United States or Bahrain ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ας είμεθα μικροί άνθρωποι, δεν είμεθα της ελεημοσύνης. Του λόγου της θαρρεί ότι αν δεν φορής φράγκικα και καπελίνι δεν είσαι άνθρωπος! Να 'πάγω, λέγει, 'ς το Νοσοκομείον! Όγεσκε, εδώ θα μας ιδή ο ιατρός και ας τον πληρώσω! Και λέγουσα ταύτα έθεσε την χείρα εις τον κόλπον διά να ψαύση το αργύριόν της.

Αλλ' υπόθεσε ότι ηγόρασες και έχεις όλους τους λόγους του Δημοσθένους, όπως ιδιοχείρως τους έγραψεν ο ρήτωρ, και τας ιστορίας του Θουκυδίδου, όπως ευρέθησαν οκτάκις αντιγεγραμμέναι και καλλιγραφημέναι παρά του Δημοσθένους και αυταί, προσέτι δε όλα εκείνα τα βιβλία τα οποία ο Σύλλας έστειλεν εξ Αθηνών εις την Ιταλίαν• κατά τι θα είσαι διά ταύτα περισσότερον μορφωμένος, και αν ακόμη τα στρώνης και κοιμάσαι επάνω ή τα συγκολήσης και τα φορής ως ενδύματα και περιφέρεσαι με αυτά; Κατά την παροιμίαν ο πίθηκος είνε πίθηκος και με χρυσά στολίδια.

Είσαι άνδρας;,.. δεν σε φθάνει θέλεις να φορής φουστάνι... κι' αν γυναίκα πάλι γίνης λες ουδέτερος να μείνης. Κι' αν ουδέτερος φανής και για τούτο μουρμουρίζεις, κι' άλλο θέλεις να γενής, που και συ δεν το γνωρίζεις. Η μουρμούρα σου με πνίγει, μα σε τέτοιον κατεργάρη του χρειάζεται κυνήγι μ' Αιγινήτικο σφουγγάρι. ΦΑΣΟΥΛΗΣ Πάνε και τα γεράματα...

Δεν έχεις τίποτε, Αφέντρα μου· τώρα είσαι καλά . . . Και πού νάρθη, από την Αμέρικα ο Θανάσης μας! . . . να σου φέρη όλα τα καλούδια . . . και θα φέρη λίρες, λίρες με την ουρά . . . να σε στολίσω, να σε κάμω νύφη . . . Εκατό λίρες θα βάλω κολλαΐνα 'πάνω στα στήθεια σου, στο γάμο, που θα φορής το στεφάνι . . . να καμαρώνης, να σε ζηλεύουν όλοι!

Και ύστερον πώς να μη μοσχοβολά το χώμα; Πόσις. — Ναι, εγώ ο Πόσις. Σου επλήρωσα, ω Δάμαρ, την δεσποτείαν ακριβά. Δάμαρ. — Τι μ' επλήρωσες; Πόσις. — Έσκαψα, ως ασπάλαξ, βαθέως την γην, δια να ανακαλύψω χρυσόν και άργυρον, διά να κεντήσης τα πέδιλά σου, να τα φορής, να πατής και να τρίζη η γη υπό τους πόδας σου.

ΜΥΡΤ. Και εγώ όταν έφευγες σου εχάρισα εκείνο το ποκαμισάκι που σου έφθανε μέχρι των μηρών, για να το φορής όταν κωπηλατούσες. Το είχε λησμονήση στο σπίτι μας ο Επίουρος ο πρωρεύς όταν εκοιμάτο μαζή μου. ΔΩΡ. Το γνώρισε προ καιρού στη Σάμο ο Επίουρος και μου το πήρε με φιλονεικία μεγάλη.

Γυναίκα μου, κυρά μου, αφέντρα μου! να τα φορής να χαίρεσαι· της είπε δακρύζοντας από χαρά και περηφάνεια όταν την είδε λαμπροστολισμένη σαν την Ηλιογέννητη. Αν δεν σου φτάνουν αυτά, σου παίρνω κι' άλλα. Κι' αν δεν αρκούν κ' εκείνα, πουλώ και τη γολέτα μου να σε χρυσοντύσω σαν την Τηνιακιά. Εκείνη δεν είπε τίποτα, μόνον απόμεινε κυτάζοντας λαίμαργα τα φανταχτερά ρούχα της.

Και η μήτηρ σου η φιλότεχνος, όχι μόνον δεν σου επέτρεπε να τρέχης, όπως άλλοι, ανυπόδητος και συ, αλλ' απήτει να φορής και κάλτσαις. Οποία δεσμά παιδαγωγικής δουλοσύνης! Ευτυχώς είχες πλησίον σου τον φίλον σου Χριστοδουλήν, όστις ομήλιξ με σε, ήτο ευτυχέστερος προς τούτο, ότι ήτο πάντοτε ξυπόλυτος και ουδ' εφόρει ποτέ κάλτσαις. Φιλότιμον παιδίον!