United States or Martinique ? Vote for the TOP Country of the Week !


Και εις του ξεπεσμένου του εργαστηρίου τους τοίχους χελώναν είχε κρεμαστήν, και δέρμα κροκοδείλου βαλσαμωμένον, και πετσιά ψαριών φρικωδεστάτων· κι' ανάρια ‘ς το τραπέζι του αραδιασμένα ήσαν άδεια κουτιά, και πράσινα αγγεία χωματένια, και φούσκαις κατακίτριναις, και μουχλιασμένοι σπόροι, και τριαντάφυλλα παστά, κι' απομεινάρια σπάγγου.

Μίαν ώραν μακράν από εδώ, υψηλότερα επάνω εις το βουνό έμενεν ο πάππος του· αυτός του ελεπτούργει τα κομψά σπιτάκια του και εκεί εις το δωμάτιον του γέρου ήτο ένα μεγαλύτερο ντουλάπι γεμάτο με τέτοιου είδους λεπτουργημένα αντικείμενα· καρυοθραύσται, μαχαίρια, κουτάλια, κουτιά, που είχαν μέσα φυλλώματα με αιγάγρους πηδώσας, άφθονα-άφθονα ήσαν εκεί μέσα· δηλαδή περιεχόμενον, που ήτο ίσα-ίσα η χαρά των παιδικών οφθαλμών.

Εκεί όλοι μαζύ έγειναν ένα, και μπήκαν μέσα στα μνήματα. Όλος ο περίβολος του νεκροταφείου φεγγοβολούσε. Μες από τα κουτιά των πεθαμένων ξεπετούσε η ήμερη λάμψη του καντηλιού, που είχε ανάψει χέρι συγγενικό, ή φιλικό. Νόμιζε κανείς, ότι όλοι εκείνοι οι κάτοικοι του Κάτω-Κόσμου ξαγρυπνούσαν, περιμένοντες τον Επιτάφιο.

Ακόμη και η γυναίκα φοβήθηκε από την ερημιά και τον ξαφνικό θάνατο. Έβαλε τα κουτιά επάνω στο κεφάλι της και είπε: «Πρέπει να φύγω. Θα ειδοποιήσω το γιατρό στο ΝούοροΚι έτσι ο Έφις απόμεινε μόνος, ανάμεσα στον ετοιμοθάνατο και στον τυφλό. «Ο σύντροφός μου υπόφερε από καρδιά», έλεγε ο ζητιάνος. «Τις τελευταίες ημέρες ήταν άρρωστος, αλλά κανείς δεν το πίστευε.

Ακόμη και η γυναίκα με τα γλυκά έκλεισε τα κουτιά της που απόμειναν γεμάτα και αγανακτισμένη άρχισε να μιλά με τους ζητιάνους. «Δεν άξιζε τον κόπο που κάναμε τόσο δρόμο! Γιορτή της συμφοράς, αδέλφια μου!» «Δεν τα βγάζουμε πια πέρα», είπε ο γέρος, άδειασε τα κέρματα σ’ ένα μαντήλι και ξαναέβαλε το καπέλο στο κεφάλι.