United States or Saudi Arabia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Μια τέτοια θύμηση είναι γεμάτη νοσταλγική μελαγχολία, που μοιάζει με τόνειρο της κόρης, που περιμένει τον ιππότη ναρθή μια μέρα και να σκύψη να της ψιθυρίση ταξίματα υπερβολικής ευτυχίας. Η μελαγχολία αυτή μοιάζει με το αίστημα του νέου, που ακούει στις φλέβες του τα μηνύματα θριάμβων που προσμένει.

Γιατί, όταν το έργο τελειώση, έχει συνηθέστατα μιαν ανεξάρτητη δική του ζωή και μπορεί να δώση κάποιο μήνυμα πολύ διαφορετικό απ' ό,τι του είχαν βάλει στο στόμα για να πη. Καμμιά φορά, όταν αφουκράζωμαι την εισαγωγή του Ταγχάουζερ, μου φαίνεται πως βλέπω εκείνον τον κομψόν ιππότη να πατάη απαλά πάνω στ' ανθόστρωτο χορτάρι και πως ακούω τη φωνή της Αφροδίτης από τον γιομάτο σπηλιές λόφο.

Έτσι έπρεπε να παρουσιάση στους Γάλλους αναγνώστες την ιστορία του Τριστάνου και της Ιζόλδης, αφού μ' αυτό το Γαλλικό κοστούμι του δωδεκάτου αιώνος εκυρίευσεν έκτοτε όλες της φαντασίες, αφού όλες η φόρμες που επήρε από τότε ανάγονται στον πρώτο εκείνο Γαλλικό τύπο, αφού, αναγκαστικά, βλέπουμε τον Τριστάνο με πανοπλία ιππότη και την Ιζόλδη με μακρυά ρόμπα στ' αγάλματα των Γαλλικών κατεντράλ.

Πρώτος του Τελαμώνα ο γιος τον Ύρτη με το φράξο παστρέβει, των λιοντόκαρδων οπλαρχηγό Μυσώνε· και γύμνωσε ο Αντίλοχος το Μέρμερο και Φάλκη· και τον Ιππότη ξάπλωσε και Μόρη ο γιος του Μόλου· και πήρε ο Τέφκρος τ' άρματα του Πρόθου και Περφήτη. 515 Τον Απερήνορα έπειτα βαράει μες στο λαγγόνι ο γιος τ' Ατριά, και τ' άντερα ως μέσα το καντάρι του θέρισε, και βιαστικά πετά οχ την ανοιγμένη πληγή η ψυχή του, και βαθύ τον σκέπασε σκοτάδι.

Τέλος ένας Πορτογάλλος μπαρμπέρης έδειξε κουράγιο: ξανάραψε το δέρμα μου· ακόμα κ' η γυναίκα του με φρόντισε· σηκώθηκα στο πόδι μέσα σε δεκαπέντε μέρες. Ο μπαρμπέρης μου βρήκε δουλιά· κ' έγινα λακές ενός Μαλτέζου ιππότη, που πήγαινε στη Βενετία· αλλ' επειδή ο κύριός μου δεν είχε να με πληρώση, μπήκα στην υπηρεσία ενός Βενετσάνου εμπόρου και τον ακολούθησα στην Κωσταντινούπολη.

Ο Δούκας Μόργκαν κρατάει τον τόπο του με το άδικο. Είναι καιρός να γυρίση στον νόμιμο κληρονόμο». Και θα πω σύντομα πώς ο Τριστάνος πήρε από το θείο του τα άρματα του ιππότη, πώς πέρασε τη θάλασσα μετά καράβια της Κουρνουάλης, πώς ανεγνωρίσθη από τους αρχαίους υποτελείς του πατέρα του, πώς προεκάλεσε το φονηά του Ριβαλάν, πώς τον εσκότωσε και ανέκτησε την πατρίδα του.

Σκότωσέ με λοιπόν, αν σκέπτεσαι ότι θα σε παινέσουν και θα δοξασθής γι' αυτό. Χωρίς άλλο, όταν θα βρίσκεσαι στην αγκαλιά του αυλάρχη, θα σου είναι γλυκό να συλλογιέσαι τον πληγωμένο ιππότη, που είχε βάλει τη ζωή του στο ρεφούδο για να σε κατακτήση, σε είχε κατακτήσει, και συ τον εσκότωσες έτσι ανυπεράσπιστο μέσα σ' αυτό το μπάνιο!» Η Ιζόλδη εφώναξε: «Αλλόκοτα λόγια ακούω.

Κι ακόμα καθώς είνε άλλες κοντές, κι άλλες κουρελλιασμένες, κι άλλες κατακαίνουργες κι ασπροκεντισμένες και καθώς είνε όλες μαλλιαρές κι άγριες, και περίφημες, και έξοχες, είνε να διασκεδάζη μια χαρά την επαρχιώτικη τεμπελιά του κανένας. Έλα τόρα, μην πάρης το γούστο μου, σαν καμιάς φανταστικής ωραίας του μεσαίωνος που ξετρελλαίνεται με κανένα λαϊκόν ιππότη, που να φορή και καπότα ακόμα!

Κανείς από τους συντρόφους του Μόρχολτ δεν ανεγνώρισε τον ωραίο ιππότη του Νησιού Αγίου Σαμψών. Τόσο άσχημα το φαρμάκι είχε παραμορφώσει τα χαρακτηριστικά του. Αλλά όταν, έπειτα από σαράντα μέρες, η Ιζόλδη με τα χρυσά μαλλιά τον είχε σχεδόν όλως διόλου γιατρέψει, κι' άρχιζε στα ξανανεωμένα μέλη του να φαίνεται η χάρη και η δύναμη, κατάλαβε ότι έπρεπε να φύγη. Έφυγε κρυφά.

Λοιπόν, αυτή τη χρονιά, ο Βασιληάς έστειλε στο Τινταγκέλ, για να φέρη την παραγγελία του, ένα γίγαντα ιππότη, τον Μόρχολτ που είχε πάρει την αδελφή του γυναίκα και βασίλισσα. Κανείς ποτέ δεν μπόρεσε να νικήση τον Μόρχολτ σε μονομαχία. Αλλά ο Βασιλιάς Μάρκος με σφραγισμένα γράμματα είχε συγκαλέσει στην Αυλή του όλους τους βαρώνους του τόπου του, για να πάρη τη συμβουλή τους.