Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 13 Μαΐου 2025
Τέλος γυρεύοντας εδώ κ' εκεί· πες ο ένας το κοντό του και ο άλλος το μακρύ του έπλεξαν την ιστορία του. Ναι· ο καπετάν Βαλμάς λέγει πως επήγε στην Άσπρη θάλασσα· μα δεν εστάθηκε στην Άσπρη θάλασσα. Επήγε στην Αμέρικα. Εκεί επαντρεύτηκε με μιαν Αμερικάνα ιδιότροπη, ξεμυαλισμένη που εγέννησε το παιδί.
Ο γυιός της ο μεγάλος, από τριάντα χρόνια τώρα, είχε πάρη μαύρα πέλαγα. Άμορος είχε γείνη, και δεν ακούστηκε πλια. Ο άλλος, ο μικρός, ακουγόταν ακόμα κάποτε· ήτον στην Αμέρικα χρόνια, της έγραφε πως θάρθη, και δεν ερχότανε.
Ο γαμπρός δεν ήτανε αγέννητος, δεν ήτανε ονειροφαντασία και ψέμα. Στο δρόμο βρίσκεται και περπατεί κ' έρχεται ολοένα. Απ' Ανατολή ή από Δύσι, από κάπου θα φανή. Απ' την Αθήνα ή απ' την Αμέρικα. Είνε τόποι μακρινοί, που τους χωρίζουνε βουνά και θάλασσες. Και είνε εμπόδια και αντισκόμματα στο δρόμο. Φουρτούνες, άνεμοι, νεροποντές, θηρία, αρρώστειες. Μήνες και χρόνια μπορεί να ταξιδεύη ο άνθρωπος.
Έδωκε ο Θεός και μεγάλωσε και το παιδί μου ο Μιχαληός. «Να φύγω, πατέρα, μούλεγε, να πάω στην Αμέρικα. Προκοπή δεν έχει ο τόπος μας. Να πάω στην Αμέρικα να σας στείλω λίρες με το τσουβάλι». Βρε παιδί μου Μιχαληό, τούλεγα, να μας φύγης και συ, τι θα γίνωμε; Άλλο παιδί δεν έχομε, η μάννα σου θα πεθάνη από τον καϋμό της!... Αυτός τίποτε. «Να φύγω, πατέρα· δεν μπορώ να σας βλέπω να πεινάτε.
— Ο φίλος του Μήτρου· ο Λάμπρος Κάργας! — Και για πού με το καλό ; — Για την Αμέρικα... Και σεις; — Για την Αυστραλία. — Τι φόρτωμα ; — Μοσχοκάρυδα, βανάνες, καφέδες, ζαχαροκάλαμο.. Και σεις ; — Διαμαντόπετρες, μπιρλάντια, μεταξωτά, κεχριμπάρι, φίλντισι! Και όταν ετελείωνε το φανταστικό ταξείδι εγύριζε καθένας στο νησί φορτωμένος κολωνάτα. — Και σαν γυρίσης πίσω; ερώταεν ένας τον άλλον.
Ο κυρ-Μαργαρίτης ερρόφησε δραγμίδα ταμβάκου, ετίναξε την βράκαν του, εφ' ης έπιπτε πάντοτε μέρος ταμβάκου, κατεβίβασε μέχρι των οφρύων την σκούφιαν του, έβαλε τα γυαλιά του, και ήρχισε να εξετάζη διά μακρών το γραμμάτιον. — Έρχεται απ' την Αμέρικα; είπε. Σ' εθυμήθηκε, βλέπω, ο γυιός σου. Μπράβο, χαίρομαι. Είτα επανέλαβεν·
Να βρω το ναύλο μου και να φύγω...» Τώμαθε ο Γερο-Τρακοσάρης. Μια μέρα με βρίσκει κάτω στο γιαλό. Με αποπήρε. «Έχεις μυαλά, Νικόλα παιδί μου, ή δεν έχεις; Με τα μυαλά των γυναικών αρμενίζεις; Γιατί δεν αφίνεις το παιδί να πάη στην Αμέρικα, να ιδήτε και σεις Θεού πρόσωπο; Τι να τον κάνης εδώ που τον φυλάς; Δε βλέπεις την κατάντια του νησιού μας;» Να τον στείλω μαθές, είπα κ' εγώ.
Ο δυστυχής ο φθισικός, όστις είχε σηκωθή μετά βίας από την κλίνην, και τον είχον καθίσει επί καναπέ, πλησίον του παραθύρου, εθεώρει τον χορόν, και ησθάνετο ηθικήν ευχαρίστησιν. — Αν δεν ηρχόμην εγώ απ' την Αμέρικα, έλεγε μέσα του, και δεν έφερνα αυτούς τους παράδες, όλ' αυτά θα έλειπαν . . . Γάμος μπορούσε να γείνη, αλλά θα ήτο πολύ πτωχικώτερος . . . και τέτοιος χορός δεν θα εγίνετο.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν