Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 9 Μαΐου 2025


Τι νάκανα όμως; που θεός τα πάντα αποφασίζει. 90 Δέσποινα κόρη του Διός π' όλους λωλαίνει η έρμα, Λωλιά τη λεν, κι' έχει απαλά τα πόδια μηδ' αγγίζει τη γης, μόνε κορφή κορφή πατάει θνητών κεφάλια και τους ζημιώνει.

Τότε όλοι αποβουβάθησαν ντιπ, ησυχία, νέκρα. Η πέννα του άρχισε να παίζη γρήγορη, πεταχτή, με τέχνη, απαλά, απαλά, το μπουζούκι άφινε ένα θόρυβο ανάμιχτο, ένα γκρου, γκρου που μέσα τους ξέβγαινε ο σκοπός ενός τραγουδιού αλέγρου, πεταχτού. Το έπαιξε δυο τρεις φορές και έπαψε.

Το λυγερό κορμί που έφευγε λαυράκι στα νερά εξάφνισε στον οργασμό τα νεύρα του και το γέλοιο που απέμεινεν οκνό στον αιθέρα ετύλιξε τον απαλά σε πόθους και όνειρα. Δεν χασομερίζει καθόλου.

Αυτού βαρυστενάζαμε πότε να φέξ' η ημέρα. εφάν' η ροδοδάκτυλη Ηώ του όρθρου κόρη, και της κοπής τ' αρσενικά να βόσκουν πεταχθήκαν, κ' εβέλαζαν ανάρμεκτα τα θηλυκάταις μάνδραις, ότ' οι μαστοί τους έσκαζαν και ο κύριος σπαραγμένος 440 από τους πόνους έψαχνε ταις ράχαις των προβάτων όλων, ως στέκονταν ορθά, ουδ' ένοιωσε ο χαμένος 'που 'σαν δεμένοιταις δασειαίς αγκάλαις των προβάτων. κ'έβγαινε απ' όλα υστερνό 'ςτην θύρα το κριάρι, αγκουσεμένο απ'το μαλλί κ'εμέ τον δολοπλόκον. 445 εμάλαζέ το ο δυνατός Πολύφημος και του 'πε• «καλό κριάρι, απ' τ' άντρο πώς μου 'βγήκες των προβάτων ύστερος; και δεν έμενες ως τώρα οπίσω απ' τ' άλλα, αλλά συ πρώτος έκοβες τ' άνθη απαλά της χλόης μακροπατώντας, κ' έφθανες ο πρώτοςτα ποτάμια, 450 και πρώτος ήσουν πρόθυμοςτην μάνδρα να γυρίσης, το εσπέρας• τώρ' είσ' ύστερος• τω όντι, του κυρίου ποθείς το μάτι, 'πώσβυσε κακούργος με συντρόφους κακούς, αφού με κέρασμα τα λογικά μου επήρε, ο Ουδένας, 'που απ' τον συντριμμό, θαρρώ, δεν θα λυτρώση. 455 και αν ήσουν σύμφωνος μ' εμέ, και ομίλημ' αποκτούσες, να ειπής που κείνος κρύβεται από την δύναμί μου, θα 'βλεπες τότε σκορπιστάτο σπήλαιο τα μυαλά τουτην γη σκασμένα, και άνεσι θα 'λάμβανε η ψυχή μου των κακών, όσα μώδωσεν ο ουτιδανός Ουδένας». 460

Ένας νερόμυλος άλεθε εκεί κοντά και το βογκητό του νερού του γέμιζε τη βραδιά από πρόσχαρη μελωδία. Στην άκρη του φειδωτού μυλαύλαυκου, κατάψηλες λεύκες αραδωτά φυτεμμένες, μουρμούριζαν απαλά τραγουδάκια, ένα ήμερο ελαφάκι με χυτό κορμί και με μικρά κουδουνάκια στο λαιμό, πηδούσε ανάμεσα στα χωριατόπουλα, πόπαιζαν στα στρογγυλά αλώνια με ξεφωνητά κι αγριοφωνές.

Είχε βρέξη το μεσημέρι κι ο ουρανός ξάστερος και ροδοβαμμένος, χαμογελούσε ως πέρα στα βουνά και στις ράχες που φαίνουνταν σα να ζύγοναν από στιγμή σε στιγμή κοντήτερα στα μάτια μου. Βασίλευε απαλά ο ήλιος, και τα βουνά της Αταλάντης και της Χαλκίδας πέρα πότε φλογίζουνταν κατακόκκινα, πότε κολυμπούσαν σε χρυσογάλανη καταχνιά, και πότε ξάνοιγαν σαν πελώρια μενεξεδένια ανοιξάτικα μπουκέτα.

Δούλοι από την Αρμενία, με ζουγραφιστές ομπρέλλες τον σκιάζανε μεταξωτές και σκλάβες απ' τον Τίγρι, με ριπίδια αψηλά, πηγαίναν πλάι και τον ανεμίζαν απαλά. Στην Εγνατία την οδό, τα ροδοπέταλα βροχή. Στεφανωμένοι όλοι με κισσό για την υποδοχή. — Πολλά τα έτη, Αυτοκράτωρ! — — Άβε Τσαίζαρ Ιμπεράτορ! — Τα μάτια βγάζανε φωτιές, εβράχνιαζαν οι λάρυγγες κι' ολούθε αντηχούσαν οι παιάνες και η σάλπιγγες!

Οι στίχοι του όλοι τρέχουν απαλά και γλυκά, χωρίς εκείνους τους στρεβλισμούς, παρα- γεμισμούς, ή ανυπόφοραις συνωνυμίαις, οπού συχνά φαίνονται εις τα συγγράμματα των ολίγων της γλώσ- σης μας ποιητών. Αλλ' η γλώσσα του. . . αυτό είναι ένα υποκείμε- νον περί του οποίου ή πρέπει τις να ειπή πάρα ολίγα, ή πάρα πολλά.

Ας δω καν καμιά Τρώισσα, πριν σβύσω, ομορφοπούλα 122 απ' τ' απαλά της μάγουλα τα δάκρια να σφουγγίζει διπλόχερα έτσι, αστέρεφτους με στεναγμούς και θρήνους. Κι' όσο, μαννούλα, αν μ' αγαπάς, μη θέλεις απ' τη μάχη 126 να με κρατήσεις, γιατί εγώ δεν πείθουμαι, θα σύρω

Το είπε αυτό όχι νοσηρά όπως πρωτήτερα, όχι με κείνον το σχεδόν εχτρικόν τόνο, που μεταχειριζότανε όταν πίστευε πως εμείς που ζούσαμε την εμποδίζαμε νανήκη σε κείνον που είτανε νεκρός. Το είπε απαλά κ' ήρεμα και σχεδόν ευτυχισμένα, με μιαν έκφραση σα ναποχαιρετούσε κάτι περασμένο, που δε θα ξαναγύριζε ποτέ.

Λέξη Της Ημέρας

παρεμορφώθη

Άλλοι Ψάχνουν