Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 14 Μαΐου 2025


Δεν έχω να πάρω ή να δώσω μαζί σου, εγώ. ΚΕΝΤ Ξεσπάθωσε, κατεργάρη! Ήλθες εδώ να φέρης γράμματα εναντίον του βασιλέως· παίρνεις το μέρος της φουσκωμένης της κούκλας εναντίον του βασιλέως του πατρός της! Ξεσπάθωσε, σκύλε, ει δε μη, θα σου κοπανίσω τα μηριά! Έξω το σπαθί σου! Κουνήσου! ΟΣΒ. Βοήθεια! Μ' εσκότωσε! Βοήθεια! Ξεσπάθωσε, αχρείε! Υπερασπίσου, παληάνθρωπε. Έξω το σπαθί σου, βρωμόδουλε!

Κουνήσου να ζεσταθής. Ο δειλός, ολίγον κατ' ολίγον ενθαρρυνόμενος, απομακρύνεται από την κλίμακα και αρχίζει ν' «ακτοπλοή», ως λέγει. Ο άλλος κολυμβά ολίγον βαθύτερα και ο διάλογος εξακολουθεί: — Φφφ! είδες το πρωτότυπο δράμα «Για την Τιμή»;... Φφφ!... — Εβούλιαξε κιαυτό. — Κ' έπρεπε... φφφ!... να επιπλεύση, αφού έχει μέσα... φφφ!... ένα νεροκολόκυθο.

Και γυρίζοντας στη γριά. Κουνήσου ντε! της φώναξε· πριν μώκανες τη νια· δείξε μας το λοιπόν τα νιάτα σου. Γλήγορα φωτιά, στρώματα, ρούχα! Σφάξε και την κόττα τη λαθουράτη και ρίχτηνε στην κατσαρόλα. — Μα είσαι μούσκεμα, Κυρά! είπε η Ελπίδα, πιάνοντας τα ρούχα της κυρά Πανώριας. Βραχήκατε στο δρόμο;

Ξέρω 'γώ; Η αστυνομία. Έλα κουνήσου, φέρε τη δεκάρα! — Μα γιατί σ' εξώρισαν; — Πολλά λες. Κύλα τη δεκάρα, σου λέω. — Θέλω πρώτα να μου πης γιατί σ' εξώρισαν. — Γιατί θέλουν να διώξουν όλους τους τίμιους ανθρώπους από την Αθήνα και να μείνουν μόνον οι κλέφτες κ' οι μπαγαπόντιδες. θα δώσης τώρα τη δεκάρα ή να.... — Τι; — Έλα, μη μου βγάλης τη ψυχή για μια παλιοδεκάρα. — Δεν έχω δεκάρα.

ΣΟΛ. Λοιπόν εάν ο Κύρος, όπως λέγεται ότι σχεδιάζει, εκστρατεύση εναντίον των Λυδών, τότε θα κατασκευάσης χρυσάς μαχαίρας διά τον στρατόν σου, ή θα σου χρησιμεύση ο σίδηρος; ΚΡΟΙΣ. Ο σίδηρος, εννοείται. ΣΟΛ. Επομένως, εάν δεν έχης σίδηρον, θα σου φύγη ο χρυσός και θα πάη αιχμάλωτος εις την Περσίαν. ΚΡΟΙΣ. Κουνήσου από τη θέσι σου, άνθρωπε.

Τρέχα να μη σου τα κάμω χρυσάφι τα μπούτια σου. Τρέχα, καψούλικο, τώρα που τόχουμε το φεγγάρι. Κουνήσου, ανάθεμά σε, ψοφήμι. Καλησπέρα, αφεντικό. — Στάσου, τσαναμπέτικο, στάσου! — Πώς σου φαίνεται το φεγγάρι, αφεντικό; Θα τόχουμε ώσπου να φέξη ή θα μας μαζέψη σύννεφα πάλε; — Στάσου που να σε πάρ' η κατάρα! Στεφ. Καλησπέρα, Κεριάκο. Μη φοβάσαι για τον καιρό. Κι α θέλη ο Θεός; Κερ.

Ο άλλος προσπάθησε ν’ απαντήσει, αλλά από το στόμα του βγήκε μόνο ένα τρεμάμενο ούρλιασμα∙ έπειτα ξέσπασε σε λυγμούς. «Άντε, κουνήσου, πήγαινε να φωνάξεις τους βοσκούς που είναι εκεί πάνω, στο δάσος…» «Πού τον στέλνεις, αφού είναι τυφλόςείπε ο Έφις ενώ έσκυβε και έβαζε το ένα του χέρι επάνω στην καρδιά του γέρου.

ΑΡΓΓΑΝ Αυτή η πανούργα θα με πεθάνη, αγάπη μου. ΜΠΕΛΙΝΑ Κουνήσου απ' τη θέσι σου! ΑΡΓΓΑΝ Αυτή φταίει για όλη τη χολή που βγάζω. ΜΠΕΛΙΝΑ Μη στενοχωρήσαι τόσο πολύ. ΑΡΓΓΑΝ Είνε τόσος καιρός που σου λέω να τη διώξης. ΜΠΕΛΙΝΑ Θεέ μου! δεν υπάρχει υπηρέτης, δεν υπάρχει υπηρέτρια, παιδί μου, που να μην έχουν τα ελαττώματά τους.

Λέξη Της Ημέρας

αύξαναν

Άλλοι Ψάχνουν