United States or Switzerland ? Vote for the TOP Country of the Week !


Αφ' ης στιγμής έδρεψε τους καρπούς του πρώτου αυτού εγκλήματος, προβαίνει εις τα εμπρός μετά σατανικής όντως ευσταθείας, το δε βαρύνον εφεξής αυτόν δεν είναι η συνείδησίς του, — την οποίαν εφόνευσεν εντός της καρδίας του, — αλλ' ο φόβος, η ανησυχία μη δεν εξησφαλίσθη αρκούντως το επιχείρημα, μη δεν αρκεί το μέχρι τούδε χυθέν αίμα.

Την δ' επιούσαν επροχώρησε κατά των οχυρωμάτων των Αθηναίων μετά του πλείστου στρατού, και παρέταξεν αυτόν εις μάχην, διά να μη δυνηθή ο εχθρός να στείλη βοήθειαν αλλού, πέμψας δε απόσπασμά τι εις το φρούριον Λάβδαλον το εκυρίευσε και εφόνευσεν όσους συνέλαβεν εντός αυτού· διότι το μέρος εκείνο δεν ήτο ορατόν εις τους Αθηναίους.

Υπέθεσαν λοιπόν ότι ο αναβάς εις τον θρόνον ήτο ο Σμέρδις, ο υιός του Κύρου· έτι δε και ο Πρηξάσπης ηρνείτο επιμόνως ότι εφόνευσε τον Σμέρδιν, διότι δεν ενόμιζεν ασφαλές να φανερώση μετά τον θάνατον του Καμβύσου ότι εφόνευσεν ιδιοχείρως τον υιόν του Κύρου.

Μαθών τούτο ο αυτοκράτωρ ώρμησεν εναντίον της πόλεως. Η προφυλακή του αυτοκρατορικού στρατού συγκρουσθείσα μετά της φρουράς του Χοσρόου την κατέστρεψε και άλλους μεν εφόνευσεν, άλλους δε και αυτόν τον αρχηγόν έφερε δεσμίους εις τον Ηράκλειον.

Αυτός δηλαδή ο προφητομάντις Ευθύφρων είχε καταγγείλει επί φόνω τον ίδιον τον πατέρα του, διότι είχε κακοποιήσει ένα από τους δούλους του, οπού επάνω εις την μέθην του εφόνευσεν άλλον σύνδουλόν του, και έγεινεν ούτως αίτιος να αποθάνη ο φονεύς εις τα δεσμά, μέσα εις ένα λάκκον, όπου νηστικόν και δαρμένον τον είχε ρίψει.

Αλλά και απέθανε κατά τρόπον εξαιρετικόν• διότι τον μεν Έκτορα εφόνευσεν ο Αχιλλεύς, είς ένα, και τον Αχιλλέα ο Πάρις, τον δε παράσιτον εφόνευσεν ένας θεός και δύο άνθρωποι . Και κατά τας τελευταίας του στιγμάς δεν εξέπεμψε κραυγάς, όπως ο γενναιότατος Έκτωρ, ο οποίος επρόσπεσεν εις τον Αχιλλέα και τον ικέτευε ν' αποδώση τον νεκρόν του εις τους οικείους του, αλλ' ωμίλησεν ως εμπρέπει εις ένα παράσιτον.

Δεν έπεσεν όμως κάτω το πτηνόν, αλλ' έμεινεν επί της στέγης. Ο δε Τούρκος αναβάς διά να πάρη την περιστεράν, εύρεν ένα χριστιανόν, κρυπτόμενον μεταξύ των δύο θόλων του ναού, και τον εφόνευσεν.

Ούτος δε πάλιν αφήσας να παρέλθωσι και αι άλλαι συμπεφωνημένα ημέραι, έκαμε τρίτην έξοδον εις το προειρημένον μέρος, περιεκύκλωσε τους τετρακισχιλίους και εφόνευσεν αυτούς. Μετά το τελευταίον δε τούτο κατόρθωμα ο Ζώπυρος ήτο το παν εις τους πολιορκουμένους, οίτινες τον κατέστησαν στρατάρχην και τειχοφύλακα.

Το να γράψη τις, ότι γηραιός ανήρ εφόνευσε την συμβίαν του, κατ' αυτήν την ημέραν των Χριστουγέννωνχωρίς μήτε ο αναγνώστης μήτε ο συγγραφεύς να υποπτεύωσι καν διατί την εφόνευσεν —, τούτο είνε υψηλόν και πολυτελές, κατά την εκτίμησιν μερικών.

Εγώ ενθυμούμαι ότι εις τους νόμους αναφέρεται και τούτο, εκτός εάν από την πολλήν δουλείαν ελησμόνησα τα υπ' αυτών αναφερόμενα, ότι τα καθιστώντα το έγκλημα του φόνου είνε διττά, πρώτον εάν κανείς ο ίδιος εφόνευσε και δεύτερον, εάν αυτός μεν δεν εφόνευσεν ούτε ιδιοχείρως έπραξε τον φόνον, αλλ' ηνάγκασε και έδωκεν αφορμήν του φόνου.