United States or Réunion ? Vote for the TOP Country of the Week !


Και τον Ιδομενέα τον έγγονον του Διός είχεν ομοίως παράσιτον ο Αγαμέμνων, κατά τον Όμηρον. ΤΥΧ. Αυτά τα γνωρίζω και εγώ, αλλά δεν εννοώ πώς οι άνδρες εκείνοι ήσαν παράσιτοι του Αγαμέμνονος. ΠΑΡ. Να ενθυμηθής τους στίχους τους οποίους ο Αγαμέμνων λέγει προς τον Ιδομενέα. ΤΥΧ. Ποίους; ΠΑΡ. σον δε πλείον δέπας αιεί έστηχ' ώσπερ εμοί πιέειν ότε θυμός ανώγοι.

Δεν ανέχεσαι να μείνω; εφώναξε, «είμεθα σύμφωνοι! Περιμένεις καλούς φίλους, καλυτέρους από μέναΝτροπή Μπαμπέττα!» — Είσαι αποτρόπαιος! είπεν η Μπομπέττα. Σε μισώ! και έκλαιε. Φύγε, φύγεΑυτό δεν το άξιζα! είπεν ο Ρούντυ και έφυγε· τα μάγουλά του ήσαν αναμμένα σαν φωτιά, η καρδιά του ήτο αναμμένη σον φωτιά. Η Μπαμπέττα έπεσε 'στο κρεββάτι της και έκλαιε.

Ει γαρ και τον Χριστόν ο Θωμάς ουκ εψηλάφησεν, ου καν επίστευσεν. Αγωνιώδης νυν και χειμαζομένης της Ελλάδος τι όφελος; Το τε κλέος οίχεται ή τε αρχή φρούδη. Ηνίκα δ' ο βάρβαρος θυραίος άπεισι τηνικαύτα η Ελλάς την αρχήν και το κύρος το σον ησυχή γνώσεται, και της ευνοίας επιμελήσεται της σης. Νυν δ' οξείς οι καιροί και ταχίστης δει της σωτηρίας.

Πολλά τα έτη στόνομά σας, απολογιέται ο χωριανός. — Βλέπεις; δε σου τόλεγα πως είστε Έλληνες; γυρίζει και λέει του Σφακιανού. Έτσι το είπε κι ο Ευριπίδης. «Ω φως, προσειπείν γαρ σον όνομ' έξεστί μοι». — Μα να βρούμε και το σπίτι του Προεστού, του κάνει ο Σφακιανός. — Ποιανού; του Καπετάν Αλεξαντράκη; πετιέται, και λέει ο χωριανός. Εγώ να σας πάω.

Αληθώς η Ηλέκτρα του παρίσταται κατ' αρχάς άκαμπτος και ανάλγητος, εξαπατά δ' ημάς ως παρά της ψυχής αυτής την φύσιν, ότε βλέπουσα τον Ορέστην διστάζοντα, ως ο Μάκβεθ, προ του φόνου λέγει: Μων σ' οίκτος είλε, μητρός ως είδες δέμας; Όρ. Φευ! Πώς γαρ κτάνω νιν, ή μ' έδρεψε κάτεκεν; Η. Ώσπερ πατέρα σον ήδε καμόν ώλεσεν.

Είχε γίνει χλωμή σαν τη ζαφορά. — Θα σε γελάσω, παιδί μου; Δεν έχει σου λέω. — Βαριέσαι να ψάξης, Μαθιό. Τόσα γράμματα έχεις στα χέρια σον. Θα είνε μέσα και το δικό μας. Δε γίνεται... Ο Μαθιός έκανε πως ψάχνει τάχα. — Δεν ξέρω εγώ, παιδί μου, τι έχω; Να! ορίστε, όλα τα γράμματα. Δεν έχει, σου λέω. Σαν είχα σας έφερνα. Με το άλλο.

Ο δε Ιησούς τω απήντησενΕάν θέλης να εισέλθης εις την αιώνιον ζωήν, φύλαξον τας εντολάς του Θεού. — Όλας εκ νεότητός μου εφύλαξα, απεκρίθη ο νέος, τι άλλο λοιπόν μοι μένει; Και ο Ιησούς απεκρίθηΕάν θέλης να γίνης τέλειος, ύπαγε πώλησον τα υπάρχοντά σον, και δος εις τους πτωχούς, και αντί των επιγείων αυτών υπαρχόντων θέλεις αποχτήσει θησαυρόν αιώνιον και άφθαρτον εις τους ουρανούς.

Σταφυλοφόρους ρίζας Ελαφρά, καθαρά, Διαφανή τα σύννεφα Ο βασιλεύς σου εχάρισε Των αθανάτων. Η λαμπάς η αιώνιος Σου βρέχει την ημέραν Τους καρπούς, και τα δάκρυα Γίνονται της νυκτός Εις εσέ κρίνοι. Δεν έμεινεν εάν έπεσε Ποτέ εις το πρόσωπόν σον Η χιών· δεν εμάρανε Ποτέ ο θερμός Κύων, Τα σμάραγδά σου.

Κ ώ σ τ α ς. Μπα! Τόση θυσία! Ε λ έ ν η Κακέ! Δεν κάνω καμμιά θυσία. Ξέρεις ότι πάντα σ' αγαπούσα σαν τρελλή και πάντα θάμενα δική σον, μ' όσους γάμους κι' αν έκανα. Μα πτωχοί κι' οι δύω μας, πώς θα ζούσαμεν! Η μητέρα σου μου το είχε πη καθαρά. Ο γάμος αυτός, Ελένη μου, δεν μπορεί να γίνη και δεν θα γίνη!. Κ ώ σ τ α ς. Και τώρα; Ε λ έ ν η.

Τότε δε έγινε, την 14 Σεπτεμβρίου του 629, η μέχρι της σήμερον υπό της Εκκλησίας εορταζομένη την ημέραν εκείνην ύψωσις του Σταυρού, εν μέσω ασμάτων και δοξολογιών. Σώσον, Κύριε, τον λαόν σον και ευλόγησον την κληρονομίαν σου, νίκας τοις βασιλεύσι κατά βαρβάρων δωρούμενος και το σον φυλάττων διά του Σταυρού σου πολίτευμα.