United States or Malawi ? Vote for the TOP Country of the Week !


Τον απέσπασεν αποτόμως της κλίνης, τον ένιψε και τον ενέδυσε με διπλά υποκάμισα, δύο φανέλλας, χονδρόν μάλλινον γελέκιον, διπλούν σακκάκι κ' επανωφόρι, και περιετύλιξε τον λαιμόν του με χνοώδες μάλλινον μανδήλιον, ποικιλόχρουν και ραβδωτόν, μακρόν καταπίπτον επί το στέρνον και τα νώτα.

Απάνω από το μαύρο φόρεμα, που φορούσε πάντα τώρα, είχε ριγμένο ένα ανοιχτόχρωμο επανωφόρι και το παράθυρο είταν ανοιχτό. Έσκυβε κάτω κ' ένευε ανυπόμονη γιατί δεν την παρατήρησα αμέσως κ' έτρεμε από συγκίνηση για τη χαρά, που θα ένοιωθα βλέποντάς την πως σηκώθηκε και πως μπορούσε να περπατή μόνη.

Από το αίμα στα χέρια της πολυθρόνας μπορούσε κανείς να συμπεράνη πως επυροβόλησε καθήμενος μπρος στο γραφείο του· πως έπειτα έπεσε με σπασμούς και κυλίστηκε γύρω στην καρέκλα. Ήτανε στο παράθυρο, παραλυμένος, ανάσκελα, με όλα του τα φορέματα, με τα παπούτσια, με γαλάζιο επανωφόρι και κίτρινο γελέκο. Όλο το σπίτι, η γειτονιά, η πόλις αναστατώθηκε. Ο Αλβέρτος εμπήκε.

Αλλά δεν μπορούσα να πω τίποτε ούτε να σκεφτώ τίποτε. Η ευτυχία μού ήρθε τόσο ανέλπιστα, ώστε να μην μπορώ να συνέρθω από τη φοβερή νάρκη, που με κυρίευε ακόμα. Μηχανικά έβγαλα τα γάντια μου και το επανωφόρι μου κ' έστεκα εκεί και προσπαθούσα να συνηθίσω τα μάτια μου στη λάμψη της φωτισμένης κάμαρας. — Δε θέλεις να πας μέσα να τονέ δης; Δεν κοιμάται, είπε η γυναίκα μου.

Είπε, κ' εκείναις έμειναν, και αντιπαρακινώνταν, κ' εκάθισαν τον Οδυσσηάανάνεμη γωνία, όπως η κόρη Ναυσικά ταις είχε παραγγείλει. σιμά του έθεσαν αλλαξιά, χιτώνα, επανωφόρι, μέσα εις ολόχρυσο ροΐ του έδωκαν υγρό λάδι, 215 και να λουσθή τον έλεγαντου ποταμού το ρεύμα. τότ' είπε εις ταις θεράπαιναις ο θείος Οδυσσέας•

Ο νέος έβγαλε το λεπτόν και κοντόν επανωφόρι του και την παρεκάλει να σκεπασθή με αυτό διά να μη κρυώση, διότι, όσον επροχώρει η νυξ, ήρχισε να κατεβαίνη από τα βουνά το απόγειον. Εκείνη ηρνείτο να δεχθή το ένδυμα, λέγουσα ότι ουδόλως ησθάνετο ψύχος· ήτο μάλιστα πολύ ζεστή.

Το εδιάβασα κ' εχαμογέλασα· αυτή ρώτησε: γιατί; — Τι θείον δώρον είναι η φαντασία! ανεφώνησα· ηδυνήθην να φαντασθώ για μια στιγμή πώς είχε γραφή για εμέ. Αυτή εσιώπησεν, εφάνη ότι δεν της άρεσε και εγώ εσιώπησα. 6 Σεπτεμβρίου. Μου ήτο πολύ δύσκολον ν' αποφασίσω, ν' αφήσω το γαλάζιο απλούν επανωφόρι μου, με το οποίον κατά πρώτην φοράν εχόρευσα με την Καρολίναν· επί τέλους όμως εχάλασα πάρα πολύ.

Βεβαίως θα μαντεύης πως δεν θα σε προικίσω, μαντεύεις ο μπαμπάς σου πως είναι ποιητής, και στίχους ποιος θα θέλη γαμβρός να του μετρήσω, και μάλιστα αν τύχη κομψός υφηγητής; Εις τους κυρίους γέλα με βλέμματα γλυκά, μήπως γελάσης κάποιον, μονάκριβη μου κόρη, ούτε στιγμή μη λείπης απ' τα εμπορικά, κλέβε και κάπου κάπου κανέν επανωφόρι.

Συνέπεσε μάλιστα να είνε πολύ ακριβά, ύστερον από τας βροχάς εις την αγοράν τα σταφύλια, ενώ τα ιδικά της, καθώς είχον ωριμάσει προφυλαγμένα κάτω από την κληματαριάν, ήσαν εξαίσια! — Γρήγορα, παππού, θα σου φέρω και ζεστό επανωφόρι, έλεγεν ευτυχής η Φωτεινή, και ό,τι άλλο χρειάζεσαι διά τον χειμώνα! Κάθε βράδυ θα πλέκω καλάθια και το πρωί θα πηγαίνω εις την αγοράν φορτωμένη.

Δυνατώτερα και ισχυρότερα τον έπιασα εγώ!, έλεγε η Νεράιδα του Πάγου. Τότε ετραγουδούσαν αι Κόραι του Ηλίου το άσμα του οδοιπόρου που η θύελλα του συμπαρέσυρε το επανωφόρι του μακρυά. — Ο άνεμος επήρε το περίβλημα, αλλ' όχι και τον άνθρωπον. «Ημπορεί να τον πιάσετε, αλλά όχι και να τον κρατήσετε στερεά, Σεις Παιδιά της Δυνάμεως. Είναι ισχυρότερος, είναι πνευματωδέστερος από εμάς!