United States or Falkland Islands ? Vote for the TOP Country of the Week !


Πού θέλουν τελειώσει ετούτα όλα, έλεγα με τον εαυτόν μου; ποίον ευτυχισμένον συναπάντημά μου είνε τούτο; τα πλούτη ετούτα άρα γε θα είνε ετοιμασμένα διά εμένα; ημπορώ τάχατε εγώ αληθώς να ελπίσω πως ογλήγορα θα απολαύνω μίαν κυρά τόσον ωραίαν; όχι, Αμπουλβάρη, μην ελπίζεις εις μίαν τύχην τόσον θαυμασίαν, διά εσένα δεν είνε διωρισμένη· άφησε το λοιπόν που να την ελπίζης τοιούτης λογής, επειδή και μιας αποκτήσεως έτσι υπερβολικής ημπορεί το τέλος της να είνε θλιβερόν, και να αφανισθή ογλήγορα ωσάν ένα όνειρον.

Έπειτα, όσο για τα ξέχωρα είδη χρωμάτων, η σκηνή είναι συχνά παραπολύ γυαλιστερή από τη μια μεριά εξαιτίας της υπερβολικής χρήσεως κόκκινου χρώματος κι από την άλλη γιατί τα κοστούμια φαίνονται περισσότερο παρ' ό,τι ταιριάζει καινούργια.

Και ενθυμούμαι ότι είδα κάποτε ένα ορχηστήν, ο οποίος προηγουμένως εθεωρείτο εκ των καλών, ήτο δε τω όντι τεχνίτης και αληθώς άξιος να θαυμάζεται, αλλά δεν γνωρίζω πώς του συνέβη να εξωκείλη εις άσχημον υπόκρισιν διά της υπερβολικής μιμήσεως.

Αλλά πάλιν τι γίνονται όσοι έχουν κλίσιν περισσοτέραν προς την ανδρείαν; Άραγε δεν προδιαθέτουν τας πόλεις των πάντοτε προς κάποιον πόλεμον, και ένεκα της υπερβολικής επιθυμίας της τοιαύτης ζωής καταντούν να γίνουν εχθροί με πολλούς και δυνατούς, και ή τας καταστρέφουν ολότελα, ή τας κάμνουν υποδούλους και υποτελείς εις τους εχθρούς των τας ιδικάς των πατρίδας; Νέος Σωκράτης. Αυτό είναι αληθές.

Και όσον μεν διά τον Σώστρατον εις άλλο βιβλίον έκαμα λόγον περί του τεραστίου αναστήματός του, περί της υπερβολικής του δυνάμεως, της υπαιθρίου επί του Παρνασσού ζωής του, πως εκοιμάτο επί των χόρτων και έζη αγρίαν ζωήν και έπραττεν έργα σύμφωνα προς το όνομά του φονεύων ληστάς, ανοίγων οδούς εις δύσβατα μέρη και κατασκευάζων γεφύρας εις τας επικινδύνους διαβάσεις.

&Ένεκα της δυσκολίας του ορθού πρέπει να προτιμώμεν το μικρότερον κακόν.& — Ότι λοιπόν αρετή είναι η ηθική μεσότης, και πώς, και ότι είναι μεσότης δύο κακιών, δηλαδή της υπερβολικής και της ελλιπούς, και ότι είναι τοιαύτη, διότι προσέχει εις το μέσον ως προς τας πράξεις και τα πάθη, τούτο εξετάσθη αρκετά καλά.

Ήρχετο από την σιαγόνα του νάνου, ο οποίος έσφιγγε τα δόντια του και τα έκαμνε να τρίζουν, με το σάλιο εις το στόμα, παρατηρών με έκφρασιν υπερβολικής λύσσης τας φυσιογνωμίας του βασιλέως και των επτά συντρόφων του, των οποίων τα πρόσωπα εστράφησαν προς αυτόν. — Α! Α! είπεν εις το τέλος ο γελωτοποιός μανιώδης. Α! Α! τώρα αρχίζω να βλέπω ποίοι είναι αυτοί εδώ οι άνθρωποι.

Μια τέτοια θύμηση είναι γεμάτη νοσταλγική μελαγχολία, που μοιάζει με τόνειρο της κόρης, που περιμένει τον ιππότη ναρθή μια μέρα και να σκύψη να της ψιθυρίση ταξίματα υπερβολικής ευτυχίας. Η μελαγχολία αυτή μοιάζει με το αίστημα του νέου, που ακούει στις φλέβες του τα μηνύματα θριάμβων που προσμένει.

Από της υπερβολικής ταύτης ευαισθησίας της οσφρήσεως μ' εθεράπευσεν, ως ελπίζω, ριζικώς η δεκαετής ήδη εν τη συνοικία της Πλάκας διαμονή. Πιθανόν είνε, αναγνώστα, η μόνη επιγραφή του παρόντος άρθρου να σε κάμη να υψώσης τους ώμους και ν' ανακράξης εκ των προτέρων «Παραδοξολογία!». Ουχί όμως αν έτυχε να αρρωστήσης βαρέως και ενθυμήσαι ακόμη όσα τότε ησθάνθης.

Και όσα νοσήματα ποιούσι σκληρόν τον πνεύμονα ή διά φυμάτων ή δι' εκκρίσεων ή δι' υπερβολικής νοσηράς θερμότητος, ως είναι εις τους πυρετούς, επιταχύνουσι την αναπνοήν, διότι ο πνεύμων δεν δύναται πολύ ευρέως να διαστέλληται υψούμενος και να συστέλληται• και τέλος, όταν δεν δύνανται πλέον να κάμνωσι την κίνησιν ταύτην , τελευτώσι οι άνθρωποι αποπνέοντες την τελευταίαν πνοήν αυτών.