United States or Aruba ? Vote for the TOP Country of the Week !


Παράκαιρα τον γέρασαν οι πόνοι. Τ' ανδρειωμένο του κορμί, πούνε σκυφτό πολύ. Η πίκραις του το λύγισαν, οι πόνοι όχι οι χρόνοι. Οι ίδιοι πόνοι αυλάκωσαν βαθειά το μέτωπό του, Που απ' το φως του φεγγαριού 'σαν κορυφή φωτίζεται, 'Σάν κορυφή 'ψηλού βουνού, κι' ασπρίζειτον λαιμό του Ξέπλεγη καιτους ώμους του η πλεξίδα κυματίζεται.

Τι έχεις, άνδρα μου γλυκέ, ‘ς το χέρι σου σφιγμένον; Ποτήρι; Σ' εθανάτωσε παράκαιρα φαρμάκι! Όλον το 'πήρες, ω κακέ; δεν άφησες κ' εμένα σταλαγματιάν, κατόπιν σου να έλθω; θα φιλήσω τα χείλη σου. Επάνω των ίσως φαρμάκι μένει, και με το βάλσαμον αυτό 'μπορέσω ν' αποθάνω. Είναι τα χείλη σου ζεστά! ΦΥΛΑΞ, έξωθεν. Οδήγει μας. Πού είναι; ΙΟΥΛΙΕΤΑ Έρχοντ’ εδώ. Να μην αργώ.

Και επειδή ημείς άγνωστοι εις ταύτην την πόλιν, μήτε γνωρίζοντες τινα διά να ζητήσωμεν φιλοξενίαν, ετύχαμεν κατά σύμπτωσιν εις την θύραν σας και παράκαιρα ελάβαμεν την ελευθερίαν να κτυπήσωμεν μας ανοίξατε από φυσικήν σας καλοκαγαθίαν και μας εφιλοξενήσατε πλουσιοπάροχα με κάθε περιποίησιν, διά το οποίον δεν ευρίσκομεν λέξεις καταλλήλους να σάς ευχαριστήσωμεν θα ομολογούμεν όμως παντοτεινάς χάριτας μέχρι τελευταίας αναπνοής.

Μήτε σπαθί μήτε τουφέκι δεν πήρε στο χέρι του. Μα έπιασε μπόμπα με το φιτίλι της αναμμένο. Ξέσπασε η μπόμπα παράκαιρα, κι ανέβηκε ο άγιος ο πατέρας στον ουρανό, δίχως να στείλη και τους Έξ' από δω στην πατρίδα τους. Τα ξέρεις όλα. Δε χρειαζότανε δα και πολλή σφαγή να τους ησυχάσουν τους Πολίτες οι Τούρκοι! Νισάφι δεν τόκαμαν οι Τούρκοι το αίμα τους. Αλύπητα τόχυσαν.

Αχ! γιαΤι να μην είν' εδώ αυτή την ώρα αναμεταξύ μας και η δυστυχισμένη μου η θυγατέρα που μας έσβησε τόσο παράκαιρα. ΑΝΝΟΥΛΑ Διώξε, γιαγιά μου, τα λυπητερά πράματα από το μυαλό σου. Μην τα θυμάσαι ολοένα. Ξέχασέ τα πια. ΓΙΑΓΙΑ Έχεις δίκιο, παιδί μου. Πρέπει να τα διώξουμε τώρα. Αννούλα, πάμε να ετοιμάσουμε μια κάμαρα για το Σταύρο.

Μαύρο δρόμο τον είπε. Μαύρα τα είπε και τα σημάδια της αγιωσύνης. Τα ράσα, τα ράσα θα με γλυτώσουνε. Μ' αυτά θα πηγαίνω να την παρακαλώ για ψυχές που θα φτερουγίζουνε στον άλλο τον κόσμο παράκαιρα. Δίχως άλλο, φοβερό κακό μας προσμένει. Το πιστεύω εγώ αυτό καθώς πιστεύω τη χάρη της. Λόγο δεν έβγαλε που δεν είχε της αλήθειας τη δύναμη.

Την εύρηκε που διάζονταν μεταξωτά διασίδια, Μες στη πλατειά της την αυλή, τη μαρμαροστρωμένη, Κι’ έπεσε στα ποδάρια της και με καημό της λέγει: —Λυπήσου, Μάρω μια ψυχή, που καίγεται για σένα! Λυπήσου με το δύστυχο, τον ποθοπλανταγμένο, Και δος μου την αγάπη σου και δος μου την καρδιά σου. Να μη με φάη παράκαιρα της γης το μαύρο χώμα. Λυπήσου και τη μάννα μου, που άλλο παιδί δεν έχει.

Νέος Σωκράτης. Πολύ ορθά. Ξένος. Όταν όμως πάλιν αυτά τα δύο γίνωνται παράκαιρα, μεταβάλλομεν το καθέν και τα κατακρίνομεν και αποδίδομεν τα αντίθετα ονόματα εις αυτά. Νέος Σωκράτης. Πώς; Ξένος.