United States or British Virgin Islands ? Vote for the TOP Country of the Week !


Μόλις ετελείωσεν η ιστορία, ότε η παπαδοπούλα με τον ονομαζόμενον κύριον Σμιθ ήρχετο διά του κήπου· εφίλησε την Καρολίναν με διαχυτικότητα, και πρέπει να ομολογήσω ότι δεν την ηύρα άσχημην· μία μελαχροινούλα, ζωηρά και με ωραίον ανάστημα, που θα μπορούσε να καλοδιασκεδάση κανένα για λίγον καιρό εις την εξοχήν.

Έδειξε τόση αγάπη και συμπάθεια για μένα, ο αφεντικός μ', που δεν μολογιέται. Με θεωρούσε σαν παιδί τ'. Εκεί μια μέρα, ύστερα από λίγον καιρό, μώδωκε ένα γράμμα, και το γράμμα αυτό διαλάβαινε ότι είχες πεθάνει, εσύ! Μαθόντας αυτήν την είδηση κόπηκα στα κλάματα.

Ώρα κακή! τι ήθελα να γεννηθώ η μαύρη! Λίγον ρακί! — Αυθέντα μου, κυρία μου, βοήθεια! ΚΑΠΟΥΛΕΤΑΙΝΑ Τι είν' ο τόσος θόρυβος; ΠΑΡΑΜΑΝΑ Ημέρα ωργισμένη! ΚΑΠΟΥΛΕΤΑΙΝΑ Τι έπαθες; ΠΑΡΑΜΑΝΑ Κύτταξ' εκεί! Δυστυχισμένη 'μέρα! ΚΑΠΟΥΛΕΤΑΙΝΑ Αλλοίμονον, αλλοίμονον! Παιδάκι μου, ζωή μου! Ω! Αναστήσου, ή κ' εγώ μαζή σου θ' αποθάνω. Βοήθεια! Βοήθεια! Ω! φώναξε να έλθουν. ΚΑΠΟΥΛΕΤΟΣ Είν' εντροπή!

Κ' είναι να θαμάση άνθρωπος πώς κατορθώθηκε τέτοιο μεγαλούργημα σε τόσο λίγον καιρό. Πόσο στοίχισε το χτίριο δεν το καλογνωρίζουμε. Κάποια περιγραφή του ναού θα γίνη αλλού, καθώς είπαμε. Εδώ μπορούμε το πολύ να μπούμε μέσα με τη φαντασία, και θωρώντας περίγυρα, να θαμπώσουν τα μάτια μας από τ' αριθμητά χρυσά κι αργυρά σκεύη, από τα διαμάντι κι από το μαργαριτάρι.

Ερώτησα τότε τι απόγινε η γκουβερνάντα και μου αποκρίθη ότι κάπως παράξενα λίγα χρόνια ύστερ' από την έκδοση της Vanity Fair έφυγε με τον ανεψιό της κυρίας που ζούσε μαζί της και για λίγον καιρό έκανε μια μεγάλη βουτιά μες στο βούρκο της κοινωνίας ακριβώς με τους τρόπους και τη μέθοδο της κ. Rawdon Crawley.

Εκεί μπήκα σ' έναν αφεντικό. Σε λίγον καιρό ο αφεντικός μου κατηγορήθηκε ότι ήταν ενάντιος του βασιλειά κι' έγεινε εξορία μαζύ με την φαμίλλια του. Όλοι οι δούλοι του τον παράτησαν, και μοναχά εγώ πήγα κοντά του, γιατί είταν καλός και με αγαπούσε. Μας πήγανε σ' έναν πολύ άγριον τόπο, κι' εκεί μας πούλησαν στους κουρσάρους της Μπαρμπαριάς, και μας πήγαν δεμένους στην πατρίδα τους.

Και η «Αθηνά», σκαμπανεβάζοντας στο κύμα, αναστέναζε από τα τρίσβαθα των αρμών της. — Μαζί θα πεθάνωμε, Μοναχάκη. Σιγά-σιγά τους πλάκωσαν τα γεράματα, Στο τελευταίο ταξίδι στη Μαρσίλια, ο Μοναχάκης αρρώστησε. Τον βγάλανε όξω στα σπιτάλια. Οι γιατροί του είπαν να μείνη λίγον καιρό να κυτταχθή. Ο Μοναχάκης δεν τάκουε αυτά. «Την Αθηνά δεν την αφίνω σε ξένα χέρια», έλεγε.

ΦΩΝΕΣΜπιζ, Μπιζ! Γενική απαίτησις. ΛΕΛΑΑδύνατο! ΑΝΘΥΠΟΛ. — Δεν μπορείτε ναρνηθήτε. ΛΕΛΑΈστω. Αλλά θα βγω να πάρω λίγον αέρα. Μούρχεται λιγοθυμία. ΑΝΘΥΠΟΛ. — Σας συνοδεύω. ΛΕΛΑΔεν θέλω κανένα μαζή μου. Ευχαριστώ. Πέντε λεπτά, σε πέντε λεπτά. Χ τ ύ π α Γ ι ά ν ν η τ η ν κ α μ π ά ν α Γ ι α ν α ρ χ ί σ η η λ ε ι τ ο υ ρ γ ι ά. Χ α! χ α! χ α! Οι παραπάνω, χωρίς τη Λέλα.

Λέγει η Αλουπού· θυμούμαι, Αν στο νου μου δε γελιούμαι, Κάπου εδώ κοντά σημάδι Εχω ιδή από πηγάδι· Και σα θέλεις λίγον κόπο Κάνομε ως αυτόν τον τόπο, Μήπως τύχη και το βρούμε, Και χωρτάτα δροσιστούμε. Συνοδιά το δρόμο παίρουν, Και αρκετή ώρα γύραις φέρουν· Τελοσπάντων πιτυχαίνουν, Κι' ευχαριστημένοι μένουν.

Εγώ είμαι αθώος! Αυτό σας το απέδειξα· φως φανερόν σας είπα το ποιος και πώς σας έπαιξε, τι μέσα, τι απάτην· τα πάντα σας εξήγησα εις τρόπον που καθένας όσον κι' αν έχη 'λίγον νουν, 'μισήν ψυχήν κι' αν έχη να 'πή: Αυτά τα έκαμεν ο Βάγκος! Α’ ΔΟΛΟΦΟΝΟΣ Μας τα είπες. ΜΑΚΒΕΘ Επήγα και μακρύτερα.