United States or Italy ? Vote for the TOP Country of the Week !


Αμέ, για να πάη άνοιωθα κ' η ψυχή μας από την αγάπη στο μίσος, από το μίσος στην αγάπη, πόσες άλλες χρωματιές κι αποχρωματιές, πόσες θωριές κι αποθωριές δεν υπάρχουνε, που μήτε τις υποψιάζεται η γλώσσα; Τι είναι το μίσος και που αρχίζει; Άξαφνα, σε απλή, σε ήσυχη κουβέντα, μ' ένα φίλο, ή και με την κόρη που αγαπώ, φιλονικούμε για κανένα πράμα που το κάτω κάτω μπορεί να μας είναι αδιάφορο και στους δυο μας.

Τους χαλάσαμε το ειδύλλιό τους. ΛΕΛΑΑυτή είναι η ζωή. Η Δώρα απομακρύνεται ταραγμένη από το Νίκο και κάνει πως κάτι ζητεί στο τραπέζι. Πέρνει την καρτολίνα της και φεύγει προς την κάμαρη της. Ο Νίκος με αδιάφορο ύφος, αλλά με φανερή ταραχή προχωρεί προς τη μεσιανή θύρα και φεύγει. Η ΘΕΑΤΡΙΝΑΈνα ειδύλλιο. ΛΕΛΑΑλλοίμονο! Στη ζωή όλες οι τραγωδίες αρχίζουν σαν ειδύλλια.

Σκληρός, χωρίς να το πολυπαραδέχεται, είναι Έλληνας ως στο κόκκαλο, και γι' αυτό συλλογίζεται π ρ ώ τ α π ρ ώ τ α πώς να διορθώσει την Ελληνική κοινωνία. Αδιάφορο αν η διάγνωση του δεν ήταν εντελώς σωστή.

Ως πούρθαν στο κέφι οι Αρβανίτες και δε δείλιασαν να ειπούν τότε κι αυτοί τα τραγούδια τους, αδιάφορο αν μετρητοί από τους μαζωμένους περίγυρα τους καταλαβαίναν.

Πως είχε ο Θεοδόσιος και μερικά καλά, το βλέπουμε από την πολιτική του για την εθνική γλώσσα. Αδιάφορο αν πήρε από την Ευδοκία την ιδέα ή από την Πουλχερία ή από την ασταμάτιστη ορμή της ρωμαίικης φυλής. Σώνει που στα 439 έβγαλε ο Θεοδόσιος νόμο που έδινε την άδεια να γράφη όποιος θέλει τη διαθήκη του στη γλώσσα του τόπου.

Έπρεπε να εξατμίσει, ν' αδειάσει, αδιάφορο πως, όλο το αίσθημα της γυναίκας. Η πλημμύρα του θα τον έπνιγε. — Δεν έχω καμιά φιληνάδα ή ερωμένη έξω, είπε, μα δεν με νοιάζει. Θα γράψω ένα γράμμα στη γυναίκα και θα της πω ό,τι αισθάνομαι γι' αυτήν ή από την έλλειψη της. Πιστεύω ότι μπορώ έτσι να νομίζω ότι μιλώ με κάποια, και ότι την έχω κοντά μου και μ' ακούει.

Μα πώς γίνεται αυτό, αφού το χαραχτήρα μας, μας τον έφτειασαν οι αιώνες; Και πάλε οι αιώνες, με τη βοήθεια των πρώτων της φυλής, θα τον αλλάξουν. Ο Έλληνας είναι συντηρητικός και δεν τον έβλαψε πολύ που έμεινε τέτοιος. Αυτή η συντηρητικότητά του έσωσε τον εθνισμό του. Μα ίσως αυτό δεν πολυσημαίνει, αδιάφορο, είναι γεγονός.

Έφταιξε τόσο πολύ, αμάρτησε τόσο πολύ ο κόσμος για να τιμωριέται τόσο σκληρά αυτή η δυστυχισμένη! Και στο υστερνό στεναγμό της, στο υστερνό φίλημά της απάνω στα λυπημένα μάτια της κόρης της, το τραίνο κυλά λαχανιασμένο, αδιάφορο μπροστά. Χάνεται στη νύχτα μπροστά στα θολά μάτια της το χλωμό κεφαλάκι της κόρης της που πνιγμένη στα δάκρια ψιθυρίζει: — Μάννα, γλυκειά μου μάννα!...

Δεν της ήρθε στο νου πως μπορούσε κάτι να μου κρύψη, δε στοχάστηκε πως η αγάπη, άδικα ή όχι, τρομάζει με το παραμικρό· δεν είπε μέσα της, όταν έλαβε το γράμμα· «Θα λυπηθή ή δε θα λυπηθή να του το δώσωΤο διάβασε δίχως να το ξεσκίση, το φύλαξε ως το βράδυ· δεν της είταν αδιάφορο το γράμμα.

Αδιάφορο ποιος είταν ο σκοπός του, την πράξη του καθαυτή δεν μπορούμε να την κατακρίνουμε. Ο κόσμος είχε παρμένο όλως διόλου καινούριο δρόμο κι όλως διόλου διαφορετικό από τον παλιό.