United States or Brazil ? Vote for the TOP Country of the Week !


Έκραξε το λοιπόν την βάγιαν της βασιλοπούλας και ήλθε προς αυτόν, της οποίας της είπε· Σουλταμεμέ, εγώ σου ομολογώ, ότι η γνώμη της θυγατρός μου μού συγχίζει πολύ την ανάπαυσίν μου· όμως πε μου τι είναι η αφορμή που αυτή δείχνεται τόσον εναντία εις την υπανδρείαν; φανέρωσέ μου σε παρακαλώ το αίτιον και μη μου το κρύβης· Από εκείνο που καταλαμβάνω, βασιλέα μου, απεκρίθη η βάγια, την αιτίαν αυτής της εναντιώσεως είναι ένα όνειρον που την έκαμεν.

Ο Μόχογλους άρχισε ν' απαγγέλη με τόνον ιερατικής ευχής: Τούρτουρος και τουρτουρίνα! Ο Σιφογιάννης επανάλαβε: Τούρτουρος και τουρτουρίνα! Κιο Μόχογλους εσυμπλήρωσε: Και μεγάλη Τουρκαρίνα! Αφού επανάλαβε και τη δεύτερη φράση ο χωρικός, ο Αγάς του είπε: — Αγνάντισες εδά, μωρέ, είντα γίνηκε; Με δειλό νεύμα φανέρωσε ο Σιφογιάννης πως δεν κατάλαβε. — Θα σου το πω, εγώ, είπεν ο Μόχογλους. Ετούρκεψά σε.

Μα τέλος φανερώθηκε η ορθόδοξη τάση του, και πρώτος που τη φανέρωσε είταν ο Αθανάσιος, σαν ξαναπρόβαλε από τα σκοτάδια πούμνησκε κρυμμένος από τον καιρό του Ιουλιανού, και ξαναθρονιάστηκε στην αγαπημένη του Μητρόπολη. Έμεινε πια τότες απείραχτος ο εβδομηκοντάρης ο Ιεράρχης ως τα 373.

Και αν θησαυρόν της αδικιάςτης γης τα σπλάχνα έχεις κρύψη, όταν ζούσες, — ότι ακόμη τούτο σας κάμνει, ω Πνεύματα, να νεκροπερπατήτε, ως λέγουν, — α! φανέρωσέ το· στάσου· ομίλει! Σταμάτησέ το, Μάρκελλε. ΜΑΡΚΕΛΛΟΣ Θα το κτυπήσω με την λόγχην μου; ΟΡΑΤΙΟΣ Κτύπα το, αν δεν σταματήση. ΒΕΡΝΑΡΔΟΣ Είν' εδώ! ΟΡΑΤΙΟΣ Είν' εδώ! ΜΑΡΚΕΛΛΟΣ Εχάθη!

Εις ετούτο είμαι βέβαιος, απεκρίθη ο βασιλεύς· μα η επιθυμία μου είνε να μου ειπής, αν κανένα πράγμα σου συγχίζει την ευτυχίαν διατί ο βεζύρης μου λέγει, πως κανείς εις τον κόσμον δεν είνε, που να μην έχη κάποιαν θλίψιν, που να συγχίζη την ανάπαυσίν του· διά τούτο, παρακαλώ σε μίλησε με καθαρότητα και φανέρωσέ μου τα εσωτερικά σου πάθη.

Λέγει του η μάγισσα· ω ψυχή μου, αγαπητέ μου, φανέρωσέ μου καθαρά ποία είναι η ρίζα, που μου λέγεις; Της απεκρίθη ο βασιλεύς· ω αστόχαστη και κακόγνωμη γυναίκα, δεν καταλαμβάνεις διά ποίαν αιτίαν λέγω; είναι αυτή η πολιτεία, οι κάτοικοί της και τα τέσσαρα νησία της, τα οποία όλα εσύ με τας μαγείας σου αφάνισες από το πρόσωπον της γης· κάθε μεσονύκτιον τα ψάρια αυτής της λίμνης σηκώνουν τα κεφάλια τους εις την επιφάνειαν της λίμνης, και φωνάζουν εκδίκησιν εναντίον μου και εναντίον σου· ύπαγε γρήγορα να τα μεταμορφώσης όλα εις την πρώτην των κατάστασιν, και γυρίζοντας σου δίδω το χέρι μου διά να με βοηθήσης να σηκωθώ, και τότε θέλω σε ευχαριστήσει εις όλα σου τα θελήματα.

Ο ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ Μα ποιός να ήν' εκείνος τάχα που τον φανέρωσε ο χρησμός; της δύστυχης ο άνδρας με ποιόν συναπαντήθηκε, και πού λοιπόν τον είδε; ΧΟΡΟΣ Αγαπημένη μου κυρά, αυτόν τον νηόν τον ξέρεις οπού σαρώνει το ναό; αυτός είν' το παιδί του. ΚΡΕΟΥΣΑ Ποια συφορά! ποια συφορά, ώ φίλες, έχω πάθη! να πέταγα καλήτερα εις τον υγρόν αγέρα απ' την Ελλάδα μακρυά, στης δύσεως ταστέρια.

Αν δεν ευρίσκεται χωρίς βάσανον ή θλίψιν κανείς, όμως δεν είνε κυριευμένος από τόσην σκυθρωπότητα και μελαγχολίαν ωσάν εσένα· εσύ με κάνεις να λάβω μεγάλην περιέργειαν διά να μάθω το αίτιον της μεγάλης σου θλίψεως· φανέρωσέ μου λοιπόν, σε εξορκίζω, τι είνε η αφορμή που σου προξενεί αυτήν την μελαγχολίαν; θέλω σε υπακούσει, Βασιλέα μου, απεκρίθη ο βεζύρης, και θέλω να σου ξεσκεπάσω την αιτίαν της εσωτερικής μου λύπης, διηγούμενος την ιστορίαν της ζωής μου.

Κάμε το σταυρό σου, Κεριάκο, γιατί μας έρχεται μεγάλο θανατικό. Κατέβηκε η Αγιά Μαρίνα στον ύπνο μου και μου το φανέρωσε. Κερ. Τη χάρη της νάχουμε! Τι 'νε τούτα που ακούγω! Νά γιατί με ξεκούφανε απόψε κι ο σκύλος! Τα παιχνίδια περνούσαν, κι αυτός δος του κι ούρλιαζε, όλο ούρλιαζε. Έσκυψε κ' η κόρη μου να πάρη την αληκάτη της, και τι να δη σιμά στο λυχνάρι!

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ Αχ! αλλοίμονό μου, ο δυστυχής! ΣΩΚΡΑΤΗΣ Τι, γέρο; ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ Μια α ρ ν η τ ι κ ή για τόκους μούρθε γνώμη. ΣΩΚΡΑΤΗΣ Φανέρωσέ τη μου λοιπόν. ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ Τι; μα όταν δεν θα βγαίνη το φεγγάρι κάθε τόσο, εγώ τόκους δεν θα δώσω. ΣΩΚΡΑΤΗΣ Και γιατί;