Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 12 Μαΐου 2025


Πρωτήτερα μου τον εψήλωσες πολύ, παρετήρησεν ο Γύφτος· τώρα άρχισες να τον κατεβάζης ολίγο παρακάτω. — Είνε σωστόν, αλλά έτσι είνε τα πράγματα του κόσμου, είπεν ο ξένος φιλοσοφικώς. Εγώ τα έμαθα αυτά από τον κύριόν μου και δεν ξιππάζομαι. Όσον υψηλά και αν είνε κανείς, δεν ειμπορεί να έβγη έξω από την ανθρωπίνην φύσιν, ουδέ είνε ευχαριστημένος να ζη μοναχός του ως αγριόχοιρος.

ΦΙΝΤΗΣ Πάλι άρχισες, Αννούλα, να λες όχι σωστά πράματα. ΑΝΝΟΥΛΑ Περίεργο πατέρα μου. Μα εγώ ό,τι λέω το αιστάνουμαι, νομίζω πως βγαίνει ίσια απ' την καρδιά μου, και καταλαβαίνω πως είναι σωστό, πως είναι πολύ σωστό. Μάλιστα πολλές φορές νομίζω πως αιστάνουμαι και κάτιπώς να το πωκάτι που μέλλει να γίνη. Και δε βγαίνω ποτέ ψεύτρα.

Έχομεν αύριον να ψωνίσωμεν; ηρώτησε διά ζωηροτέρας φωνής, και ανέβλεψεν εις τον σύζυγόν της, ενώ αδρόν δάκρυ εκυλίεττο επί της ωχράς αυτής παρειάς. — Άρχισες πάλιν τα δάκρυα και τα παράπονα υπέλαβε μετά τραχυτέρας φωνής ο Θοδωράκης, αποφεύγων την εις την ερώτησιν της συζύγου του απάντησιν.

Κι' όταν ο κόσμος τραβήχτηκε, και τα λειανοπαίδια πήραν τα καλούδια τους, που τους είταν ταγμένα τόσες φορές κι' έμειναν μάννα και παιδί μοναχοί τους, τότε η κάκω η Μήτραινα κύτταξε καλά-καλά το Γιάννη της, και βλέποντας λίγες άσπρες τρίχες στα μουστάκια του, και στα μαλλιά του, του είπε με κάποιον μελαχολικόν τόνο: — Άρχισες να γηράζης, παιδάκι μ', κακό που μ' ηύρε! — Αμ τι δα!

Τι λέει;... θα πάνε στο Κάστρο;... Κι' άρχισες τα κλάμματα! Μουρλάθηκες! Σιώπα, θα με πάρουν κ' εμέ μαζί... θα με πάρετε, μα;... — Σουτ! Λ'φάξτε! είπεν αυστηρώς η παπαδιά. — Τι τρέχει; είπεν η θειά το Μαλαμώ, ακούσασα τους ψιθυρισμούς εκείθεν της εστίας. — Τίποτε, Μαλαμώ, είπε με αυστηρόν βλέμμα ο παπάς· ησύχασε.

Εγώ σας το είπα, παιδιά μου, σαν πάω ν' ανταμώσω το Μοσχαδώ, χαρά να τώχετε, κανένας να μη με κλάψη. Κόκκινα ναντυθήτε... Και τον έπαιρναν τα κλάματα το γέρο. Τα παιδιά του αγρίευαν: — Μέρα που είνε, πάλε τα κλάματα άρχισες, πατέρα; Είνε γρουσουζιά μαθές τέτοια μέρα. — Συμπαθάτε με, παιδιά μου, δεν το θέλω κ' εγώ, έλεγε ο γέρος.

Κάτι πρέπει νάκουσε σα μιλούσα μόνος μου, είπα. Έκαμνα τον ανήξερο ως τόσο. Ήρθε κοντά μου, κι ακκούμπησε στο κάγκελλο. — Όλοι κοιμούνται, μου λέει σιγά σιγά. Εγώ δε νύσταζα, και δεν πλάγιασα. Ανέβηκα να δω τι κάνεις. Ελπίζω να μη σε κακοκάρδισε ο πατέρας. Τον ξέρεις, και μην τονε συνοριστής. Να σου πω γιατί ήρθα. Θέλω μια χάρη. Θέλω να μου το γράψης αυτό το τραγούδι που άρχισες κάτω.

Ο Θεός να τα φυλάξη τα καϋμένα τα μικρά. Ξέρεις ποια είνε αυτή η μικρούλα; Η ΘΕΑΤΡΙΝΑ. — Ποια; ΛΕΛΑ — Η κόρη του Τάσσου. Η ΘΕΑΤΡΙΝΑΤελείωσέ μου αλήθεια την ομιλία που μου άρχισες. Έλα κάθισε εδώ κοντά μου. ΛΕΛΑΒλέπω σούχουν ετοιμάσει πια για την απαγγελία σου. Η ΘΕΑΤΡΙΝΑΜη μου αλλάζης κουβέντες. Η απαγγελία μου δεν μ' ενδιαφέρει καθόλου.

Συφορά, συφορά θα μας έρθη. . . Ίσια στη χώρα, στη Μητρόπολη ίσια κ' ίσια. Εκεί θα γίνη εμένα ο γάμος μου. Έχε γεια, Κόσμε, με τα καλά σου, ζήτησα να τα κάμω δικά μου και σαν άμμος γλίστρησαν από τα δάχτυλά μου ανάμεσα. Πηγαίνω σε κόσμο, που αν δεν έχη τις χάρες σου, έχει όμως αλάθευτο γιατρικό για τα βάσανά σου. Κερ. Τρέχα, έρμο, που ακόμα δεν άρχισες και μου κάνεις και νάζια.

Λέξη Της Ημέρας

εδωροδοκήθη

Άλλοι Ψάχνουν