United States or Mayotte ? Vote for the TOP Country of the Week !


Είκοσι πέντε Χριστούγεννα σωστά λείπει ο πατέρας σου στην Ξενιτειά. Χριστούγεννα, Άη-Βασιλειού και Φώτα δεν έχω κάνει μαζύ του. Μόνον αποκριές, Λαμπρή κι' Άη-Γεώργη... Αντήμερα τ' Άη- Γεωργιού έφυγε... για να μην ξαναγυρίση!... Τι έχω ακούσει παιδί μ', από τον παλιόκοσμο! Τι έχω ακούσει! Φθονούσε τα νειάτα μου, φθονούσε την ωμορφιά μου, πάη καλά, αλλά να φθονή και τη δυστυχία μου!

Και το τραγούδι στην ανόθευτη Ελλάδα από τον ψευτοπολιτισμό, θεωρείται ως συστατικό ωμορφιάς. Ξέξασπρος = πάρα πολύ άσπρος. Συχνότερα εκφέρεται με το άσπρος: άσπρος-ξέξασπρος=λευκός-λευκότατος. Το κέντημα, αν δε θεωρήται ως συστατικό ωμορφιάς, θεωρείται όμως ως συστατικό νοημοσύνης, εξυπνάδας, από την οποία πρέπει να παρακολουθήται η ωμορφιά, για να είνε τέλεια.

Μια τέτοια γυναίκα αρέσει σ' όλους τους άνδρες, αν γίνης δε και συ τέτοια, θα ευτυχήσωμεν κι' εμείς. Δόξα νάχουν οι θεοί, στην ωμορφιά είσαι πολύ καλλίτερη από τη Λύραν.... αλλά να δώσουν οι θεοί να ζήσης μόνον. ΚΟΡ. Δε μου λες, μητέρα, όλοι αυτοί που παίρνουν τις γυναίκες με πληρωμή είνε σαν τον Εύκριτον που κοιμήθηκα χθες μαζή του;

« Φεύγει ο Μουχτάρης σου! . . » Φεύγει, Φροσύνη! . . » Και 'σένα μόναχη, » Έρμη σ' αφίνει.» « Κλάψε! Φροσύνη μου. » Την μοναξιά σου! » Φροσύνη! Σ' έφαγε » Η ωμορφιά σου!..» Απ' το τραγούδι 'γνώρισα Πως ήταν η Φροσύνη, Η Βασιλική τ' Αλή-Πασσά, Κ' η Δέσπω του Λιακάτα. · Κ' εκείναις π' ακολούθαγαν Την ίδια τους τη στράτα, Με το τραγούδι. Αι Δεκαφτά Που πνίξαμε με 'κείνη.

Αντίκρυ του τ' αμπέλια, νωποτρύγητα, και στ' αριστερά του τα γελαστά περιβόλια, γεμάτα ωμορφιά και χάρι, εξετύλυγαν, σε μεγάλη έκτασι, καταπράσινα χαλιά, περιφραγμένα από τοίχους ξεροτρόχαλους και μόνο πως τον γλυκύτατο, αμίμητο χρωματισμό, πού και πού, θαρρείς, εκηλίδωνε, θερισμένο ή χέρσο χωράφι, γεμάτο αγκάθια και ξερόχορτα, σαν που αμαυρώνουν, εδώ και εκεί, σταχτόμαυρα συννεφάκια, του καθάριου ουρανού το καταγάλαζο χρώμα.

Τα βουνά, » Κι' αυτά με καταριούνται.» « Γιατί, γιατί τα γύμνωσα » Από τους λεβεντάδες, » Τους κλέφταις τους, τους τρομερούς » Έπνιξα τη Φροσύνη, » Μαζή με άλλαις δεκαφτά «'Σ τα Γιάννινατη λίμνη. » Εγώ, εγώ και ο Ταχήρ » Είμαστε οι φονειάδες.» « Ποιος 'χάλασε το Χόρμοβο ; » Της Δέσπως του Λιακάτα » Ποιος άλλος της εζήλεψε » Την ωμορφιά τη τόση; » Την 'πήρατο χαρέμι μου » Κι' απέθανε.

Απ' όλους εκεί μέσα, κανείς δεν άξιζε σαν τον δικό της. Άστραφτε από την ωμορφιά κι από τη ντυμασιά του. Πώς παίζει το ρουμπίνι στο δάχτυλο του κυρίου; — Έτσι παίζουν τα μάτια στο πανώριο πρόσωπο τ' αγαπημένου της. Πώς λάμπει ο χρυσός σταυρός στο λαιμό της κυρίας; — Έτσι λάμπει το χαμόγελο τσα τζιτζιφένια χείλη του καλού της. Βασιλικός στη γλάστρα είνε το κορμί του μέσα στη στολή.

ΚΡΩΒ. Όχι όλοι• μερικοί είνε καλλίτεροι, άλλοι μεγαλείτεροι στην ηλικίαν και άλλοι ασχημότεροι. ΚΟΡ. Πρέπει να κοιμούμαι και με αυτούς; ΚΡΩΒ. Ναι, κόρη μου, διότι οι άσχημοι δίδουν και τα περισσότερα, οι δε ώμορφοι νομίζουν ότι σου κάνουν και χάρι με την ωμορφιά των.

Παρόμοια κι η γλυκιά, η μαλακή κι ήμερη εκείνη προφορά τους, όντας μιλούν κι όντας τραγουδάνε. Ξεχωρίζουν όμως κ' η μία από την άλλη κατά την ωμορφιά και τα σημάδια του κορμιού των.

Τους άφησα και έφυγα. Προυχώρησα παρέκει, 'Μπήκα σε κάτι φλαμουριαίς. Έρχονταν από πέρα Τρεις κόραις. 'Σάν οι Άγγελοι Πετούσαντον αέρα. Δυο ήταν από τα πλευρά. Και μιατη μέση στέκει. Αγγαλιασμέναις και η τρεις. Αι χάριτες μου 'φάνη Πως έρχονται. Κυτάζονται Η μία με την άλλη, Κι' όλος ο τόπος έλαμπε... Τι ωμορφιά!...Τι κάλλη!... Από τον ώμο τεχνικά Η μια την άλλη πιάνει.