Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 17 Μαΐου 2025
— Μα όλους τούς θεούς! Αρκεί, κλεινέ σοφέ . . . Ηξεύρομεν τώρα τι είσαι . . . Και αυτός ο Βινίκιος ήτο ευχαριστημένος, διότι έλεγε καθ' εαυτόν, ότι είς τοιούτος άνθρωπος, ως κύων κυνηγετικός, όταν άπαξ ετίθετο επί τα ίχνη, δεν θα εσταμάτα πριν ή εύρη το κρησφύγετον. — Καλά, είπεν έχεις ανάγκην οδηγιών; — Έχω ανάγκην όπλων. — Ποίων όπλων; ηρώτησεν ο Βινίκιος έκπληκτος.
Ο Σκούντας εζήτει ματαίως επί του εδάφους λίθον ή ξύλον τι, όπως μεταχειρισθή αυτό ως αλεξιτήριον κατά του επιδρομέως. Τέλος εύρεν ένα λίθον και ρίψας αυτόν κατά του κυνός τον εκτύπησεν εις την κεφαλήν. Ο Χόμο ωλόλυξε και άφησε το φόρεμα της Αϊμάς, όπερ εκράτει με τους οδόντας. — Η Αϊμά ησθάνθη αίφνης άλγος εις την κνήμην. Ο κύων την είχε δαγκάσει. — Ω, πονώ, πονώ! έκραξεν. Ω Μάχτο, Μάχτο!
Τούτο ήτο παράδοξον μίγμα φόβου και αφοβίας, αλλ' όμως είνε αληθές. Διότι αμφότερα ένα είχον λόγον, το να μη αποτύχη ο σκοπός του. Ο άγνωστος δεν εφοβήθη υπέρ εαυτού, αλλά χάριν του σκοπού του. Ο κύων, ότε τον είδε πηδήσαντα αποτόμως, υπεχώρησε βήματά τινα, αλλ' είτα επανήλθεν εις την έφοδον. Ο άνθρωπος τον ηπείλησε με τα ξύλα, ά εκράτει, και απεμακρύνθη ο Χόμο, αλλά χωρίς να παύση να υλακτή.
Όλοι μας μαζί του πηγαίνουμε τώρα, γιατί όλοι μας φορούμε τα γυαλιά που μας έβαλε. Και το νόστιμο, εκείνοι που γράφουνε σήμερα τα χερότερα κορακίστικα είναι κ' οι πιο φανατικοί οπαδοί τους. Άμα κανένας δεν ξέρη να καλοκλίνη το &κύων&, σκυλί γίνεται αν του προσβάλης την κορακίστικη. Ρωμαίικο κι αυτό. Κι αυτό με το λόγο του.
Ήκουσε μόνον θρουν σειομένων φύλλων, και ενόμισεν ότι τούτο επροξένει το βήμα του κυνός. Ο τοιχοβάτης εσκέφθη ότι, αν κατέβαινε, θα ήτο ίσως χειρότερον, και προσεπάθει να κολλήση επί του τοίχου, όπως μη τον ίδωσιν, αν ήσαν άνθρωποι. Αλλά την στιγμήν εκείνην ο κύων επλησίασεν, υλακτών θορυβωδώς, εις τον τοίχον. Ο άνθρωπος εκείνος εφοβήθη τότε πολύ.
Σταφυλοφόρους ρίζας Ελαφρά, καθαρά, Διαφανή τα σύννεφα Ο βασιλεύς σου εχάρισε Των αθανάτων. Η λαμπάς η αιώνιος Σου βρέχει την ημέραν Τους καρπούς, και τα δάκρυα Γίνονται της νυκτός Εις εσέ κρίνοι. Δεν έμεινεν εάν έπεσε Ποτέ εις το πρόσωπόν σον Η χιών· δεν εμάρανε Ποτέ ο θερμός Κύων, Τα σμάραγδά σου.
— Γουβ! το επιφώνημα τούτο εξέφραζεν ίσως απορίαν, πού τα εύρεν ο Τρέκλας τόσα αγαθά αισθήματα. Βεβαίως θα ήτο η πρώτη φορά, καθ' ην θα έκαμνε τοιαύτην θυσίαν. — Πόσον ευχαριστούμαι, καλέ μου Χόμο, που σ' έχω συντροφιά. Του κυνός η μορφή εξέφραζεν έκπληξιν. — Είνε καλό να έχη κανείς ένα φίλον εις αυτόν τον κόσμο. Και εμέ τα βάσανά μου είνε πολλά. Ο κύων δεν μετείχε πλέον του διαλόγου.
Όταν είς τινα οικίαν αποθάνη αίλουρος εκ φυσικού θανάτου, οι κάτοικοι αυτής ξυρίζουσι μόνον τας οφρύς των· αλλ' εάν αποθάνη κύων, ξυρίζουσιν όλον το σώμα και την κεφαλήν. Τους νεκρούς αιλούρους μεταφέρουσιν εις οικήματα ιερά· έπειτα, αφού τους ταριχεύσωσι, τους θάπτουσιν εις την Βούβαστιν. Οι κύνες θάπτονται, έκαστος εις την πόλιν του, εντός θηκών ιερών, και οι ιχνεύμονες ομοίως.
Κοντεύεις εσύ να το πάθης, που είσαι άλλης λογής ζωντίμι. Εν τούτοις ο κύων εξακολουθεί να ολολύζη. Ολίγος χρόνος παρήλθεν εισέτι, και η θύρα του σπηλαίου ηνοίχθη αιφνιδίως. — Τι είνε, Θεόδωρε; έκραξε μετά μεμπτικού τόνου ο Πλήθων. Αι θρηνώδεις φωναί του κυνός ήσαν τόσον διάτοροι, ώστε αντήχησαν έσω του άντρου, και ο Πλήθων δεν ηδυνήθη να υπομείνη.
Αμφότερα τα όντα ταύτα είνε ήδη αυτοσύστατα, και ο μεν κύων εκαλείτο Χόμο, ο δε άνθρωπος ωνομάζετο Τρέκλας. Διά να είνε όμως σωστή η ανταλλαγή των ονομάτων έπρεπε και ούτος να καλήται &Κάνις&. Αλλ' αν θέλη ο αναγνώστης, είνε ελεύθερος να τω δώση και το όνομα τούτο, ή και οιονδήποτε άλλο. Είνε άξιαι πολλού διαφέροντος αι ανθρωποκυνικαί σχέσεις μεταξύ των δύο τούτων όντων.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν