Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 9 Μαΐου 2025
— Δεν είχε μεγαλώσει ακόμη για να φορέση τσαρουχάκια, είπεν ο παπά-Βαγγέλης. Εις τον κήπον της Εδέμ δεν έχει αγκάθια και τριβόλια, και μπορεί κανείς να πάη και ξυπόλυτος. Είτα επέφερεν· — Ας είναι, συντέκνισσα. Θαρθώ να το θάψω. Ο παπάς εκαβαλλίκεψε και πάλιν εις το ονάριον. Ήτο ημέρα, την φοράν ταύτην. Τα χιόνια δεν είχαν λυώσει, αλλ' ήτο νηνεμία, και μάλλον γλύκα.
Με μια λαμπράδα, που πάντα είναι νέα, που αλλάζει κάθε βράδι, βυθά ο ήλιος στη θάλασσα κι ανάμεσά μας είναι ο Σβεν. Είναι ξυπόλυτος και μελαψός κ' επειδή με τα βράδι ψυχραίνει ο αέρας, χώνει τα μικρά του πόδια κάτω από τα φόρεμα της μαμάς. Παρακαλεί να τον αφήσουμε να μείνη όσο φαίνεται ακόμα ο ήλιος.
Εγέλα ακρατήτως, και δεν ημπορούσε «να μαζώξη το στόμα του». Ήτο ως να έλεγε: «Χαίρομαι, αδελφέ μου, πού σε βλέπω τέτοιον· οι άλλοι που μας γελούν είνε πολύ χειρότεροι». Κ' εις τα ξωκκλήσια, κατά την διάρκειαν της αγρυπνίας, συνήθως ήρχετο μετά τα μεσάνυχτα πάντοτε, ή ο γέρο-Δημήτρης ο Ηπειρώτης ο νυχτοβάτης, ή ο πάτερ-Ιωακείμ, ο άστεγος μοναχός, συνήθως ξυπόλυτος και ξεσκούφωτος.
Και η μήτηρ σου η φιλότεχνος, όχι μόνον δεν σου επέτρεπε να τρέχης, όπως άλλοι, ανυπόδητος και συ, αλλ' απήτει να φορής και κάλτσαις. Οποία δεσμά παιδαγωγικής δουλοσύνης! Ευτυχώς είχες πλησίον σου τον φίλον σου Χριστοδουλήν, όστις ομήλιξ με σε, ήτο ευτυχέστερος προς τούτο, ότι ήτο πάντοτε ξυπόλυτος και ουδ' εφόρει ποτέ κάλτσαις. Φιλότιμον παιδίον!
Πέφτουν όλοι στη θάλασσα, μα όχι με την ίδια ελπίδα γλυτωμού. Οι κουρσάροι είχανε κρεμασμένα στο πλάι τους τα σπαθιά κ' εφορούσαν τα λεπιδωτά μισοθωράκια κ' είχανε δέσει τα ποδήματά τους ως στη μέση της άντζας, ενώ ο Δάφνης ήτανε ξυπόλυτος, επειδή έβοσκε στον κάμπο, κι αλαφροντυμένος γιατί έκανε ακόμη ζέστη.
— Όχι μα τον Δία, είπον εγώ, αλλ' εκείνος που τα είπε και εις τον Φοίνικα, δηλαδή ένας κάποιος Αριστόδημος Κυδαθηναιεύς, ένας κοντούλης και ξυπόλυτος πάντοτε. Αυτός ήτον, όπως εγώ νομίζω, ένας από τους θερμοτέρους της εποχής εκείνης θαυμαστάς του Σωκράτους και ήτο παρών κατά την συναναστροφήν.
Και ο Χριστοδουλής έτρεξεν ελαφρόπους, με το έν μπουδονάρι του ανασηκωμένον ακόμη έως το γόνυ, με το άλλο καταβιβασμένον εις τον αστράγαλον, ξυπόλυτος, με τα πόδια &παπουδιασμένα&, μαύρα, ψημένα από την άλμην του κύματος.
Και ενώ, τα παιδία όλα μετέβαινον αλλαγμένα, με τα βιβλία των, να εξετασθώσιν, ο Μανώλης της Αλτανούς εθεάθη πάλιν εις την ακρογιαλιάν, πέραν εις την Παναγίτσαν εις τα Ηλιόβολα, μ' έν καλαμίδι πέντε οργυιών, ξυπόλυτος, ξεσκούφωτος, αλιεύων γαϊτανάδες και γιούλους.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν