United States or Germany ? Vote for the TOP Country of the Week !


Όμως ποντικοί κι άλλα των αλλών τώρα επτά χρόνια τρέφουν τον τρελλόν Φυλάξου από αυτόν, που με κυνηγά. Ησύχασε, δαιμόνιον! Σιώπα! ΓΛΟΣΤ. 'Σ αυτήν εδώ την συντροφιάν κατήντησες, αυθέντα; ΕΔΓΑΡ Είναι τρανός και φοβερός ο βασιλεύς του σκότους. Μοδόν τον λέγουν και Μαχού! ΓΛΟΣΤ. Αυθέντα, τα παιδιά μας, η σάρκα και το αίμα μας, επήραν κακόν δρόμον και κατατρέχουν τους γονείς!

ΚΕΝΤ Παρακαλώ, έμβα εδώ, αυθέντα. ΛΗΡ Πήγαινε συ ν' αναπαυθής. Εγώτην τρικυμίαν ευρίσκω διασκέδασιν. Μου 'βγάζει απ' τον νουν μου εκείνα που θα μ' έβλαπταν πλειότερον ακόμη. Αλλ' ας έμβω. Έλα συ, παιδί μου· έμβα πρώτος· έλα, ω άστεγε πτωχέ! Θα 'πώ την προσευχήν μου και ύστερα θα κοιμηθώ.

Είναι καιρός να σ' οδηγούν και να σε κυβερνήσουν εκείνοι, οπού το σωστόν καλλίτερά σου 'ξεύρουν. ’Σ της αδελφής μου γύρισε, παρακαλώ, κ’ ειπέ της ότ' είχες άδικον. ΛΗΡ Εγώ, συγγνώμην να ζητήσω! « Ω κόρη μου, θα της ειπώ, αλήθεια είμαι γέρος, » κ’ είναι οι γέροι περιττοί. Εμπρός σου γονατίζω· » ελέησέ με· φαγητόν, ρούχα, κρεββάτι δος μου». ΡΕΓ. Φθάνουν οι άνοστοι αύτοι αστεϊσμοί, αυθέντα.

ΜΑΛΚΟΛΜ Ακόμη δεν επέστρεψαν, αυθέντα σεβαστέ μου, αλλ' όμως ένας, που παρών τον είδε ν' αποθάνη, μου είπ' ότι εκήρυξε το κρίμα του πανδήμως και ότι παρεκάλεσε να του το συγχωρήσης, κι' απέδειξε μετάνοιαν μεγάλην. Την ζωήν του τίποτε τόσον δεν τιμά όσον ο θάνατος του! Απέθανε 'σαν άνθρωπος καλά ετοιμασμένος το ό,τι πλέον ακριβόν να το αποτινάξη ωσάν να ήτο η ζωή πράγμα χωρίς αξίαν.

Θα του 'πω και δι' αυτό το γράμμα.. Νομίζω η εκδούλευσις ανταμοιβήν ν' αξίζη, του δε πατρός μου ο χαμός είναι 'δικόν μου κέρδος. Ο νέος ανυψώνεται, όταν ο γέρος πέση! Εξοχή. Καλύβη εν τω μέσω αυτής — Η τρικυμία εξακολουθεί. ΚΕΝΤ Εφθάσαμεν, αυθέντα μου καλέ μου. Έμβα μέσα. Την νύκτα, εις τα ξέσκεπα, με τόσην τρικυμίαν, δεν είναι άνθρωπος ν' αντέχη; ΛΗΡ Άφησέ με. ΚΕΝΤ Έμβα, αυθέντα.

Επικαλούμαι την βοήθειάν σου, Βάαλ, και σου φέρω την αθλιότητά μου, τα δάκρυά μου, την αγάπην μου, — επίσης φέρω και νέα τα οποία περισυνέλεξα προς χάριν σου. Γνωρίζω πού μένει η θεία Λίγεια, θα σου δείξω, αυθέντα, τον δρομίσκον και την οικίαν . . . . — Πού; — Εις του Λίνου, του πρεσβυτέρου των χριστιανών ιερέως.

Πώς πηγαίνουν τα οιδήματα τα οποία σου επροξένησεν ο θείος Οδυσσεύς υπό τα τείχη της Τροίας, και τι κάμνει ο ίδιος εις τα Ηλύσια πεδία; — Ευγενή αυθέντα, απήντησεν ο Χίλων Χιλωνίδης, ο σοφώτατος των νεκρών, ο Οδυσσεύς πέμπει δι' εμού εις τον Πετρώνιον, τον σοφώτατον μεταξύ των ζώντων, ένα χαιρετισμόν και την παράκλησιν όπως καλυφθώσιν αι ουλαί των κτυπημάτων μου διά καινουργούς μανδύου.

ΛΕΝΩΞ Να, εδώ. — Τι έπαθες και είσαι ταραγμένος; ΜΑΚΒΕΘ Ποιος από σας τόκαμ' αυτό; ΑΡΧΟΝΤΕΣ ΔΙΑΦΟΡΟΙ Τι πράγμα, ω αυθέντα; ΜΑΚΒΕΘ προς το φάσμα. Δεν ημπορείς να μου ειπής ότι εγώ σου πταίω!.., Μη τα μαλλιά σου μου κινής τα αιματοβαμμένα! ΡΩΣ Δεν είναι, άρχοντες, καλά ο Μάκβεθ! Σηκωθήτε! ΛΑΙΔΗ ΜΑΚΒΕΘ Καθήσετε, ω άρχοντες. Αυτά συχνά τα έχει, και από νέος μάλιστα! Κανείς σας μη σαλεύση!

Ώρα κακή! τι ήθελα να γεννηθώ η μαύρη! Λίγον ρακί! — Αυθέντα μου, κυρία μου, βοήθεια! ΚΑΠΟΥΛΕΤΑΙΝΑ Τι είν' ο τόσος θόρυβος; ΠΑΡΑΜΑΝΑ Ημέρα ωργισμένη! ΚΑΠΟΥΛΕΤΑΙΝΑ Τι έπαθες; ΠΑΡΑΜΑΝΑ Κύτταξ' εκεί! Δυστυχισμένη 'μέρα! ΚΑΠΟΥΛΕΤΑΙΝΑ Αλλοίμονον, αλλοίμονον! Παιδάκι μου, ζωή μου! Ω! Αναστήσου, ή κ' εγώ μαζή σου θ' αποθάνω. Βοήθεια! Βοήθεια! Ω! φώναξε να έλθουν. ΚΑΠΟΥΛΕΤΟΣ Είν' εντροπή!

Πλην οδυνηρά η φωνή του Ναζαρίου ηκούσθη εις το σκότος: — Αυθέντα, την μετέφεραν μετά του Ούρσου εις την Εσκιλίνην φυλακήν . . Φέρομεν άλλο σώμα! Την επήραν προ του μεσονυκτίου, αλλοίμονον! Ο Βινίκιος δεν ηδυνήθη να προφέρη ουδέ λέξιν, έμεινε κεραυνόπληκτος και μόνον με τας περιποιήσεις του Πετρωνίου συνήλθεν. Αλλοίμονον, έλεγε, το παν κατεστράφη, μόνον Εκείνος δύναται να μου την αποδώση.