United States or Vanuatu ? Vote for the TOP Country of the Week !


Τους ανθύπατους, λόγου χάρη, δεν τους έστελνε στην Ελλάδα δίχως να ξέρουν Ελληνικά, καθώς έκαμναν οι προκάτοχοι του, μόνο φρόντιζε να γνωρίζουν τη γλώσσα του λαού που θα κυβερνήσουνε. Θάλεγες πως σκοπός του είτανε να γεννιέται κάποια συμπάθεια αναμεταξύ Ρωμαίους κ' Έλληνες.

ΑΓΓΕΛΙΚΗ Αχ! Τι χαρά μου! Πατέρα μου, μια φορά που ο Θεός δεν ήθελε να σε χάσω και μου ξαναδίνει την ευτυχία, επίτρεψέ μου να πέσω στα πόδια σου και να σου ζητήσω μια χάρι. Αν δεν εγκρίνης τη συμπάθεια της καρδιάς μου, αν μου αρνείσαι να πάρω τον Κλεάνθη, σ' εξορκίζω, πατέρα μου, να μη μ' αναγκάσης τουλάχιστον να πάρω άλλον. Αυτή είναι η μόνη χάρι που σου ζητώ.

Ανάμεσα στο λόγκο, πέρ' από το ρέμα, αγνάντια στο βουναράκι, ξέμακρ' από το χωριό, διωγμένη από την πικρήν καταφρόνια, του κόσμου, κυνηγημένη από τω χωριανών της τη μάβρη κατακραγή, έρημη κι απομόναχη, ανάφεντη κι απροστάτεφτη, δίχως παρηγοριά κ' ελπίδα, δίχως κανένα παραθάρι και συμπάθεια παραμικρή, λησμονημένη από τους εδικούς της, ξεγραμένη από της ζωής το βιβλίο, — αφού εξεγράφτηκε κι απ το βιβλίο της τιμής. — σέρνει στο μοναξό της καταφύγι τη μισητή ζωή της η Γιανούλα.

Μια γυναίκα πούκλαιε, κιόταν ακόμη μου κινούσε συμπάθεια, μου φαινόταν πως ξέπεφτε, πως γινόταν ζώο δειλό και κακομοιριασμένο. Μπροστά μας άνοιξαν οι ελιές και φάνηκε μακριά το φαράγγι, μια βαθειά σχισμάδα του βουνού. Το άνοιγμά του φαινότανε μαύρο· αλλά στο πάνω μέρος γελούσε λίγη μακρυνή θάλασσα. — Επήες ποτέ σου στο φαράγγι; με ρώτησε το Βαγγελιό. — Επέρασα κοντά, μα εκειά ίδια δεν επήα.

Απαντήσαμε φίλους, μα καμιά συμπάθεια δεν κατώρθωσε να γεννήση στη γυναίκα μου άλλο αίστημα, παρά μόνο ευγνωμοσύνη· οι άνθρωποι γλυστρούσανε κοντά μας, σα να στεκόμαστε μέσα σε κάποια σύνορα, που δεν μπορούσε να τα περάση κανείς. Και την ησυχία, που είτανε δυνατό να βρούμε, τη βρήκαμε μόνο ένα βράδι, που μεταφερθήκαμε στο νέο σπίτι μας, στη Στοκχόλμη.

ΑΓΓΕΛΙΚΗ Μια φορά που η συναίνεσίς σας μου δίνει το δικαίωμα να σ' ανοίξω την καρδιά μου, 'δε θα σου κρύψω ότι προ έξ ημερών γνωριστήκαμε κατά τύχη και ότι η συμπάθεια που νοιώσαμε ο ένας για τον άλλον, από την πρώτη φορά που ιδωθήκαμε, τον έκανε να με ζητήση από σας. ΑΡΓΓΑΝ Αυτό δε μου τώπαν.

Ήτο πιθανώς κατ' αυτήν την στιγμήν της αφάτου αγωνίας ότε η φωνή του Υιού του Ανθρώπου ηκούσθη υψουμένη, όχι εις κραυγήν φυσικής αγωνίας προς την φοβεράν εκείνην βάσανον, αλλ' εις ατάραχον προσευχήν εν θειοτάτη συμπαθεία υπέρ των ακάρδων και ανηλεών φονέων Του, προσέτι δε, και υπέρ πάντων όσοι εν τη αμαρτωλή αμαθεία των εκ νέου Τον σταυρούσι διά πάντοτε, — &«Πάτερ, άφες αυτοίς, ου γαρ οίδασι τι ποιούσι».&

Οι Απόστολοι δεν φαίνεται να προσεκλήθησαν. Δεν υπήρχεν η συμπάθεια του Θωμά όπως Τον υποστηρίξη, ούτε η πραότης του Ναθαναήλ όπως Τον ενθαρρύνη, ούτε η θερμότης Του Πέτρου όπως Τον υπερασπίση, ούτε ηγαπημένος Ιωάννης όπως κλίνη την κεφαλήν προς το στήθος Αυτού.

Ποίος το ειξεύρει; είπε μετ' αμφιβολίας η Αϊμά. — Θα υπάρχουν άνθρωποι να το ειξεύρουν, πιστεύω. — Και πού να τους εύρωμεν; — Αυτό πρέπει να το φροντίσωμεν χωρίς άλλο. Πιστεύεις ότι αισθάνομαι συμπάθειαν διά σε; — Ευχαριστώ, μήτερ μου. — Και επιθυμώ να μάθω ποία είσαι, προσέθηκεν η Σιξτίνα μη ευρίσκουσα άλλην ερμηνείαν της λέξεως συμπάθεια. — Κ' εγώ επιθυμώ το ίδιον, είπεν η Αϊμά.

Αν τύχει από μεγάλη ψυχοπονιά και συμπάθεια να αισθάνεται ο κοινωνιολόγος σαν τους προλετάριους, μπορεί να γίνει κοινωνιστής, θεωρητικός όμως.