United States or Solomon Islands ? Vote for the TOP Country of the Week !


Και δε μου λες πως ξεμωράθηκες και συ στα γεράματά σου; Κερ. Στα γεράματά μου εγώ είδα δυο μεγάλα θάματα. Ένα, να τρελλαίνεται ο κυρ Κωσταντής και να φαρμακώνη τη μάννα του, κι άλλο, να καλογερεύη ο Στεφανής. Γαρουφ. Ο Στεφανής! Κερ.

Τρέχα να μη σου τα κάμω χρυσάφι τα μπούτια σου. Τρέχα, καψούλικο, τώρα που τόχουμε το φεγγάρι. Κουνήσου, ανάθεμά σε, ψοφήμι. Καλησπέρα, αφεντικό. — Στάσου, τσαναμπέτικο, στάσου! — Πώς σου φαίνεται το φεγγάρι, αφεντικό; Θα τόχουμε ώσπου να φέξη ή θα μας μαζέψη σύννεφα πάλε; — Στάσου που να σε πάρ' η κατάρα! Στεφ. Καλησπέρα, Κεριάκο. Μη φοβάσαι για τον καιρό. Κι α θέλη ο Θεός; Κερ.

Συφορά, συφορά θα μας έρθη. . . Ίσια στη χώρα, στη Μητρόπολη ίσια κ' ίσια. Εκεί θα γίνη εμένα ο γάμος μου. Έχε γεια, Κόσμε, με τα καλά σου, ζήτησα να τα κάμω δικά μου και σαν άμμος γλίστρησαν από τα δάχτυλά μου ανάμεσα. Πηγαίνω σε κόσμο, που αν δεν έχη τις χάρες σου, έχει όμως αλάθευτο γιατρικό για τα βάσανά σου. Κερ. Τρέχα, έρμο, που ακόμα δεν άρχισες και μου κάνεις και νάζια.

Κάμε το σταυρό σου, Κεριάκο, γιατί μας έρχεται μεγάλο θανατικό. Κατέβηκε η Αγιά Μαρίνα στον ύπνο μου και μου το φανέρωσε. Κερ. Τη χάρη της νάχουμε! Τι 'νε τούτα που ακούγω! Νά γιατί με ξεκούφανε απόψε κι ο σκύλος! Τα παιχνίδια περνούσαν, κι αυτός δος του κι ούρλιαζε, όλο ούρλιαζε. Έσκυψε κ' η κόρη μου να πάρη την αληκάτη της, και τι να δη σιμά στο λυχνάρι!

Πάρε αυτό το φλουρί, για να τρέξουνε γρήγορα ως το τέλος. Και κοίταξε να μην αργοπορήστε μες στη χώρα. Ίσια στο καραβάνι, κι από μέρος που να μη φαίνουνται λείψανα. Κερ. Έννοια σου, αφεντικό, μη φοβάσαι. Κράλης. Έχε γεια, Κωσταντή μου. Κωστ. Στο καλό, αδερφέ, κι ο Θεός μαζί σου. Αρετ. Κωσταντή μου, αχ Κωσταντή μου! Φεύγω και σας αφίνω! Κωστ.

Η Παναγιά να τη δυναμώνη τη δόλια, να μην της έρθη και τίποτις. Από πού ξεφύτρωσες εσύ τώρα! Να μην τάφερες τάλογα από κανένα χωριό; Κερ. Τι χωριό και τι ξεχωριό! Οληνυχτής ταξίδευα με το φεγγαράκι. Πρι να προβάλη ο ήλιος ξεκίνησ' από τη χώρα, και να 'μαι τώρα. Αμέ τι θαρρείς; Έτσι μονάχα, θα γίνεται γάμος και γω θα γυρίζω \ μες στα βουνά; Γαρουφ.

Να ξεκινήση πρώτα η νύφη και να γλυτώση από το χάρο, αν είνε γραμμένο να φτάση ως εδώ το δρεπάνι του. Στη χώρα δεν κονεύουνε μήτ' ένα μερόνυχτο. Πολύ φόβο δεν έχουν εκεί. Μ' αν τακούση η κερά Δέσπω, θα την πιάση τρομάρα. Εσύ και γω να τα ξέρουμε μονάχοι μας. Ακούς; Κερ. Έννοια σου δα κι άχυρα δεν τρώγω. Μόνο μια χάρη, Γαρουφαλίτσα μου. Να μου δώσης του γάμου φαεί. Ψοφώ της πείνας. Γαρουφ.

Τράβα το ζω σου, κι ανεβαίνω κάτω κει στην πεζούλα. Κερ. Τρέχα, γουρσούζικο, τρέχα που μου λιμπίστηκες αγκάθια τέτοιες ώρες και συ. Στο δρόμο κοντά στης Δέσπως. Αυγή. Περμ. Πού είσαι; Σε κουκούλωσε και πήγε το πάπλωμα σήμερα, που να σε κουκουλώση ο χάρος! Το χωριό άνω κάτω, και συ παράθυρο ακόμα δεν άνοιξες. Πιπ. Καλημέρα. Περμ. Να τα καλύψης.

Ναι, ο Στεφανής· το μορφοπαίδι που την αγαπούσε την Αρετούλα, και πήγε να σκάση από το κακό του, κ' ήρθε, λέει, η Αγιά Μαρίνα στον ύπνο του και του είπε να γίνη καλόγερος, γιατί θα χρειαστή παπάδες ο τόπος με το θανατικό που μας έρχεται. Γαρουφ. Τρελλάθηκες, Κεριάκο! Κερ.

Κοίταξέ το, που και καλά να ξεκινήση γυρεύει. Στεφ. Σου δίνω ένα φλουρί, σου δίνω κατόπι και την ευκή μου, Κεριάκο. Κερ. Ας είσαι καλά για το φλουρί, αφεντικό, μα η ευκή από πού κι ως πού; Στεφ. Είταν παπάς ο πατέρας μου, Κεριάκο· γιατί τάχατες να μην παπαδέψω και γω; Κερ. Είταν παπάς, και καλός παπάς ο μακαρίτης, αφεντικό.