Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 16 Μαΐου 2025


Ακούς, μου στέλνει, λέει; Και λίραις και συχνάτσαις! εφώναξεν η Ξενιώ, ώστε η φουρνάρισσα ενωτισθείσα, εστράφη αποτόμως, ως διά να ίδη της λίραις, και έρριψε κάτω από το πτύον έν ψωμίον, μέσα εις τα φρύγανα των ξηροκλάδων.

Πριν φθάση εις το μέρος, όπου ο δρόμος αποτόμως ανηφόριζε, καθώς διήρχετο έξω από ένα περιβόλι, φραγμένον με πυκνούς βάτους και θάμνους υψηλούς εν μέρει με τοιχογύρισμα, εντός του οποίου υπήρχον πολλών ειδών οπωροφόρα δένδρα, η Φραγκογιαννού κατά τύχην εσκόνταψεν εις τον δρόμον, έκαμε δε μικρόν θρουν, πεσούσα ελαφρώς επάνω εις ένα θάμνον. Αφήκε μικράν φωνήν ομοίαν με στεναγμόν.

Αλλά την στιγμήν εκείνην διεκόπη ο γέρων αίφνης αποτόμως από τον γραμματοκομιστήν, όστις εισελθών εκόμιζε δύο επιστολάς, μίαν προς τον καπετάν-Μαμμήν και άλλην προς την νύμφην του, την οποίαν ο γραμματοκομιστής μετέβη αμέσως να επιδώση. — Καλώς τα δέχθηκες! ηυχήθη ο ιερεύς. Είδες που το επροφήτευσα; Και εθεώρησε καλόν να αφήση μόνον τον φίλον του.

Τον απέσπασεν αποτόμως της κλίνης, τον ένιψε και τον ενέδυσε με διπλά υποκάμισα, δύο φανέλλας, χονδρόν μάλλινον γελέκιον, διπλούν σακκάκι κ' επανωφόρι, και περιετύλιξε τον λαιμόν του με χνοώδες μάλλινον μανδήλιον, ποικιλόχρουν και ραβδωτόν, μακρόν καταπίπτον επί το στέρνον και τα νώτα.

Είχε μεταβάλει όψιν πάραυτα η σιωπηλή εκείνη εσχατιά, ης ο σιωπηλότερος αντιπρόσωπος ην άλλοτε ο οικίσκος ούτος. Πόσον απροόπτως και πόσον αποτόμως μεταβάλλονται τα εν τω κοσμώ! Ην ο φεγγοβολών εκείνος οικίσκος, της Θεια-Μυγδαλίτσας το οίκημα.

Ετούτο δε γνωρίζοντες οι γρυπαράδες έσπευσαν να εξασφαλίσουν την τράταν, φοβούμενοι μη ευρεθώσιν εκτεθειμένοι κατόπιν, όταν θα ήτο αδύνατον να προλάβουν τον κίνδυνον, όστις εκρήγνυται αμέσως και αποτόμως ως από μήνιν Θεού. Αλλ' ήτο αποφασισμένον ως φαίνεται να κινδυνεύσουν αυτήν την νύκτα.

Εγνώριζε φαίνεται και αυτή τα κατά την γέννησίν μου και τον παρακολουθήσαντα αυτήν πάταγον, διότι άφωνος και συνεσταλμένη έμεινε θεωρούσα με εφ' ικανά δευτερόλεπτα, και το προς την θύραν τρεπόμενον ελαφρόν και υπόπτερον αυτής βήμα ανεστάλη αποτόμως. — Τι κυττάζεις, Μαρία; ηρώτησεν αυτήν αυτάρεσκον μειδιώσα η κυρία της. — Αχ! πόσαι μετοχαί! εψιθύρισε περιπόρφυρος εξ ηδονής η θαλαμηπόλος.

Εις το θάμβος του οφθαλμού πρέπει να προστεθή το αναδιδόμενον εκ της θαλάσσης άρωμα ιωδίου όντως μεθυστικόν. Τούτου όμως αποτέλεσμα ήτο να με κρημνίση αποτόμως από της υπερνεφέλου ποιήσεως εις το βάραθρον της πεζότητος, ενθυμίζον με τα γαϊδουροπόδαρα του Φαλήρου και ότι ήμην σχεδόν νήστις από της προτεραίας.

Η τελευταία χρονιά που ήμην ακόμη φυσικός άνθρωπος ήτον το θέρος εκείνο του έτους 187 . . . Ήμην ωραίος έφηβος, καστανόμαλλος βοσκός, κ' έβοσκα τας αίγας της Μονής του Ευαγγελισμού εις τα όρη τα παραθαλάσσια, τανερχόμενα αποτόμως διά κρημνώδους ακτής, ύπερθεν του Κράτους του Βορρά και του πελάγους.

Αλλά πριν ή αρχίση, ήλθε την ημέραν και απεπειράθη να εισέλθη εις το μοναστήριον. Ο θυρωρός τω απηγόρευσεν αποτόμως την είσοδον, λέγων αυτώ ότι ουδείς άρρην ηδύνατο να πλησιάση εκείσε. Ηρνήθη δε και να δώση αυτώ πληροφορίαν τινά, εξ όσων εζήτει ούτος. Τότε κατέφυγεν εις την απεγνωσμένην εκείνην απόπειραν. Κατ' αρχάς εζήτησε να μεταφέρη ή να κατασκευάση προχείρως κλίμακα, όπως αναβή το τείχος.

Λέξη Της Ημέρας

βασιλικώτερα

Άλλοι Ψάχνουν