United States or Canada ? Vote for the TOP Country of the Week !


Αύριο, σου λέει, ξέρω τι γίνεται; Περνάει το βασιλόπουλο, τη βλέπει και της λέει «πάμε!...» Τι θα ειπής τότε του λόγου σου; Η κυρία Μαχαλά ξέσπασε από το θυμό στα γέλοια. — Μα τότε λοιπόν είνε παλαβή! είπε. — Όχι, κυρία· δεν είνε παλαβή· μη φοβάσαι. Έτσ' είνε ο νους της φτιασμένος· στις δόξες πάει. Μα για δουλειά και για σπίτι είνε μάννα! Καιπού είσαιούτε θα γυρέψη να βγη όξω.

Ξεθρονίζει λοιπόν ο Αναστάσιος και το Μακεδόνιο , κι ανέβηκε τότε στον πατριαρχικό θρόνο ο Τιμόθεος, φρόνιμος άνθρωπος και δίχως πάθος. Οι Ακοίμητοι ως τόσο έβραζαν ακόμα με το βασιλέα, και ξέσπασε τέλος μεγάλη στάση στην Πρωτεύουσα μέσα. Και δεν είταν οι Ακοίμητοι μονάχα, είταν κι άλλοι πολλοί από το λαό, και από κάμποσες αιτίες.

Και τώρα πια που δεν είχε να φοβηθή από Κωστάντιο, ξέσπασε ο ενθουσιασμός του, και φανερώθηκε όχι μέσα στην πολιτική του μονάχα, παρά και στα κάμποσα βιβλία που μας αφήκε γραμμένα σε καθάρια Ελληνική.

Ο καθαυτό λόγος είναι που θέλω να σου την αφιερώσω αυτή την Ιστορία. Κι αυτός ο λόγος πάλε στηλώνεται σε μερικούς άλλους, κι ορίστε δυο. Ένας λόγος, που σου αξίζει, ας είναι και τέτοιο φτωχικό αφιέρωμα· σου αξίζει, γιατί μας πέταξες την μπόμπα της Αλήθειας στη μέση. Ξέσπασε, ανάλαμψε, διασκορπίστηκε, χτύπησε, τσάκισε, χάλασε. Φόβο να χαλάση τίποτα βαριότιμο δεν είχε.

Μου φάνηκε σα να ξέσπασε κάτι μέσα μου. «Εδώ έχεις μπροστά σου το χειρότερο απ' όλα», στοχάστηκα, «εκείνο που δεν το συλλογίστηκες ακόμα. Τα παιδιά, τα παιδιάΚι άφησα τη νοσοκόμα μόνη με την άρρωστη και κατέβηκα κάτω με τα παιδιά να φάμε και να μιλήσω μαζί τους για ό,τι έμελλε να γίνη. Πώς μιλούσαμε με τα παιδιά την ημέρα αυτή και τις ακόλουθες!

Αυτό όχι μονάχα δεν το είχε, παρά και το ενάντιο δίδασκε. Τέτοια φερσίματα προς τους νόμιμους Κυβερνήτες ενός Τόπου, μα Γότθοι είναι, Ρωμαίοι είναι, ένα και μονάχο τέλος θα φέρουν· κ' ήρθε το λυπητερό το τέλος, ξέσπασε το κακό. Μοιράστηκε η Πρωτεύουσα σε δυο στρατόπεδα· τόνα με το Χρυσόστομο, τάλλο καταπάνω του.

Ο άλλος προσπάθησε ν’ απαντήσει, αλλά από το στόμα του βγήκε μόνο ένα τρεμάμενο ούρλιασμα∙ έπειτα ξέσπασε σε λυγμούς. «Άντε, κουνήσου, πήγαινε να φωνάξεις τους βοσκούς που είναι εκεί πάνω, στο δάσος…» «Πού τον στέλνεις, αφού είναι τυφλόςείπε ο Έφις ενώ έσκυβε και έβαζε το ένα του χέρι επάνω στην καρδιά του γέρου.

Η Νοέμι την τραβούσε από το σάλι, αλλά η ντόνα Έστερ, παρ’ όλο που συμβούλευε υπομονή και φρόνηση, ξέσπασε. «Ντόνα Έστερ και κουραφέξαλα! Η ανάγκη, το ξέρεις δα αδελφή μου, μας κάνει όλους ίσουςΚαι έφυγε. Τότε ένα έντονο αίσθημα ταπείνωσης και αγανάκτησης κατέλαβε πάλι τη Νοέμι.

Πώς! μένεις ακίνητος; Αν ούτω πως εξαφανίζεσαι, λέγεις εις τον κόσμον ότι δεν αξίζει τον κόπον ούτε να τον αποχαιρετήση τις. ΧΑΡΜΙΟΝ. Ξέσπασε, σύννεφο πυκνό, και βρέξε, διά να ημπορέσω να ειπώ ότι κλαίουν και οι θεοί αυτοί! ΚΛΕΟΠΑΤΡΑ. Τούτο με καταισχύνει.

Μόλις ανέβηκε το θρόνο ο Βάλεντας και ξέσπασε του Προκοπίου το κίνημα. Είταν ο Προκόπιος άνθρωπος ανεβασμένος από τιποτένια θέση σε μεγάλο στρατιωτικό αξίωμα στη Μεσοποταμία από τον προστάτη του τον Ιουλιανό. Στον καιρό του Ιοβιανού όμως τραβήχτηκε στην Καππαδοκία, και καλλιεργούσε τα χτήματά του.