United States or Uganda ? Vote for the TOP Country of the Week !


Νικήσας εις μάχην τους αντεπεξελθόντας Λαμψακηνούς εκυρίευσεν αναιμωτί την Λάμψακον, ατείχιστον ούσαν διαρπάσας δε σκεύη και ανδράποδα και αποκαταστήσας εις τας οικίας των τους ελευθέρους άνδρας, διηυθύνθη εναντίον της Αβύδου.

Ως προς τα συμπόσια είχομεν άλλα πολύ τερατωδέστερα, τα όποια αληθώς είνε άξια μνείας. ΜΑΙΚΗΝΑΣ. Πρέπει να είνε γυνή απροσμάχητος, αν η περί αυτής φήμη είνε ακριβής. ΑΙΝΟΒΑΡΒΟΣ. Εκ της πρώτης συναντήσεώς της μετά του Αντωνίου επί του Κύδνου ποταμού εκυρίευσεν ευθύς την καρδίαν του. ΜΑΙΚΗΝΑΣ. Εκεί πράγματι ενεφανίσθη εν όλη τη ακτινοβόλω αυτής λάμψει, αν αι πληροφορίαι μου δεν είνε ψευδείς.

Ο δε Ψαμμίτιχος εβασίλευσεν εις την Αίγυπτον πεντήκοντα και τέσσαρα έτη , και επί εικοσιεννέα έτη είχε πολιορκημένην την Άζωτον, μεγάλην πόλιν της Συρίας, την οποίαν επί τέλους εκυρίευσεν. Είναι δε η Άζωτος, καθ' όσον ημείς γνωρίζομεν, η μόνη πόλις ήτις πολιορκουμένη αντέσχε πλειότερον χρόνον. Εκ του Ψαμμιτίχου εγεννήθη ο Νεκώς και εβασίλευσεν εις την Αίγυπτον.

Και ο μεν Ιππίας εξήλθε προς αυτόν· ο δε Πάχης τούτον μεν εφυλάκισεν, όχι όμως σιδηροδέσμιον, επιτεθείς δε εξ απροόπτου κατά του τειχίσματος εκυρίευσεν αυτό και εφόνευσεν όλους τους εν αυτώ ευρισκομένους Αρκάδας και βαρβάρους· επανέφερε δε τον Ιππίαν ως είχεν υποσχεθή· αλλ' άμα εισελθόντα τον συλλαμβάνει και τον φονεύει διά τόξου.

Μεταξύ δε των διαφόρων μέσων, τα οποία μετεχειρίσθησαν, ήτο και μηχανή, την οποίαν έφεραν και η οποία εκυρίευσεν αυτό. Διά να την κατασκευάσουν, επριόνισαν εις δύο μεγάλην κεραίαν, την οποίαν εκοίλαναν καθ' όλον το μήκος και την προσήρμοσαν πάλιν ακριβώς ως αυλόν.

Η ομιλία της αυτή η σημερινή, με την αλληγορίαν των σπιτιών μας που έρχονται ξένες γυναίκες και τα ρημάζουν, μου φάνηκε σαν οιωνός κακός. Με εκυρίευσεν ένας φόβος, σαν κάποιος κίνδυνος να απειλή την ευτυχίαν μου. Κ ώ σ τ α ς. Έτσι είναι οι ευτυχείς άνθρωποι. Ευρίσκουν πάντα τρόπον να βασανίζωνται... Μ α ρ ί α. Μα δεν είμαι πλέον απολύτως ευτυχής. Κ ώ σ τ α ς Πώς; Μ α ρ ί α.

Η φήμη διέδωκεν αμέσως πανταχού την είδησιν του θανάτου του, και μία τρομερά φρίκη και κατήφεια εκυρίευσεν όλους. Το στρατόπεδον ενόμισεν απ' εκείνην την στιγμήν ότι έχασε τον πατέρα του, τον οδηγόν του και ενί λόγω τον σωτήρα του.

Διανυκτερεύσας απαρατήρητος πλησίον του ναού του Ερμού, ο οποίος απείχε δεκαέξ σταδίους της Μυκαλησσού, επέπεσεν άμα τη ημέρα κατά της πόλεως αυτής, η οποία είναι μεγάλη, και εκυρίευσεν αυτήν επιτεθείς εναντίον ανθρώπων αφυλάκτων και μη προσδοκώντων ότι ήτό ποτε δυνατόν εχθροί να προχωρήσουν τόσον πολύ από της θαλάσσης και να τους προσβάλουν· το τείχος ήτο αδύνατον και μάλιστα είς τινα μεν μέρη πεσμένον, είς τινα δε χαμηλόν· αι πύλαι άλλως ήσαν ανοικταί ένεκα της ασφαλείας, εις την οποίαν οι κάτοικοι ενόμιζαν ότι διετέλουν.

Ομολογώ ότι η έμπνευσις αύτη ήτο του πείσματος, όπερ μ' εκυρίευσεν, ηττηθείσαν υπό του ξένου, διότι άλλως δεν εφαίνετο ούτος έχων κακούς σκοπούς. Εν τούτοις δεν ενέδωκα εις την ορμήν ταύτην του πάθους, και υπέμεινα. — Είνε πολλαί ημέραι, αφότου είνε εις τας χείρας σου αυτή η μικρά; με ηρώτησεν ο άγνωστος. Τότε ευρέθην εις νέαν αδημονίαν.

Ανέκφραστος λύπη, πάλη αφόρητος, φρίκη και θάμβος και ίλιγγος εκυρίευσε την ψυχήν Του. «Περίλυπός εστιν η ψυχή Μου έως θανάτου, είπε: Μείνατε αυτού και γρηγορείτεΑπεσπάσθην απ' αυτών και εμακρύνθη, ίσως έξω του φέγγους της σελήνης εις την σκιάν. Κ' εκεί, εωσότου ο νυσταγμός τους εκυρίευσεν, ησθάνοντο πόσον φοβερός ήτο ο παροξυσμός της προσευχής και της ταλαιπωρίας δι' ου Εκείνος διήρχετο.