United States or Poland ? Vote for the TOP Country of the Week !


Σπάζομε τα ξεραΐδια από το δέντρο πούναι στο άλσος των Αρπυιών και κάθε μουχρό φαρμακερό κλωνί ματώνει με κόκκινο αίμα μπροστά μας και βγάζει δυνατή πικρή φωνή. Από μια κεράτινη σάλπιγγα μας μιλεί ο Οδυσσεύς κι όταν από τον φλόγινο τάφο του σηκώνεται ο μεγάλος Ghibelline, η περηφάνεια που θριαμβεύει απάνω από τα βάσανα εκείνου του κρεββατιού γίνεται για μια στιγμή δική μας.

Οι κανόνες λένε, τέκνον μου, από την Μεγάλην Πέμπτην να παύουν οι Χριστιανοί από την εργασίαν και να συντρέχουν εις τας εκκλησίας. — Πού τ' ακούνε αυτά τώρα, παιδί μου! Εδώ τους βγάζει αστυνομία, παιδί μου, από της ταβέρναις με την μπαγιονέτα. Πού ακούσθηκε με την μπαγιονέτα να πηγαίνουν οι Χριστιανοί στην εκκλησίαν, στον Παράδεισον! . . .

ΜΠΕΜΒΟΛΙΟΣ Μας 'βγάζει απ' τον δρόμον μας ο άνεμος που λέγεις. Το δείπνον θα' τελείωσε. Θα φθάσωμεν εξώρας. ΡΩΜΑΙΟΣ Κ' εγώ φοβούμαι πρόωρα! 'Σαν να μου λέγη κάτι, ότι μεγάλη συμφορά, 'ς το άστρον μου κρυμμένη, απ' το νυκτοξεφάντωμα τ' αποψινόν θ' αρχίση, κι ότι αυτή, την ύπαρξιν την καταφρονημένην που κλείω εις τα στήθη μου, θα μου την τελείωση με μιαν φρικτήν καταστροφήν θανάτου πριν της ώρας!

Ο πιστικός χαράημερα και με τ' αηδόνια τώρα Αρμέει και βγάζει απ' το μαντρίτα πλάϊα το κοπάδι, Και κάθεταιένα τσουγγρί και λέει γλυκό τραγούδι. Το λέει με τη φλογέρα του, το λέει με τη φωνή του.

Ο γέρο Μπάρδας κάθεται σε στρουγγολίθι απάνου Με το πλατύ το πόσι τον, με το μακρύ ραβδί του, Με την χοντρή σου σάρικα πώχει πυκνόν το φλόκο, Με τους εφτά του τους υγιούς, με τους εννιά γαμπρούς του, Κι' όλο τηράει τα πρόβατα και λέει για το καθένα: — Τήρα σαργιά πώχ' η χελιά, τήρα ποκάρι η κούλια, Τήρα την στερφοκάλλεσα ρούντο μαλλί που βγάζει, Η μονοβύζα η καψαλή τήρα κολτσίδες πώχει.

Είπε, και πήρε κι' άνοιγε τις σκαλιστές σκεπάστρες των σεντουκιών, και δώδεκα βγάζει σκουτιά πανώρια, μονές φλοκάτες δώδεκα, πέφκια άλλα τόσα βγάζει, 230 τόσα πουκάμισα κρουστά και τόσα πανωφόρια, και διο τριπόδια π' άστραφταν και τέσσερα λεβέτια· 233 βγάζει ποτήρι αμίμητο, π' όταν ταξίδι βγήκε γνωστοί του του το χάρισαν στη Θράκη, βιος μεγάλο· 235 μα ουδέ κι' αφτό δεν τ' άφισε, τι διάπυρα η καρδιά του ένα ποθούσε, το νεκρό να ξαγοράσει γιο του.

Και πρώτα οχ το λαχταριστό κορμί της κάθε λέρα 170 βγάζει μ' αθάνατο νερό, και τρίβεται με λάδι, πούχε ένα σπάνιο αθάνατο μυρουδικά γιομάτο, λάδι π' απ' τον καλόστρωτο κι' αν το κουνάς του Δία τον πύργο, πάλε η μυρουδιά γης κι' ουρανό ποτίζει· μ' αυτό έτριψε τ' αφράτο της κορμί, και με τα χέρια 175 χτενίζει τα πυκνόσγουρα και πλέχνει τα πλεξούδια, πλούσια πλεξούδια απ' όμορφο θεοτικό κεφάλι.

Και απήντησε σχεδόν αμέσως·Όσο γι' αυτό, χάρη μου κάνεις, κυρά. Δεν είνε προκοπή απ' το παιδί. Ουδέ το ψωμί του δεν βγάζει. Ας πάητο καλό.

Τελειώνοντας τούτους τους λόγους βγάζει ένα δακτυλίδι που είχεν εις το δάκτυλόν του· και ο βασιλεύς ευθύς τον είδε πώς δεν ήτον άλλο, παρά ένας άσχημος γέρων.

Η Ρώσσα είναι μάζα που δεν έπηξε. Μπορεί να γίνεται μονομιάς ό,τι θέλεις, θρήσκα, άθεη, συντηρητική, επαναστάτρια, κοιμισμένη, ριζοσπαστική, φουριόζα. Μπορεί, μόλις αγναντέψει κάποιον, να τον ερωτευτεί, και μόλις απαντήσει κάποιον άλλο, να ξαπολύκει τον πρώτο και μονοστιγμίς να ερωτευτεί το δεύτερο. Ό,τι έχει μέσα της το βγάζει, στο φόρο, ή, καλλίτερα, βγαίνει μονάχο του, άθελα.