αποβή εις την ξηράν διά να ακούση τι σου έλεγεν.

Έκτοτε ο Χριστοδουλής ηραίωσε κατ' αρχάς, είτα οριστικώς έπαυσε το μερίδιον, το οποίον σου έδιδε τέως από τα κογχύλια, από τα καβούρια και από τους γωβιούς, συ δε ήργησες πολύ να μάθης ότι τα έδιδε εις τον Νίκον, τον αδελφόν της Πολυμνίας. Εις μάτην τον εσυνώδευες, ως πάντοτε, βαδίζων επί της άμμου, θαλασσώνοντα έως τον μηρόν, και από καιρού εις καιρόν και του εφώναζες·

Μέχρις ου κατορθώσης και συ να εύρης ολίγα ίτσια να κόψης, ο Χριστοδουλής είχε καταρτίσει ήδη ολόκληρον αγκαλίδα, κ' επέστρεφε τρέχων προς τον ανεμόμυλον, εκεί όπου ίστατο περιμένουσα μετά του αδελφού της η Πολύμνια.

Οι δύο άνδρες εσηκώθησαν ευθύς, και εκ των νευμάτων και υποκλίσεών των ενόησεν ο Χριστοδουλής, χωμένος μέσα εις της καλαμιαίς, ότι την επεριποιούντο και ήσαν πρόθυμοι εις τους ορισμούς της.

Αλλ' ευτυχώς ο Χριστοδουλής είχε φθάσει ήδη. — Μπράβο! μπράβο ! . . . κυρία Πολύμνια! Εγώ τα ξέρω που είνε τα ίτσια . . . τώρα να πάμε να κόψουμε . . . — Θα με υποχρεώσετε πολύ, επανέλαβε και προς τους δύο η Πολύμνια.

Αλλ' όπισθεν των καλαμώνων, επί της αντιπέραν όχθης, ήμισυ μίλιον μακράν, ήτο χωμένος από δύο ωρών αφανής, ο παιδικός φίλος σου ο Χριστοδουλής. Τι εζήτει εκεί; Κατά πάσαν πιθανότητα παρεμόνευε πότε θ' απεμακρύνοντο προς στιγμήν από της όχθης ο Παρρήσης και ο Λουκάς, διά να χωθή γοργά εις την λίμνην και κλέψη ο πονηρός κανένα έγχελυν ή κεφαλόπουλά τινα και ολίγα καβούρια.

Και ο Χριστοδουλής έτρεξεν ελαφρόπους, με το έν μπουδονάρι του ανασηκωμένον ακόμη έως το γόνυ, με το άλλο καταβιβασμένον εις τον αστράγαλον, ξυπόλυτος, με τα πόδια &παπουδιασμένα&, μαύρα, ψημένα από την άλμην του κύματος.

Ήγγιζεν ο ήλιος εις την δύσιν, όταν εις την καλύβην, έξωθεν της οποίας εκάθηντο οι δύο συμπόται, επλησίασε γυνή τις συνοδευομένη υπό μειρακίου. Εφόρει λευκήν εσθήτα κ' εκράτει κόκκινον παρασόλι, και ο Χριστοδουλής με όλην την απόστασιν την ανεγνώρισεν ευθύς. Ήτο η Πολύμνια μετά του αδελφού της του Νίκου.

Λέξη Της Ημέρας

παρεμορφώθη

Άλλοι Ψάχνουν