United States or Saint Helena, Ascension, and Tristan da Cunha ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ο Μόχογλους άρχισε ν' απαγγέλη με τόνον ιερατικής ευχής: Τούρτουρος και τουρτουρίνα! Ο Σιφογιάννης επανάλαβε: Τούρτουρος και τουρτουρίνα! Κιο Μόχογλους εσυμπλήρωσε: Και μεγάλη Τουρκαρίνα! Αφού επανάλαβε και τη δεύτερη φράση ο χωρικός, ο Αγάς του είπε: — Αγνάντισες εδά, μωρέ, είντα γίνηκε; Με δειλό νεύμα φανέρωσε ο Σιφογιάννης πως δεν κατάλαβε. — Θα σου το πω, εγώ, είπεν ο Μόχογλους. Ετούρκεψά σε.

Όταν κάθε χρόνο, την εβδομάδα του Θωμά το νησί μας εβούρκωνε από το δειλό καρδιοχτύπι μανάδων και στεφανωτικών, αντήχαε από το επικούρειο γλέντι των βουτηχτάδων, εγώ δεν έβλεπα εμπρός μου παρά Λάμια τη Μπαρμπαριά, να στρώνη τα κρυσταλλένια κρεβάτια της για να πλαγιάση αξύπνητα εκείνους που ζηλεύουν τα πλούτη της.

Μια γυναίκα πούκλαιε, κιόταν ακόμη μου κινούσε συμπάθεια, μου φαινόταν πως ξέπεφτε, πως γινόταν ζώο δειλό και κακομοιριασμένο. Μπροστά μας άνοιξαν οι ελιές και φάνηκε μακριά το φαράγγι, μια βαθειά σχισμάδα του βουνού. Το άνοιγμά του φαινότανε μαύρο· αλλά στο πάνω μέρος γελούσε λίγη μακρυνή θάλασσα. — Επήες ποτέ σου στο φαράγγι; με ρώτησε το Βαγγελιό. — Επέρασα κοντά, μα εκειά ίδια δεν επήα.

Επάγωσε οχ το φόβο του, και τώπεσε η ασπίδα, Και μες τη λίμνη απόθεσε την παντοχή και ελπίδα, 470 Του Καλαμιότη οι Ποντικοί το κάμωμα θωρόντας, Στους Μπακακάδες ώρμησαν περσότερο θαρρόντας. Και τους μαζόνουν ομπροστά μ' αλλαλαγμό και κρότο, Κατόπι κυνηγόντας τους 'χτόν ύστερ ως τον πρώτο. Μοντων στρατιότων τ' άγνωστο δειλό ανακατωμά τους 475 Ο Νερορρούφας έφτακε τρεχάτα από κοντά τους.

Και το βλέμμα του έγινε πάλιν αόριστο, κάπως δειλό εστυλώθηκεν απάνω σε μια στάμνα που έστεκε σπασμένη στην αυλή, το μέτωπο εσούφρωσε κ' εκέρωσε, λέγεις κ' έβλεπε ασπίδα να προβάλη αποκεί. — Εσύ πατέρα πώς επήγες; Με τη μηχανή; τον ερώτησα. — Όχι, με την πέτρα σαν τους Καλυμνιώτες. Πού μηχανές στον καιρό μας! — Εγώ σαν μεγαλώσω θα πάω να το κόψω· είπα πεισματικά.

Και το περιπλοκάδι Που πάντα κρύβεται δειλό, και τ' άπλερο κορμί του Αλλού στηλόνει το φτωχό... σ. 60. Περιπλοκάδι . Χαριέστατον φυτόν διά των λεπτοτάτων αυτού νεύρων περιπλεκόμενον εις τα στελέχη των παρ' αυτώ φυομένων θάμνων. Ευρίσκεται πάντοτε κεκρυμμένον εν ταις αιμασιαίς. Άπλερο δε ένεκεν της ευλυγιστίας και της αδυναμίας αυτού, τουτέστι μη πλήρες.

Τότες του λέει ο Νέστορας, ο γερο-αλογολάτης «Ωχού, τι λόγο, αδρέφι μου, σου ξεστομίζει η γλώσσα! Μα αν πες ο Έχτορας δειλό σε πει και φοβητσάρη, πιος Τρώας και πιος Δάρδανος, θαρρείς, θα τον πιστέψει; πιά θα πιστέψουν θηλυκά των ασπιστάδων Τρώων, 155 πούδωκες χώμα κι' έφαγαν τα τρυφερά τους τέριαΕίπε, κι' εκείνος γύρισε φεβγάλα τ' άλογά του πίσω μες στο κυνηγητό.