Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 20 Μαΐου 2025
Ο «Φιλελληνισμός» είταν ως τόσο ακόμα Ρωμαϊκή φιλοδοξία — ας την πούμε αρετή — και δίχως άλλο την είχε κι ο Οχτάβιος, αφού πολύ ανακούφισμα τούς έδωσε τους δικούς μας, αφανισμένοι καθώς είταν από τόσους πολέμους, και μάλιστα από τον υστερνό.
Η καθαρέβουσα στην Ελλάδα μοιάζει μόνο σα να είναι το υστερνό σημείο που μας άφησαν ακόμη και τώρα οι «μακροί δουλείας και παθημάτων αιώνες», που μόρφωσαν αφτή τη γλώσσα, και δεν είναι παράξενο που τη μόρφωσαν· είναι πολύ ψυχολογικό. Όταν ένας άθρωπος έχει φιλότιμο — φιλότιμο πότε μας έλειψε; — θα προσπαθήση με κάθε τρόπο να δείξη στους άλλους την αξία του· ίσως κάποτες και την παρακάμη.
Τώρα οι δούλοι φέρνουνε στον τάφο στολισμένο το σώμα της γυναίκας μου, με όσα στολίδια πρέπει. Σεις αποχαιρετίσατε την πεθαμμένη τώρα που ξεκινά για το υστερνό και αγύριστο ταξείδι. ΧΟΡΟΣ Να κι' ο πατέρας σου, Άδμητε, αργά αργά προβαίνει με βήμα που του έκαμε βαρύ η ηλικία. Οι δούλοι του στα χέρια τους τα δώρα του κρατούνε που συνηθίζουν στους νεκρούς να βάζουνε.
Έφταιξε τόσο πολύ, αμάρτησε τόσο πολύ ο κόσμος για να τιμωριέται τόσο σκληρά αυτή η δυστυχισμένη! Και στο υστερνό στεναγμό της, στο υστερνό φίλημά της απάνω στα λυπημένα μάτια της κόρης της, το τραίνο κυλά λαχανιασμένο, αδιάφορο μπροστά. Χάνεται στη νύχτα μπροστά στα θολά μάτια της το χλωμό κεφαλάκι της κόρης της που πνιγμένη στα δάκρια ψιθυρίζει: — Μάννα, γλυκειά μου μάννα!...
Αυτού βαρυστενάζαμε πότε να φέξ' η ημέρα. εφάν' η ροδοδάκτυλη Ηώ του όρθρου κόρη, και της κοπής τ' αρσενικά να βόσκουν πεταχθήκαν, κ' εβέλαζαν ανάρμεκτα τα θηλυκά 'ς ταις μάνδραις, ότ' οι μαστοί τους έσκαζαν και ο κύριος σπαραγμένος 440 από τους πόνους έψαχνε ταις ράχαις των προβάτων όλων, ως στέκονταν ορθά, ουδ' ένοιωσε ο χαμένος 'που 'σαν δεμένοι 'ς ταις δασειαίς αγκάλαις των προβάτων. κ'έβγαινε απ' όλα υστερνό 'ςτην θύρα το κριάρι, αγκουσεμένο απ'το μαλλί κ'εμέ τον δολοπλόκον. 445 εμάλαζέ το ο δυνατός Πολύφημος και του 'πε• «καλό κριάρι, απ' τ' άντρο πώς μου 'βγήκες των προβάτων ύστερος; και δεν έμενες ως τώρα οπίσω απ' τ' άλλα, αλλά συ πρώτος έκοβες τ' άνθη απαλά της χλόης μακροπατώντας, κ' έφθανες ο πρώτος 'ς τα ποτάμια, 450 και πρώτος ήσουν πρόθυμος 'ς την μάνδρα να γυρίσης, το εσπέρας• τώρ' είσ' ύστερος• τω όντι, του κυρίου ποθείς το μάτι, 'πώσβυσε κακούργος με συντρόφους κακούς, αφού με κέρασμα τα λογικά μου επήρε, ο Ουδένας, 'που απ' τον συντριμμό, θαρρώ, δεν θα λυτρώση. 455 και αν ήσουν σύμφωνος μ' εμέ, και ομίλημ' αποκτούσες, να ειπής που κείνος κρύβεται από την δύναμί μου, θα 'βλεπες τότε σκορπιστά 'ς το σπήλαιο τα μυαλά του 'ς την γη σκασμένα, και άνεσι θα 'λάμβανε η ψυχή μου των κακών, όσα μώδωσεν ο ουτιδανός Ουδένας». 460
Αγαπώμεν όμως δε γράφουμε, γιατί αφτό δε λέγεται πουθενά, γιατί αφτό πουθενά δεν είναι γλώσσα, γιατί, όπως κι ο Ίπσεν, όπως κ' οι τραγικοί, όπως κι άλλοι σ' άλλους τόπους, θα μιμηθούμε τη ζωή, όχι το θάνατο, σαν την καθαρέβουσα. Κ' έτσι γίνεται θρούβαλα το υστερνό επιχείρημα του δασκαλισμού. Κ' έτσι έχουμε το δικαίωμα, τη ζωή να μιμηθούμε, γράφοντας τεχνητή, μα ζωντανή γλώσσα.
Ωστόσο ο Καπετάν-Πρέκας θάφτηκε δίπλα στη γρηά του, κι' αν δεν μοιράστηκε μαζί της το υστερνό κρεββάτι, μοιράστηκε τον ήσκιο ενός γέρικου πεύκου. — Κρίμα! είχε πει η γρηά Σουρούταινα ο Φιλόσοφος, που δεν ήτανε βολετό ν' ανοίξουνε το λάκκο της γρηάς του και να της τον βάλουνε στην αγκαλιά της. Να κοιμηθούνε σαν τα τρυγονάκια, τα πουλάκια μου!... — Λοιπόν! νακούσης αυτό που σου λέω εγώ.
Έγραψα μάλιστα, καθώς και πολλοί άλλοι, ένα μικρό άρθρο για το υστερνό του το μυθιστόρημα — Docteur Pascal — και τα μισοείπα κι αφτά.
Εκόλλησε το χλωμό πρόσωπό του στο σιδερόφραχτο φεγγίτη μπροστά, και μας άφισε τον υστερνό χαιρετισμό· — Έχετε γεια, ωρ' αδέρφια! Καλή κοινωνία, ωρές παιδιά! είπε κ' εροβόλησε περίχαρος τη σάπικη σκάλα του Ένα και του Τέσερα . Του Ψυχομάνη τάγρια μάτια αστραποβόλησαν στη φωνή, κατά την πόρτα, πούχε χαθή πίσωθέ της του Καναβιού η ολόχαρη μορφή. Ξανάτριξε τόρα τα δόντια με λύσα, από μέσα.
Για τον ίδιο λόγο που ξηγήθηκε στο υστερνό Κεφάλαιο, πρέπει να ιστορηθή με όσο γίνεται λίγα λόγια και το Διοικητικό σύστημα του τέταρτου και του πέμτου αιώνα, καταπώς τόχει καταστρωμένο άλλος ιστορικός, όχι από τους μικρούς μήτ' αυτός. Κατά τα κανονισμένα του Διοκλητιανού και του Κωσταντίνου, το Ρωμαϊκό Κράτος είτανε μοιρασμένο σε πολλές Διοίκησες, η καθεμιά χωρισμένη σε διάφορες Επαρχίες.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν