United States or Grenada ? Vote for the TOP Country of the Week !


ΑΓΓΕΛΙΚΗ Αχ! Τι χαρά μου! Πατέρα μου, μια φορά που ο Θεός δεν ήθελε να σε χάσω και μου ξαναδίνει την ευτυχία, επίτρεψέ μου να πέσω στα πόδια σου και να σου ζητήσω μια χάρι. Αν δεν εγκρίνης τη συμπάθεια της καρδιάς μου, αν μου αρνείσαι να πάρω τον Κλεάνθη, σ' εξορκίζω, πατέρα μου, να μη μ' αναγκάσης τουλάχιστον να πάρω άλλον. Αυτή είναι η μόνη χάρι που σου ζητώ.

Αλλ' αρνείσαι ότι είσαι τοιούτος; Όχι δεν θ' αρνηθής, διότι εγώ γνωρίζω το θάρρος σου, μου φαίνεται δε ότι και υπερηφανεύεσαι διότι δεν χάνεται η δόξα των έργων σου, αλλ' είσαι εις όλους γνωστός και περιβόητος. Αλλά και αν θελήσης ν' αρνηθής ότι είσαι τοιούτος, ποίοι θα σε πιστεύσουν; οι συμπολίται σου; Διότι από αυτούς είνε ορθόν ν' αρχίσωμεν.

ΟΙΔΙΠΟΥΣ Δίκαια δεν λες ούτε αρεστά στην πόλιν, μάντι, την πόλιν όπου σ’ έθρεψε καθώς αρνείσαι, από απορία που σου ζητάει να τήνε βγάλης. Μη, σ’ εξορκίζω στους θεούς, ω Τειρεσία, αρνείσαι που όλοι, ικέται σου, παρακαλούμε. ΤΕΙΡΕΣΙΑΣ Είναι γιατί δεν ξέρετε° μα εγώ ποτέ μου δεν θενά πω το μάντευμα που μέλλει, Οιδίπου, να φανερώση τα φρικτότατά σου έργα.

Και τόρα πάλιν αρνείσαι, ότι εγέννησαν άλλα πράγματα ο ασθενής αυτός Σωκράτης και η γεύσις του οίνου, δηλαδή εις την γλώσσαν μίαν αίσθησιν της πικρότητος και εις τον οίνον μίαν γεννηθείσαν και κινουμένην πικρότητα, ο οίνος όμως δεν είναι πλέον πικρότης αλλά πικρός, καθώς και εγώ δεν είμαι πλέον αίσθησις αλλά αισθανόμενος; Θεαίτητος. Το παραδέχομαι καθ' ολοκληρίαν. Σωκράτης.

Ενώ χαλούν ντουνιάδες εκείνος τον χαβά του... χωρίς ποτέ καθόλου ν' ανοίγη τα στραβά του ακούραστος τοξεύει καρφιά, βελόναις, βέλη, και πού εκείνα πάνε κουκούτσι δεν τον μέλει. Όταν ιδής των άλλων τας φρένας να μεθύση αρνείσαι εις εκείνους και κοκοβιού μυαλά, αλλ' αν ποτέ κι' απάνω 'στόν σβέρκο σου καθίση για κοκοβιό νομίζεις αυτόν που σε γελά.

Το παραδέχομαι βεβαία, και με όλα τα σωστά μου μάλιστα· ή μήπως τάχα εσύ αρνείσαι την ύπαρξίν της, Διονυσόδωρε; — Αι λοιπόν, εγώ σου λέγω. πως ποτέ δεν θα ημπορέσης να μου αποδείξης, ότι ήκουσες δύο ανθρώπους να αντιλέγουν ο ένας του άλλου. — Αλήθεια λες· αλλά ας το ακούσωμεν τώρα, αφού θα σου παρουσιάσω την ευγενεία μου τον Κτήσιππον, να αντιλέγη προς εσένα τον Διονυσόδωρον.

Σωκράτης Διατί λοιπόν, Πρωταγόρα, συ ούτε παραδέχεσαι ούτε αρνείσαι εκείνα, τα οποία ερωτώ; Πρωταγόρας Μόνος τελείωσέ τα, είπε. Σωκράτης Να τελειώσω, είπον εγώ, μόνον, αφ' ου σ' ερωτήσω ακόμη έν πράγμα. Εάν εξακολουθής ακόμη να νομίζης, όπως κατ' αρχάς, ότι υπάρχουν μερικοί άνθρωποι αμαθέστατοι μεν, ανδρειότατοι όμως.

Πρέπει δε ακόμη να έλθωμεν εις συμφωνίαν, τι πράγμα είναι ο λόγος. Θεαίτητος. Όσον δι' αυτό πολύ καλά, αλλά το διατί να έλθωμεν εις συμφωνίαν ως προς τον λόγον, αυτό δεν το ενόησα. Ξένος. Αλλ' ίσως να το εννοήσης πολύ εύκολα, εάν με παρακολουθήσης ως εξής. Θεαίτητος. Πώς; Ξένος. Δεν αρνείσαι ότι το μη ον το απεδείξαμεν ως έν γένος μεταξύ, των άλλων το οποίον διαμοιράζεται εις όλα τα όντα.

Ένα τέτοιον ομίλημα δεν με απέλπισεν· ω καλέ πατέρα μου, του εξαναείπα, ξαναδίδοντάς του πάλιν την σακκούλαν, μη μου αρνείσαι την συνέργειάν σου· έχω μεγάλην επιθυμίαν να ιδώ την βασιλοπούλαν, δεν ημπορώ παρά από λόγου σου να λάβω αυτήν την ευχαρίστησιν, αν δεν με υπακούσης, εγώ αποθαίνω από τον πόνον μου.

Κι' αν θέλης να ξέρης, παπά μου, άκουσε τι λέει ο Εκκλησιαστής: «Τον καθαιρούντα φραγμόν δήξεται αυτόν όφις»· όποιος χαλνάει φράχτη το φίδι θα τον φάη. — Και ποιον φράχτη, σε παρακαλώ, κυρ Φραγκούλη, χάλασ' ο γυιός μου; — ηρώτησε με πείσμα ο κυρ Δημητράκηςγιατί ενόησα καλά, μη μου το αρνείσαι, πως τάχεις με το γυιό μου. — Ένας αρραβώνας μιας κόρης είνε φράχτης, είπεν ο Φραγκούλης.