Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 27 Μαΐου 2025
Με κάτι γαλάζια μεταξωτά μανδήλια εις την ξανθήν κεφαλήν της, ως ουρανού κυάνεον, σκιάζον το ροδόχρουν προσωπάκι της· με κάτι ερυθρόχρυσα περιλαίμια πλεκτά, ως πτηνόν τυλιγμένην, ισταμένην εκεί, παρά την λάμπουσαν εστίαν του οίκου των του νεοκτίστου, νεόνυμφον εστίαν, μοσχοβολούσαν νεότητα και ζωήν, και με αγάπην βλέπουσαν τα σπινθηροβολήματα ενός καιομένου πρίνου, της χρυσοκόκκιναις πολλαίς σπίθαις του, οπού επετούσαν επάνω, με πάταγον συνεχή, ως με φωτόλαμπρον χαιρετισμόν, χαιρετίζουσαι τον ταξειδιώτην, οπού φθάνει σήμερον-αύριον.
Έπαρε τούτην την σακκούλαν με τα φλωριά, και σύρε εις την αγοράν να εύρης ένα πραγματευτήν που τον λέγουν Ναμαράν, και πες του πως θέλεις να αγοράσης μεταξωτά· αυτός θέλει σου δείξει διάφορα· διάλεξε από αυτά ένα κομμάτι, και πλήρωσέ το όσα σου ήθελε γυρέψει χωρίς να κάμης παζάρι· μίλησέ του με ευγένειαν και γλυκύτητα, και ωσάν αναχωρήσης από αυτόν, φέρε μου εδώ τα μεταξωτά.
Από το ένα καλάμι στο άλλο επάνω στο λόφο τα σύννεφα του Μάη περνούσαν λευκά και απαλά σαν γυναικεία πέπλα. Εκείνος κοίταζε τον καταγάλανο ουρανό και του φαινόταν πως ήταν ξαπλωμένος σ’ ένα όμορφο κρεβάτι με μεταξωτά σκεπάσματα.
Ο Ορμώζ το εδέχθη με ευχαρίστησιν, και είπε προς αυτούς, ότι ήθελεν όσον καιρόν έμελλε να σταθούν εις το Αστραχάν, να υπάγουν να μένουν εις το παλάτι του. Αυτοί την ιδίαν ημέραν, επήγαν εκεί και κατέλυσαν· εις τους οποίους εδόθηκεν ένας ωραιότατος χοντζερές στολισμένος όλος από μεταξωτά, ομοίως και οφφικιάλοι του βασιλέως διά να τους υπηρετήσουν.
Και στερνές η γυναίκες του Γιαννίνου, κ' έπειτα της Άρτας και της Πρέβεζας, που με τα ίδια μεταξωτά κι ατλαζένια και λαχουριά απλά φουστάνια φοριούνται, ντύνονται με τα ίδια απαλά κοντογούνια και με το ίδιο μαύρο γεμενί δένουν στον ίδιο τρόπο τα μαυροπλέξουδα κεφάλια τους. Η ευγένεια κ' η λεπτότη τούτων εδώ ξεχωρίζει από μακριά ανάμεσα στες άλλες ομόφυλλές του.
Πάρε αυτό το δαχτυλίδι. Είναι ένα σύνθημα μεταξύ εμένα και κείνης. Όταν θα φθάσης στον τόπο της, κατάφερε να περάσης μέσα στην Αυλή, ως έμπορος. Παρουσίασε της μεταξωτά, κάνε ώστε να ιδή το δαχτυλίδι. Αμέσως εκείνη θα βρη τρόπο για να σου μιλήση κρυφά. Τότε πες της ότι η καρδιά μου τη χαιρετά. Ότι μονάχα αυτή μπορεί να μου κάνη καλό. Πες της ότι, αν δεν έρθη πεθαίνω.
Την εύρηκε που διάζονταν μεταξωτά διασίδια, Μες στη πλατειά της την αυλή, τη μαρμαροστρωμένη, Κι’ έπεσε στα ποδάρια της και με καημό της λέγει: —Λυπήσου, Μάρω μια ψυχή, που καίγεται για σένα! Λυπήσου με το δύστυχο, τον ποθοπλανταγμένο, Και δος μου την αγάπη σου και δος μου την καρδιά σου. Να μη με φάη παράκαιρα της γης το μαύρο χώμα. Λυπήσου και τη μάννα μου, που άλλο παιδί δεν έχει.
Όλα ήταν σε τάξη εκεί μέσα: επάνω μερικά φθαρμένα παπλώματα, μεταξωτά χαλιά, μάλλινες κουβέρτες που από την πολλή χρήση είχαν πάρει το κίτρινο χρώμα του κρόκου, πιο κάτω τα ασπρόρουχα που μύριζαν κυδώνι και κάνιστρα φτιαγμένα από ασφόδελο και βούρλα που στο κιτρινωπό τους φόντο διαγράφονταν σχέδια σε μαύρο χρώμα βάζων, ψαριών και ειδωλίων της πρωτόγονης τέχνης της Σαρδηνίας.
Αυθέντα, δεν ημπορείς να μου κάμης την χάριν να έλθης αύριον να γευθούμε μαζί; Μετά πάσης χαράς του απεκρίθηκα εγώ· δεν θέλω λείψει που να έλθω να λάβω αυτήν την τιμήν. Εχάρη ο Ναμαράς διά το τάξιμον που του έκαμα, και ύστερον αποχαιρετώντας τον εγύρισα με τα μεταξωτά τα χρυσά εις το σπήτι μου.
Δεν ήτανε πεια δική του, ήτανε δική μου. Να τώρα που με τη σπλαχνική στοργή του ξύπνησε την τρυφερότητά μου κι' απόκτησε πάλι τη Βασίλισσα. Τη Βασίλισσα; Βασίλισσα ήτανε δίπλα του και τώρα εδώ στο δάσος ζη σαν σκλάβα. Τι έκαμα τα νειάτα της; Αντί των αιθουσών με τα πλούσια μεταξωτά, της δίνω αυτό το άγριο δάσος. Μια καλύβα. Και προς χάρι μου ακολουθεί αυτόν τον κακό δρόμο.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν