United States or Micronesia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ο Έφις καταλάβαινε πολύ καλά και ένευε καταφατικά με το κεφάλι και με τα μάτια του που άστραφταν. «Να μιλήσω εγώ με την ντόνα Νοέμι;» Ο ντον Πρέντου του χτύπησε το γόνατο. «Μπράβο! Αυτό είναι. Και όσο νωρίτερα, τόσο καλύτερα, Έφις! Αυτά τα πράγματα δεν πρέπει να τα αφήνουμε να μπαγιατεύουν.

Δαμισκί σπαθί κρέμονταν με χρυσά λουριά από τη ζώση του κατά το ζέρβιο πλευρό και πίσω από το γόνατό του κρύβονταν το κρανένιο απελατίκι του. Κι απάνουόλ' αυτά, η λαμπράδα των ομματιών του και του κορμιού του η λεβεντιά έδειχναν ότ' ήτοντην καρδιά δράκος τούτος και λιοντάριτη δύναμη. Αρχοντιά κι ωμορφιά και στόλοςτο ανάστημά του όλο.

Ο Έφις άκουγε με τον αγκώνα ακουμπισμένο στο γόνατο και το πρόσωπο στην παλάμη, όπως τα μικρά παιδιά όταν ακούνε παραμύθια. «Μια μέρα όμως το αποφάσισα και πήγα…» Σιωπή. Το πρόσωπο των δυο αντρών το σκέπασε η σκιά και χαμήλωσαν και οι δυο τα μάτια.

Καθισμένος στα σκαλοπάτια κάτω από τον ήλιο, με τον σκούφο του γερμένο για να του κάνει λίγο ίσκιο στο πρόσωπο, πελεκούσε με το σουγιά του ένα μικρό κομμάτι ξύλο που η ντόνα Ρουθ ήθελε να βάλει κάτω από την εξώπορτα, αλλά η ανταύγεια της λάμας στον ήλιο τον ενοχλούσε στα μάτια και η βιόλα, που είχε κιόλας μαραθεί, έτρεμε πάνω στο γόνατό του.

Η ντόνα Έστερ όμως χαμογελούσε κοιτάζοντας την αδελφή της που ήταν η πιο δειλή και η πιο αναποφάσιστη από τις τρεις και σκύβοντας της χτύπησε με το χέρι το γόνατο. «Να τον διώξουμε, θέλεις να πεις; Σπουδαία εντύπωση θα κάνουμε! Και θα έχεις το θάρρος να το κάνεις εσύ, Ρουθ;» Ο Έφις σκεφτόταν.

Δαμισκί σπαθί κρέμονταν με χρυσά λουριά από τη ζώνη του κατά το ζέρβιο πλευρό και πίσω από το γόνατό του κρύβονταν το κρανένιο απελατίκι του. Κι' απάνουόλ' αυτά, η λαμπράδα των ομματιών του και του κορμιού του η λεβεντιά έδειχναν ότ' ήτοντην καρδιά δράκος τούτος και λιοντάριτη δύναμη. Αρχοντιά κι ωμορφιά και στόλοςτο ανάστημα του όλο.

Εγώ θα σε πάρω στην υπηρεσία μου.» «Γιατί δεν μιλά η εξοχότητά σας μαζί τους; Εμένα δε μ’ ακούνε.» «Μήπως εμένα μ’ ακούνε; Προσπάθησα να τους μιλήσω, αλλά σα να τα έλεγα σε ντουβάρι. Εσύ πρέπει να τις πείσεις, εσύ», είπε δυνατά ο άντρας, χτυπώντας τον πάλι με το χέρι στο γόνατο. «Εάν θέλεις πραγματικά το καλό τους, η μόνη διέξοδος είναι αυτή.

Στην αρχή ο Ιστένε έσκυψε το κεφάλι μέχρι που το έβαλε σχεδόν ανάμεσα στα γόνατα, έπειτα ανασηκώθηκε, άρπαξε τα πόδια του επιτιθέμενου και τον τράνταξε ολόκληρο, μη μπορώντας όμως να τον ρίξει κάτω του δάγκωσε το γόνατο. Δε μιλούσαν και η σιωπή τους έκανε τραγικότερη τη σκηνή.

Προχώρησε τότες η γλώσσα και φάνηκε μια ονομαστική γόνατο, γιατί η γλώσσα μας έχει τάση να ισοσυλλαβίζη τα περιττοσύλλαβα, κι αν προσέξη κανείς σ' αφτό το νόμο, έφκολα θα καταλάβη που γρήγορα θαρχίση ο λαός να λέη το πράματο, σαν που λέει το κέρατο, ταλόγατο, το γόνατο.

Η ιδέα ότι ο πλούσιος ξάδελφος έδωσε σημασία στον φτωχό ξάδελφο ήταν αρκετή για να την κάνει ευτυχισμένη. Οι γυναίκες επαινούσαν τον Τζατσίντο και η τοκογλύφος, τραβώντας το νήμα ανάμεσα στον αντίχειρα και στον δείχτη και γυρίζοντας το αδράχτι πάνω στο γόνατο, έλεγε με ασυνήθιστη γλυκύτητα: «Δεν γνώρισα ποτέ ένα αγόρι τόσο φρόνιμο. Είναι και όμορφο!