United States or Falkland Islands ? Vote for the TOP Country of the Week !


Βογγούσης πάλι ο ακράτητος με τ' αγριομένο βλέμμα Τον Κομματά εφοβέρισε χουγιάζοντάς του· τρέμα. 510 Τρέμα ανάξιε, ουτιδανέ και πριν να τ' αποσώση, Απόκοτις δοκίμασε κοντά να τον τυφλώση, Με χούφτα λάσπης νερουλής που αδραχτηκά σηκόνει Του χρει τη μούρη ολάκαιρη, τα μάτια του θαμπόνει, Κακίζει τότε ο Κομματάς και στη στιμήν εκείνη 515 Χεριάζει πέτραν έβελη, και δίχως ν' αναμείνη, Προς τον οχτρό του απανωθιό πεισματικά απολνάει, Και το μηρί του το δεξί συντρίμματα σκορπάει· Μον ο Σκουζιάρης πάραυτα τον φίλο ξεδικέται·

Τραγούδια τσοι δρόμοι, μαντουνάδες από κάτ' απ' τα παραθύρια ούλη νύχτα, και ζήλιες και πεισματικά και καυγάδες και κλεψιές καμμιά φορά, μόνα δεν εθέλανε οι γονοί. — Μαθές, — μου εξήγησε πιο καθαρά ο Βασίληςσα δεν ήθελεν κανένας γονιός να δώκη το παιδί του, εκλεβόντανε οι δυο κ' επερνόντανε, γιατί ετότες εγαπούσανε τίμια και δεν εβλέπανε μόνι τον παρά, σαν και τώρα.

Η φυλακή της Παλαιάς Δημοκρατίας είναι βεβαίως εκ των επιβλητικωτάτων οικοδομημάτων. Διατί όμως η μαρκησία τα προσηλώνει επ' αυτής τόσον πεισματικά, ενώ πλησίον της αγωνιά το μόνον της τέκνον; Ακριβώς απέναντι των παραθύρων του κοιτώνος της ανοίγεται εκεί κάτω ένας όρμος πλήρης σκότους.

Αφτούς γιατροί με τα πολλά βοτάνια τους κοιτάζουν και τους γιατρέβουν τις πληγές. Μα εσύ καρδιά δεν έχεις! Σαν τέτιο πάθος που βαστάς πεισματικά στα στήθια 30 θεός να σώζει, ω της κακής της ώρας παλικάρι!

Σου πήρε τα μυαλά. — Ωμορφούλα, λέει; Η φωνή του Μπαρμπα-Δημητρού όλο και αντρείευε. Έστησε το κορμί του ολόρθο και χτύπησε τη γροθιά του στο τραπέζι. Έστρηψε και το μουστάκι με τα δυο δάχτυλα. — Άιντε ντε!... Αμ' αν δεν ήτανε τέτοια, δεν έτρωγα τα σίδερα να την πάρω. Πέντε χρόνια αγάπη. — Πέντε, αι; — Πέντε σωστά. Μ' έφαγε στο νάζι και στα πεισματικά. Μωρέ το θυμάσαι το Μοσχαδώ; — Ακούς, λέει!

Αν πάλε δεν αξίζει, ας γυρέψουμε άλλη καμιά, κι ο λαός θα την έχη χωρίς άλλο, ή τουλάχιστο μπορεί με τη γλώσσα του να μορφώσουμε την κατάλληλη λέξη· να μη μας λεν όμως πως το κάνουμε από πείσμα, πως είναι μάταια και πεισματικά , γιατί κατάντησε πια σωστή αδικία, εκεί που πολεμάει κανείς για το καλό, εκεί που βάζει σπουδαία ζητήματα με το νου του, νάρχουνται να φωνάζουνε πως το εγώ μας κοιτάζουμε και πως από ματαιότητα προσπαθούμε να πλουτίσουμε τη γλώσσα και να βρούμε σωστούς όρους!

Δεν είν' αυτή σωστή κουζουλάδα; Κ' είντα θα πη ο κόσμος, σα μάθη τα λόγια και τα φερσίματά σου; Όλοι σε παινούνε κη κακομοίρα η μάνα σου τώχει κρυφό καμάρι. Και να κατέχανε ποιες πρίκες με ποτίζεις και τρομάρες μου δίδεις με τα πεισματικά σου!

Ο περαματζής, καθισμένος απάνω στην κουπαστή της πρύμης, έστριψε ένα τσιγάρο, κουμαντάροντας με το ζερβί γόνατο τη λαγουδέρα, πατώντας με το δεξί πόδι πεισματικά την άκρη της σκότας. Το αεράκι, φρεσκάροντας ολοένα, ανέμιζε τα μακρυά, άσπρα του μαλλιά σαν μιαν άσπρη σημαία ειρήνης ψηλά στην πρύμη. Η βάρκα πήγαινε γεμάτα κατά τον κάβο αντίπερα, λάσκα το μεγάλο κόκκινο πανί.

Είδες το λαγουδάκι πώς τρέμει και σπαρταρά κάτου από το χνώτο του λαγωνικού; Έτσι έμοιαζε η Ελπίδα που ένοιωθε κοντά της το Δημητράκη. Άξαφνα όμως αντρειεύτηκε· έσεισε πεισματικά το κορμί και τινάχτηκε ολόρθη, στυλώνοντας απάνου του μάτια αυστηρά και παραπονιάρικα. Ο νέος αιστάνθηκε τη ματιά εκείνη σαν δάκρυ αρμυρό και πικρό στα φυλλοκάρδια του.

Λέω την παλιά την αμαρτία, που ηύρε ταχιά την τιμωρία μα κι ως την τρίτη τη γενιά βαστά· όταν ο Λάιος -πεισματικά του Απόλλωνος, που του είπε τρεις φορές απ’ τα μεσόμφαλα μαντεία τα Πυθικά από βαρειές να σώση συμφορές την πόλη του, πεθαίνοντας δίχως παιδιά