United States or Israel ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ανέχου αγογγύστως των γυναικών το φύλον, αν και καλά γνωρίζω πως είσαι ανεμόμυλος, κι' ενώ συχνά με τόνον τας βλασφημείς οργίλον εν τούτοις ποδογύρου σ' εξημερόνει όμιλος. Αν όλ' αυτά που λέγω δεν πάνε εις τον βρόντον και παρ' εμέ καθίσης την κεφαλήν εγείρας, θα φαίνεσαι καμάρι των νέων και γερόντων και διαρκής νεότης θα είναι και το γήρας.

Όχι, το βάθος τόχει, τον ενθουσιασμό τον έχει, τη &θρησκεία& κάθε αγάπης την έχει. Είναι τη λησμονησιά του &εγώ& που δεν έχει. Να τις ως τόσο κ' οι Κολόννες του Κοτζάμπαση του Ολύμπου, που μ' αθάνατους Θεούς είχε να κάμνη, και πάλι Σύνταγμα δεν τους έδινε! Εδώ είναι που μπορείς να καθίσης, και ζωντανή να την κάμης με τα λόγια την αρχαιότητα.

Γοργό Χηλιδωνάκι, πουλί ξενοτικό, Κι' εμέ του ξένου κάμε μια χάρι σπλαχνικό, Πέτα στο περιβόλι της Χλόης, και σαν μπης, Κοντά της να καθίσης, πολλά να της ειπής· Να της ειπής λαλόντας παραπονετικά Πως έβαλαν τα μαύρα, τα μαύρα μ' σωθικά. Ειπές της πως δεν παύω από τους στενασμούς. Αχ! μη, Χελιδωνάκι· πες της χαιρετισμούς.

Ο διάβολος φωνάζει μέσα εις τα έντερα του τρελλού και γυρεύει να του δώσουν δύο ψαράκια να φάγη. Μη φωνάζης, μαύρε άγγελε, και δεν έχω να σου δώσω να φάγης. ΚΕΝΤ Τι έχεις, ω αυθέντα μου; Τι βλέπεις και θαυμάζεις; Εδώτο στρώμα πλάγιασε ν' αναπαυθής ολίγον. ΛΗΡ Την κρίσιν πρώτα να ιδώ. Οι μάρτυρες ας έλθουν! Συ, που φορείς κριτού στολήν, 'ς την μέσην να καθίσης.

Όλα λοιπόν αυτά είναι παιγνίδια ως προς τα καθ' αυτό μαθήματα· και δι' αυτό ισχυρίσθην εγώ ότι έπαιζαν μαζί σου· και τα ονομάζω παιγνίδια, διότι και αν κανείς ήθελε μάθη πολλά τέτοια και αν ακόμη και όλα τα εμάθαινε, δεν θα εγνώριζε καλύτερον την αληθή φύσιν και ουσίαν των πραγμάτων· το πολύ θα ημπορούσε να διασκεδάζη με τους ανθρώπους και να τους εξαφνίζη με αυτήν την διπλήν σημασίαν των λέξεων, όπως ένας που σου βάζει πόδι και σε ρίχτει ανάσκελα, ή όπως εκείνοι που σου τραβούν από πίσω το σκαμνί την ώραν που πας να καθίσης και πεθαίνουν ύστερα στα γέλοια άμα σε ιδούν ξαπλωμένο φαρδύ πλατύ καταγής· ώστε όλα αυτά που έκαμαν ως τώρα με σένα να τα πάρης έτσι για παιγνίδι· τώρα βέβαια θα έλθη και η σειρά των σπουδαίων και σοβαρών, και θα αναλάβω εγώ την υποχρέωσιν να τους παρακαλέσω να κρατήσουν την υπόσχεσίν που μας έδωσαν· διότι υπεσχέθησαν να μας διδάξουν την τέχνην, με την οποίαν να προτρέπωνται οι άνθρωποι εις την καλλιέργειαν της αρετής· αλλά ενόμισαν, μου φαίνεται, πως έπρεπε ν' αρχίσουν μ' αυτάς τας αστειότητας μαζί σου.

Καϋμένο παιδί! του είπε, και τον περιεπτύχθη, καταφιλούσα μετά δακρύων την ακτένιστον κεφαλήν του. Πεντάρφανο απόμεινες· πάει κ' η μάνα σου. Και τον έσφιξεν εις τας αγκάλας της τόσον, ώστε ο Γεώργης δεν εύρεν αναπνοήν διά να κλαύση. — Έλα, πάμε! προσέθηκε. — Πού θα πάμε, θεία; ηρώτησεν ο ορφανός. 'Σ την Κόρθο; Και εσκίρτησεν η καρδιά του. — Όχι, Γεωργάκη μου, θάρθης να καθίσης μαζή μου.

Αλλ’ ύπαγε, γέρον, κίνει τους πόδας σου ταχείς και νίκησε το γήρας σου. ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ Σπεύδω, βασιλεύ. ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ Πρόσεξε μη καθίσης εις δάσους σκιάν ούτε παρά δροσεράς πηγάς υδάτων, μήπως σε δελεάση του ύπνου η αγκάλη. ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ Άναξ, μη με αδικής.

Κυρά μου, είπεν, έλα, παρακαλώ, ν' ακούσω την ιστορίαν σου με την ησυχίαν μου εις το πρόγευμα, διότι μου αρέσει. — Καλέ, πώς γίνεται, ιατρέ μου; 'Σ το τραπέζι σου θα μας καθίσης! — Γίνεται και καλογίνεται.

ΑΜΛΕΤΟΣ Ιδέ τους, φθάνουν διά την παράστασιν· εγώ πρέπει να ήμαι μωρός· ωστόσο πάρε θέσιν να καθίσης. Δανικόν Εμβατήριον. Σαλπισμοί. Εισέρχονται ΒΑΣΙΛΕΑΣ ΒΑΣΙΛΙΣΣΑ ΠΟΛΩΝΙΟΣ ΟΦΗΛΙΑ ΡΟΖΕΝΚΡΑΣ ΓΥΙΛΔΕΝΣΤΕΡΝΗΣ και άλλοι ΜΕΓΙΣΤΑΝΕΣ και η ΣΩΜΑΤΟΦΥΛΑΚΗ με λαμπάδαις. ΒΑΣΙΛΕΑΣ Πώς περνά ο ανεψιός μας Αμλέτος;

Αχ! ας ήμουνα πουλάκι, Δεληγιάννη, να πετάξω Με εσέ στο Βερολίνον, και κρυφά να σε κυττάξω Πώς θα μπης στου συνεδρίου την απέραντη την σάλα, Πώς θα χαιρετήσης τόσα υποκείμενα μεγάλα, Πόσας ρεβεράνς θα κάμης, και με ποίο σοβαρό Θα καθίσης στου Σουβάλωφ και του Βίσμαρκ το πλευρό.