United States or North Korea ? Vote for the TOP Country of the Week !


Όταν ο βασιληάς της Ιρλανδίας κάθησε κάτω από το θόλο του θρόνου του, ο αυλάρχης Αγκυγκεράν ο Ρούσσος προσεφέρθη ν' αποδείξη με μάρτυρες ή και να υποστηρίξη με μονομαχία ότι αυτός εσκότωσε το θερίο κι' ότι έπρεπε να του δώσουν την Iζόλδη γυναίκα.

Ο Δούκας Μόργκαν κρατάει τον τόπο του με το άδικο. Είναι καιρός να γυρίση στον νόμιμο κληρονόμο». Και θα πω σύντομα πώς ο Τριστάνος πήρε από το θείο του τα άρματα του ιππότη, πώς πέρασε τη θάλασσα μετά καράβια της Κουρνουάλης, πώς ανεγνωρίσθη από τους αρχαίους υποτελείς του πατέρα του, πώς προεκάλεσε το φονηά του Ριβαλάν, πώς τον εσκότωσε και ανέκτησε την πατρίδα του.

Άφησ' τον να τον πάρουν! ανέκραξεν. Είναι φονιάς! Εσκότωσε τον Χαραλάμπη του Μητάκου! Εσκότωσε τον χωριανό μας εμπρός στα μάτια μου! Το δωμάτιον επλήσθη νυκτοφυλάκων, πυροσβεστών και αστυνομικών κλητήρων. Ο Κιαμήλ καρφωμένος εις την θέσιν του, αφήκε να τον δέσουν χωρίς τινος αντιστάσεως, χωρίς συγκινήσεως.

Αλλ' η τιμωρία, η δίκη επέρχεται από της πρώτης στιγμής. Ο Μάκβεθ εσκότωσε τον ύπνον· ο Μάκβεθ δεν θα κοιμηθεί εις το εξής!

Σηκωθήκανε λοιπόν επάνω και στεφανόνανε μαζί τον Πάνα και τις κληματόβεργες από τα φύλλα του πεύκου κρεμούσαν κι αφού τον εκάθισαν κοντά τους του εβάνανε να φάη. Και σαν γέροι πιομένοι λιγάκι πολλά αναμεταξύ τους έλεγαν πως έβοσκαν, όταν ήτανε νέοι πως πολλά κυνηγητά κουρσάρων εξέφυγαν παινεύονταν ένας πως εσκότωσε λύκο κι άλλος πως στο σουραύλι μόνο από τον Πάνα έμενε πίσω.

ΠΑΡΑΜΑΝΑ Νεκρός είν' ο Τυβάλτης μας, νεκρός· και ο Ρωμαίος, που του επήρε την ζωήν, εξωρισμένος είναι. ΙΟΥΛΙΕΤΑ Τι; ο Ρωμαίος έχυσε το αίμα του Τυβάλτη; ΠΑΡΑΜΑΝΑ Εκείνος τον εσκότωσε, αλλοίμονον! εκείνος. ΙΟΥΛΙΕΤΑ Καρδιά φιδιού που μ' έκρυπταν τα άνθη της μορφής σου! Τέτοια χιλιόκαλλη σπηλειά να κρύπτη τέτοιον δράκον!

ΠΑΡΑΜΑΝΑ Δεν λέγει γρυ, αυθέντα μου, πλην κλαίει κι' όλον κλαίει· και πότε ‘ς το κρεββάτι της ξαπλόνεται και πέφτει, και πότ' ανασηκόνεται, και μιαν Τυβάλτη! κράζει, Ρωμαίε! κράζει έπειτα, και πάλιν ξαναπέφτει. ΡΩΜΑΙΟΣ Ωσάν να ήτο τ' όνομα εκείνο μία σφαίρα, που από στόμα κανονιού εβγήκεν αναμμένη και την εσκότωσε!

Ο κακότυχος πραγματευτής κλαίοντας με πικρά δάκρυα εφώναζε ότι δεν έχει πταίσιμον και ότι δεν του εσκότωσε τον υιόν, και έκραζε ότι είναι αθώος και εθρηνούσε την γυναίκα του και τα παιδιά του, λέγοντας τα πλέον θλιβερά και παραπονετικά λόγια, οπού ημπορεί να ειπή όποιος ευρίσκεται εις τέτοιαν δυστυχισμένην περίστασιν.

Δεν φθάνει που εσκότωσε τον αδελφοποιτόν μου, είπεν έπειτα, δεν φθάνει που κατέστρεψε την ευτυχία και την υγεία μου, μόνο ήρχετο κάθε λίγο να μου φαρμακώνη και την αθλία ζωή, που μ' επερίσσευσε! Και όταν είδεν ότι εγώ δεν εύρισκόν τι πρόχειρον να του ειπώ: — Ξεύρω, είπε. Εσύ είσαι διαβασμένος άνθρωπος και θα γελάσης. Γι' αυτό δεν σε είπα τίποτε, ως τώρα.

Και τούτο είν' αληθινό ή άδικα το λένε; ΚΡΕΟΥΣΑ Για ποιό ρωτάς; μένει καιρός να σου το ειπώ τούτο. ΙΩΝ Αν ο πατέρας σου Ερεχθεύς της αδελφές σου εσκότωσε. ΚΡΕΟΥΣΑ Να σώση την πατρίδα του εσκότωσε της κόρες. ΙΩΝ Και πως εσώθης μόνο εσύ από της αδελφές σου; ΚΡΕΟΥΣΑ Είχα παιδί στην αγκαλιά, κ' είχα μητέρα γίνη. ΙΩΝ Αλήθεια τον πατέρα σου πως τον κατάπιε η γη;