Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 16 Μαΐου 2025


Πάει στο σπίτι της άγνωστης καλής του, που τον προσμένει αγάπη ολόθερμη, να τόνε ζεστάνη, παγωμένο μέσα στις κρύες βαρυχειμωνιές, που τόνε δέρνουν· αφρόπλαστη αγκάλη τον ακαρτερεί, να γύρη να ξεχάση μες το ηδονικό της σφίξιμο, κάθε βαριά κούραση του κορμιού, και κάθε σκοτεινόν του νου παραδαρμό.

Άμοιρες, άθλιες παρθένες, που στο τραπέζι εκάθιζαν μαζί μου πάντα κι όποια τροφήν έγγιζα εγώ πιάναν κι εκείνες, σ’ αυτές προστάτης να γενής, παρακαλώ σε, κι άφησε στην αγκάλη μου θερμά να σφίξω, μαζί μ’ αυτές τα δεινά μου, δεινά να κλάψω.

Ήτο δεκαπέντε ετών ο Αντωνέλλος όταν εγεννήθη η Μπέλλα η αδελφή του, όταν δε ολίγον κατόπιν απέθαναν οι γονείς των, αυτός ήτο διά την μικράν και πατέρας και μητέρα και αδελφός, τόσον οπού η χαδεμένη η μικρούλα δεν εννόησε καμμίαν στέρησιν. Η αγκάλη του Αντωνέλλου ήτο το παν δι' αυτήν· καταφύγιον πολύτιμον, λιμήν κλειστός απ' όλα τα μέρη, απρόσιτος εις τους ανέμους, ασφάλεια τελεία!

Εμπρός, ω βασιλεύ, γενναίε από το φυσικό σου, φέρε σιμά μου τις δυό τις θυγατέρες μου.Μες στην αγκάλη καθώς εγώ θα τις κρατώ και θα τις σφίγγω, θα μου φανή να τις έχω εμπρός μου σαν όταν έβλεπα. Τι λέγω; Δεν τις ακούω Αθάνατοι εδώ σιμά μου να χύνουν δάκρυα; Μ’ ευσπλαχνίσθη ο Κρέων κ’ εδώ μου τα ’στειλε τα πλέον αγαπημένα, τα δυό γλυκά παιδιά μου. Λέγω καλά; ΚΡΕΩΝ Σωστά.

Μα ο Μιχαήλος που εβάλαμε να φυλάγη μήπως έλθης, τον είδε και άνοιξε την αγκάλη του να τον εμποδίση. Μα εκείνος, σαν να έβλεπε τον όξω απ' εδώ μπροστά του, έβγαλε, λέγει, μια βλαστημιά κ' εσκόντησε τον Μιχαήλο κατά γης κ' εβγήκε κ' έφυγε! Γι' αυτό δεν σε άνοιξε την θύρα σήμερα το παιδί μου, και γι' αυτό δεν ηύρες κανένα να σε υποδεχθή.

Έβαλε νέαν τρόμου κραυγήν, αλλά θερμά χείλη της έφραξαν και πάλιν το στόμα· επρότεινε τους ασθενείς της βραχίονας, ίν' αποδιώξη τον βαρύνοντα επ' αυτής εφιάλτην, αλλ' αι χείρες της απήντησαν νέον και θερμόν σώμα κατακείμενον παρά το πλευρόν της· ηγωνίσθη να αποσπασθή της φλογεράς εκείνης αγκάλης, αλλ' η αγκάλη εσφίγχθη στενότερον περί τα στήθη της.

Και τα παιδιά της τάμοιρα εκλαίγανε κ' εκείνα στους πέπλους της μητέρας τους με πόνο κρεμασμένα. Εκείνη στην αγκάλη της τάσφιγγε με λαχτάρα και πότε το ένα βιαστικά φιλούσε, πότε τάλλο. Μα κι' όλοι οι υπηρέται της, που έχει στο παλάτι, έχυναν μαύρα δάκρυα για την καλή κυρά τους και για την μαύρη μοίρα της.

ΠΗΛΕΥΣ Προχώρησε, παιδί μου, εμπρός εδώ εις την αγκάλη μου, όπως και συ, ω δυστυχισμένη. Αφού σε εύρε δεινή τρικυμία, τώρα πλέον ευρίσκεις λιμένα ήσυχον. ΑΝΔΡΟΜΑΧΗ Ο γέρον, είθε οι θεοί να δώσουν ευτυχίαν εις σε και εις τους δικούς σου, αφού έσωσες το παιδί μου και εμέ την δυστυχισμένην.

Όταν, τα βάσανα του κόσμου, ανεμοζάλη, Κατάστρατα τον άνθρωπο χτυπάει και παραδέρη, Πόση, θρησκεία, 'σάνεσέ το λογισμό του φέρη, 'Βρίσκει γλυκειά παρηγοριάτην ιδική σου αγκάλη! Πόσαις φοραίς το χέρι σου, που λίβανα μυρίζει, Τα πικραμένα δάκρυα μας 'σάν μάνα τα σφογγίζει! Και τα γλυκά τα λόγια σου και τα ζεστά φιλιά σου Πώς μας κοιμίζουνε γλυκάτη μητρική αγκαλιά σου!

Αλλ’ ύπαγε, γέρον, κίνει τους πόδας σου ταχείς και νίκησε το γήρας σου. ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ Σπεύδω, βασιλεύ. ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ Πρόσεξε μη καθίσης εις δάσους σκιάν ούτε παρά δροσεράς πηγάς υδάτων, μήπως σε δελεάση του ύπνου η αγκάλη. ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ Άναξ, μη με αδικής.

Λέξη Της Ημέρας

παρεμορφώθη

Άλλοι Ψάχνουν