Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 18 Μαΐου 2025
Αυτού βαρυστενάζαμε πότε να φέξ' η ημέρα. εφάν' η ροδοδάκτυλη Ηώ του όρθρου κόρη, και της κοπής τ' αρσενικά να βόσκουν πεταχθήκαν, κ' εβέλαζαν ανάρμεκτα τα θηλυκά 'ς ταις μάνδραις, ότ' οι μαστοί τους έσκαζαν και ο κύριος σπαραγμένος 440 από τους πόνους έψαχνε ταις ράχαις των προβάτων όλων, ως στέκονταν ορθά, ουδ' ένοιωσε ο χαμένος 'που 'σαν δεμένοι 'ς ταις δασειαίς αγκάλαις των προβάτων. κ'έβγαινε απ' όλα υστερνό 'ςτην θύρα το κριάρι, αγκουσεμένο απ'το μαλλί κ'εμέ τον δολοπλόκον. 445 εμάλαζέ το ο δυνατός Πολύφημος και του 'πε• «καλό κριάρι, απ' τ' άντρο πώς μου 'βγήκες των προβάτων ύστερος; και δεν έμενες ως τώρα οπίσω απ' τ' άλλα, αλλά συ πρώτος έκοβες τ' άνθη απαλά της χλόης μακροπατώντας, κ' έφθανες ο πρώτος 'ς τα ποτάμια, 450 και πρώτος ήσουν πρόθυμος 'ς την μάνδρα να γυρίσης, το εσπέρας• τώρ' είσ' ύστερος• τω όντι, του κυρίου ποθείς το μάτι, 'πώσβυσε κακούργος με συντρόφους κακούς, αφού με κέρασμα τα λογικά μου επήρε, ο Ουδένας, 'που απ' τον συντριμμό, θαρρώ, δεν θα λυτρώση. 455 και αν ήσουν σύμφωνος μ' εμέ, και ομίλημ' αποκτούσες, να ειπής που κείνος κρύβεται από την δύναμί μου, θα 'βλεπες τότε σκορπιστά 'ς το σπήλαιο τα μυαλά του 'ς την γη σκασμένα, και άνεσι θα 'λάμβανε η ψυχή μου των κακών, όσα μώδωσεν ο ουτιδανός Ουδένας». 460
ΜΕΝ. Όχι για κακό, Τειρεσία• λοιπόν 'πες μου, αν δεν σ' εμποδίζη τίποτε. ΤΕΙΡ. Δεν ήμουν μεν στείρα, αλλά και δεν εγέννησα. ΜΕΝ. Καλά, αλλά ήθελα να μάθω αν είχες και μήτραν. ΤΕΙΡ. Είχα, πώς όχι; ΜΕΝ. Λοιπόν με τον καιρόν σου εξηφανίσθη η μήτρα και το γυναικείον όργανον εφράχθη και οι μαστοί απεσπάσθησαν και το ανδρικόν όργανον εφύτρωσε και έβγαλες γένεια, ή διά μιας από γυναίκα έγεινες άνδρας;
Οι οφθαλμοί μας είδον τον Βασιλέα εις το κάλλος Του. «Και εθεασάμεθα την δόξαν Αυτού, δόξαν ως Μονογενούς παρά Πατρός, πλήρης χάριτος και αληθείας». Και αφού τον είδομεν, δυνάμεθα ευκόλως να εννοήσωμεν πώς, καθώς Αυτός ωμίλει, μία τις γυνή εκ του όχλου, επάρασα φωνήν είπε: «Μακαρία η κοιλία η βαστάσασα Σε, και μαστοί ους εθήλασας!» «Μενούν γε, απήντησεν Εκείνος, με λέξεις πλήρεις βαθέος και γλυκέος μυστηρίου, μακάριοι οι ακούοντες τον λόγον του Θεού και φυλάσσοντες αυτόν».
Υπό το κράτος αυτού ο Σολομών ψάλλει το άσμα ασμάτων , το ύπατον αυτό ερωτικόν παραλήρημα, εις το οποίον η άγνοια τόσον ευκόλως ηκόνισε πάντοτε τα βέλη της σατύρας της: «Φιλησάτω με από φιλημάτων στόματος αυτού· ότι αγαθοί οι μαστοί σου υπέρ οίνον, και οσμή μύρων σου υπέρ πάντα τα αρώματα. Μύρον εκκενωθέν όνομά σου. Διά τούτο νεάνιδες ηγάπησάν σε.».
Αγαθοί οι μαστοί σον υπέρ οίνον και οσμή μύρων σου υπέρ πάντα τα αρώματα· μύρον εκκενωθέν όνομά σου· διά ταύτα αι νεανίδες ηγάπησάν σε. Ιδού ει καλός αδελφιδός μου και ωραίος προς κλίνη ημών· σύσκιος ανάμεσον των μαστών μου αυλισθήσεται, Ελθέ, αδελφιδέ μου, εξέλθωμεν εις αγρόν· ευρούσα σε έξω φιλήσω σε· εκεί δώσω τους μαστούς μου σοι.
Εν μέσω δε της επελθούσης σιωπής, γυνή τις εκ του όχλου, εν ακαθέστω εκρήξει θαυμασμού — συνειθισμένη να σέβηται τους μακροχίτωνας Φαρισαίους, με όλα τα κράσπεδα και τα φυλακτήριά των, αλλ' αισθανομένη εις το βάθος της καρδίας πόσον υψηλά υπεράνω αυτών ίστατο ο Λαλών — ύψωσε φωνήν και είπε προς Αυτόν. «Μακάρια η κοιλία η βαστάσασά Σε και μαστοί ους εθήλασας».
Κρατερά ως θάνατος αγάπη· ύδωρ πολύ ου δυνήσεται σβέσαι και ποταμοί ου συγκλύσουσιν αυτήν»». Ταύτα ήκουεν ο Φρουμέντιος και μη γνωρίζων ότι τα μήλα, οι μαστοί και τα φιλήματα, εκείνα ήσαν προφητικαί αλληγορίαι εικονίζουσαι την μέλλουσαν του Σωτήρος προς την Εκκλησίαν αυτού αγάπην, ησθάνετο ως άλλος Ιώβ τας σάρκας και τας τρίχας του φρισσούσας υπό της επιθυμίας.
Λαμβάνοντες φυσητήρας οστεΐνους, παρεμφερεστάτους με αυλούς, εμβάλλουσιν αυτούς εις τα γεννητικά μόρια των φοράδων και φυσώσι διά του στόματος· ενώ δε αυτοί φυσώσιν, άλλοι αμέλγουσι. Λέγουσι δε ότι πράττουσι τούτο διά την εξής αιτίαν· αι φλέβες της ίππου πληρούμεναι ανέμου εξογκούνται και καταβαίνουσιν οι μαστοί.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν