United States or Saint Helena, Ascension, and Tristan da Cunha ? Vote for the TOP Country of the Week !


Όταν εγυρίσαμεν πίσω εγώ κρατών το κηρίον, ο Κωνσταντής κρατών τον Μπαλήν, τον οποίον και έδεσε προχείρως εις την ρίζαν θάμνου αντικρύ μας, ο Κωστής εξέχασε πού είχε βάλει το μαχαίρι καθώς το είχε βγάλει από το ζεμπίλι, διά να κόψη ψωμί, και ψωμί δεν έκοψε, αλλ' ετρέξαμεν αποτόμως προς ανεύρεσιν του Μπαλή.

Πού ήσουν χθες όλην την νύκτα; ηρώτησεν αποτόμως ο κ. Λευκόπουλος. Και προσέθηκεν ευθύς, βλέπων την ηλλοιωμένην μορφήν του παιδός. — Διατί κλαις; — Ήμουν εις το νοσοκομείον, αυθέντη, απήντησε δειλός ο μικρός υπηρέτης, που . . . πέθανε η θεια μου. — Καϋμένο παιδί! Και πλησιάσας ο κύριος του εθώπευσε πατρικώς την κεφαλήν του παιδός.

Εμπρόςτα κουπιά! διέταξεν ο αρχιληστής επιβάς τελευταίος εις την λέμβον, ήτις εκινήθη αποτόμως ένθεν και ένθεν εκ του βαρέος αυτού πατήματος. Ο Θανάσης ούτε ενόησε πώς ευρέθη εν τη λέμβω. Τόσον ήτο τεταραγμένος ακόμη. Εισήλθε και εκάθησε κρατών σφιγκτά μεταξύ των χειρών του εν τη αγκάλη του το εφθαρμένον δισάκκιον, βαρύ και δυσβάστακτον εκ των έμπροσθεν και κενόν εκ των όπισθεν.

Εγώ, καλέ Σωκράτη, δεν γνωρίζω πώς πρέπει να αντικρούσω αυτά τα οποία λέγεις. Ίσως όμως δεν είναι εύκολον να πεισθώ τόσον αποτόμως, αλλά φρονώ ότι μάλλον θα πεισθώ εις σε, αν μου δείξης ποία είναι αυτή η εκ φύσεως ορθότης των ονομάτων, την οποίαν λέγεις. Σωκράτης.

Ο αγαθός ιερεύς επίστευσε μικρού δειν ότι συνέβη υπερφυσικόν τι, και αόρατα πνεύματα ενησμενίσθησαν να κρούσωσι τον κώδωνα του ναού όπως πειράξωσι τον ευλαβή ιερέα. Κατ' αρχάς εσκέφθη να επιστρέψη εις την εισέτι θερμήν κλίνην του, όπως συνεχίση την τόσον ευάρεστον εκείνην ανάπαυσιν, εξ ης αποτόμως είχεν αποσπασθή. Αλλά την ιδέαν ταύτην έκρινεν απορριπτέαν.

Τότε οι μαθηταί Του όλοι, και αυτός ο φλογερός Πέτρος, και αυτός ο επιστήθιος Ιωάννης, τον εγκατέλιπον και έφυγον. Φαίνεται ότι είχεν εγερθή αποτόμως εκ του ύπνου, διότι ήτο κεκαλυμμένος μόνον διά σινδόνος ή νυκτικής οθόνης, με την οποίαν εκοιμάτο. Αλλ' οι άνθρωποι της σπείρας τον έδραξαν από την σινδόνα, κ' εκείνος τρομάξας άφησε την σινδόνα, και έφυγε γυμνός, ήτοι μόνον με τα εσωτερικά ενδύματα.

Ιδού από το άλλο μέρος και το Κουμ Καλέ επί της Ασίας, ήτις με τας μαλακάς και αβράς όχθας της, τας τόσον απαλώς πρασινοβαλούσας ήδη υπό την πρώιμον χλόην, θαρρείς κ' εκτείνεται ερωτικώς να χαιρετίση, ν' ασπασθή και εναγκαλισθή μίαν φοράν ακόμη την αγαπημένην αδελφήν της, την Ευρώπην, από την οποίαν την εξεχώρισαν αποτόμως εις την διάβασιν της, την κοπτεράν, η Δημιουργία.

Μικρός ο Σπύρος επήγαινεν εις το σχολείον κ' εδείκνυεν ότι θα έστρωνεν, ως μερικά σκολιά φυτά, τα οποία συν τη αναπτύξει ορθούνται εύμορφα· αλλ' αποτόμως εσταμάτησεν εις την δευτέραν του γυμνασίου, χωρίς να το εννοήση και ο ίδιος· εκάθητο έπειτα όλην την ημέραν εις την δροσεράν εξοχήν, αναγινώσκων εφημερίδας και μυθιστορήματα και εκλέγων τας ευχυμωτέρας οπώρας του πατρικού κήπου.

Η Ηρωδιάς ήτο ενώπιόν του, με αλουργίδα εξ ελαφράς πορφύρας φθάνουσαν μέχρι των σανδαλίων. Εξελθούσα αποτόμως από τον κοιτώνα της, δεν εφόρει ούτε περιδέραιον, ούτε ενώτια. Είς πλόκαμος της μαύρης της κόμης έπιπτεν επάνω εις τον ένα της βραχίονα ενώ το άκρον του εβυθίζετο εις το διάστοιχον του στήθους της. Οι ρώθωνές της πολύ ανορθωμένοι επάλλοντο, την δε μορφήν της εφώτιζε θριάμβου χαρά.

Έλα, του οποίου, και του οποίου, κάμε γλήγωρα, παρετήρησεν ο Μανώλης, και θα μας χαλάση ο καιρός. Ο πάτερ-Γαλακτίων, αφού παρέδωσε το φορτίον, έκαμε κίνησιν ως να θέλη να επιβιβάση και τον όνον του. Συγχρόνως δε και ο Μανώλης και ο πάτερ-Γαλακτίων εχασμήθησαν. — Του οποίου τι είνε βλουημένε; Ηρώτησεν ο Μανώλης και ηθέλησε ν' απομακρύνη αποτόμως την σκαμπαβίαν.