United States or Pitcairn Islands ? Vote for the TOP Country of the Week !


Εκείνο εις το οποίον εκτελείται κατ' αντίθετον διεύθυνσιν η πλήγωσις και όχι εις όποιον τύχη μέρος του σώματος των ψαριών καθώς με τα καμάκια, αλλά προς την κεφαλήν και το στόμα του συλλαμβανομένου εκάστοτε, οπότε ανασύρεται από τα κάτω προς τα άνω με ράβδους και με καλάμια. Εις τούτο δε, φίλε Θεαίτητε, τι όνομα πρέπει να δώσωμεν; Θεαίτητος.

Και εις του ξεπεσμένου του εργαστηρίου τους τοίχους χελώναν είχε κρεμαστήν, και δέρμα κροκοδείλου βαλσαμωμένον, και πετσιά ψαριών φρικωδεστάτων· κι' ανάρια ‘ς το τραπέζι του αραδιασμένα ήσαν άδεια κουτιά, και πράσινα αγγεία χωματένια, και φούσκαις κατακίτριναις, και μουχλιασμένοι σπόροι, και τριαντάφυλλα παστά, κι' απομεινάρια σπάγγου.

Ο βασιλεύς έβγαλε με θυμόν το σπαθί του διά να φονεύση τόσον εμέ, όσον και την Δαρδανέ· μα μια γρηά σκλάβα του έπιασε το χέρι λέγοντας· τι θέλεις να κάμης, βασιλέα μου; θέλεις να μολύνης το χέρι σου με το αίμα ετούτων των παρανόμων; αυτοί είνε ανάξιοι ακόμα η ιδία γη να δεχθή τα μιαρά τους κορμιά, με το να έκαμαν μίαν τέτοιαν ανομίαν· πρόσταξε να τους ρίξουν από το παράθυρον εις τον ποταμόν Νείλον, διά να γένουν τα μιαρά τους κορμιά βρώσις των ψαριών.

Μια φωνή τους ρώτησε αν είχαν πιάσει τίποτα. «Όχι» ήταν η αποθαρρημένη απάντηση. «Ρίξτε τα δίχτυα σας στην δεξιά μεριά του σκάφους και θα βρείτε». Έριξαν το δίχτυ και αμέσως γέμισε τόσο με πληθώρα ψαριών, ώστε με δυσκολία το τράβηξαν.

Τότ' ο Οδυσσέας κύτταζετο δώμα του αν κανένας 'κρύβετο ακόμη ζωντανός από την μαύρη μοίρα· και όλους τους είδε κατά γης αιματοκυλισμένους, πλήθος μεγάλ', ωσάν ψαριών σωρός, οπ' οι ψαράδες από την λευκή θάλασσατην κολπωμένην άκρη 385 σύραν με δίκτυ ολότρυπο· και αυτά σωρός χυμένατην άμμον όλα επιποθούν το κύμα του πελάγου, και την πνοήν ο ήλιος τους παίρνει ο φωτοβόλος. όμοια σωρός εκείτονταντα χώματα οι μνηστήρες. του τέκνου του ο πολύγνωμος τότ' είπεν Οδυσσέας 390 «Κάλεσε την Ευρύκλειαν, υιέ μου, την βυζάστρα, όπως εκείνης είπω εγώ κείν' οπ' ο νους μου θέλει».

Πάνω σε τοίχο φρεσκοπλαστρωμένο και βαμμένο με λαμπερό κόκκινον άμμο ή μίγμα γάλακτος και κρόκου, ζωγράφιζε κάποια που πατούσε με κουρασμένα πόδια τους άλικους και μ' άσπρα λουλούδια αστροκέντητους ασφοδελώνες, κάποια «που εις τα ματόκλαδά της, απλώνονταν όλος ο Τρωικός πόλεμος», την Πολυξένη, τη θυγατέρα του Πριάμου, ή παράσταινε τον Οδυσσέα, τον συνετό και πολυμήχανο, δεμένο με γερά σχοινιά στο κατάρτι του πλοίου για να μπορή ν' ακούη δίχως πειρασμό το άσμα των Σειρήνων, ή περιπλανώμενον πλάι στο καθαρό ποτάμι του Αχέροντα, όπου φαντάσματα ψαριών γλυστρούσαν κάτω στη χαλικόστρωτη κοίτη, ή έδειχνε τους Πέρσες με περικεφαλαίες και περικνημίδες να κυνηγιούνται από τους Έλληνες στον Μαραθώνα, ή τις τριήρεις να κροτούν με τα χάλκινα έμβολά τους στη μικρή της Σαλαμίνας θάλασσα.

Εις τη δεύτερη περιοδεία εχάλασεν ο καιρός και έμεινεν ο συνταγματάρχης να τον φιλοξενήσω. Αφού τον εκαλοτάγισα, με ηρώτησε διά τα ιδιαίτερά μου και... του είπα πως το περιβόλι δίδει μικρό εισόδημα και το κέρδος των ψαριών το τρώγει το διάφορο τον χρέους για τις δυο βάρκες.

Λοιπόν μήτε τη Μέθυμνα θα ιδήτε με τέτοια πλιάτσικα πηγαίνοντας εκεί, μήτε θα γλυτώσετε από τούτο το σουραύλι, που σας ετρόμαξε, μόνε θα σας κάνω θροφή των ψαριών, αφού σας βουλιάξω, ανίσως και δε γυρίσης πίσω στις Νύμφες όσο μπορείς γληγορότερα και τη Χλόη και τα κοπάδια της Χλόης και τα γίδια και τα πρόβατα. Σήκω λοιπόν και βγάλε στη στεριά την κόρη μαζί με όσα είπα.