Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 27 Μαΐου 2025


Πού και πού καμιά να βλαστοβολήση στην ψυχή του· μα με τούτο έχανε το είδος της· γινότανε του συρμού. Εκείνος δεν απελπιζότανε· είχε τις ελπίδες του στον καιρό και στην επιμονή του. — Θα ξαναζήσουν, έλεγε· θα ξαναζήσουν δε γένεται. Μια, δυο, τρεις το πολύ γενεές κ' έπειτα: Μήνιν άειδε Θεά... Οι Ευμορφόπουλοι θα ζηλεύουν τα παιδιά τους. Την ίδια επιμονή έδειχνε και στις αρχαιότητες.

Και συ φλογέρα μου, γιατί, γιατί δεν ησυχάζεις; Τ' έχεις καϋμένη, και βογγάς και κλαις κι' αναστενάζεις, 'Σ όλην αυτή την ερημιά, 'ς όλην αυτή τη νύχτα, Και λες τραγούδι φλίβερο και παραπονεμένο, Και τον αντίλαλο ξυπνάς 'ςταίς λαγκαδιαίς, 'ςτά δάση, Ξυπνάς κι' από τον ύπνο της την ώμορφη την πλάσι;... Ξύλο δεν ήσουν άλλαλο κι' ανώφελη βεργούλα, Κ' εγώ ο μαύρος σου χάρισα ακέρηα την ψυχή μου; Σώδωκα αθάνατη φωνή και πόνο και γλυκάδα, Που σε ζηλεύουν σαν σ' ακούν ακόμα και τ' αηδόνια.

Δεν έχεις τίποτε, Αφέντρα μου· τώρα είσαι καλά . . . Και πού νάρθη, από την Αμέρικα ο Θανάσης μας! . . . να σου φέρη όλα τα καλούδια . . . και θα φέρη λίρες, λίρες με την ουρά . . . να σε στολίσω, να σε κάμω νύφη . . . Εκατό λίρες θα βάλω κολλαΐνα 'πάνω στα στήθεια σου, στο γάμο, που θα φορής το στεφάνι . . . να καμαρώνης, να σε ζηλεύουν όλοι!

Αυτοί δε ακούοντες ανδραγαθήματα και πράξεις ενδόξους, αρχίζουν να τας ζηλεύουν ολίγον κατ' ολίγον και κινούνται προς μίμησιν, διά να εγκωμιάζωνται και θαυμάζωνται και αυτοί υπό των μεταγενεστέρων, όπως ο Ησίοδος και ο Όμηρος έψαλλαν την δόξαν των παλαιών ηρώων.

Να μας ζηλεύουν οι αετοί, να μας ξυπνούν τ' αηδόνια, Και μέσ' ςτά γάργαρα νερά και μέσ' 'ςταίς κρύαις βρύσες Νεράιδες να μας νύβουνε, φιλιά να μας χορταίνουν. Αράδ' αράδα τάρματα 'ςτά πεύκα θα κρεμάμε, Και θε να σταίνουμε χορό. Και κάθε μας τραγούδι Θάνε βροντή από σύγνεφο, φωτιά από αστροπελέκι. Θα μας τρομάζουν τα θηριά, θα προσκυνούν οι κάμποι.

ΟΙΔΙΠΟΥΣ Ω πλούτε και βασιλεία στην γην, που απ’ όλες τις τέχνες τις ανθρώπινες εξέχεις° κάμνεις όλοι του βασιλέως τη ζωή να τη ζηλεύουν, αφού για τον βασιλικόν τον θρόνον, όπου η πόλις μού τον έδωκε, άξιό μου δώρο, χωρίς εγώ να το ζητώ, τούτος ο Κρέων, ο πρώτα φίλος μου πιστός, μ’ επιβουλεύει, το σκήπτρον αυτό θέλοντας για τον εαυτό του, και μου ’στειλε τον μάγο αυτόν και τον πανούργον, τον δόλιον, τον αγύρτη αυτόν που μόνο κέρδη αγαπά, κ’ είναι τυφλός εις την μαντείαν.

Ακολουθάν' οι νηοί κ' η νηαίς και βλέπουν και ζηλεύουν, Κ' η ζήλεια βγαίνει απ' την καρδιά κ' ιδρώνει μέσ' 'ς τα μάτια, Και σαν αχτίδα πέτεται απώνα μάτιάλλο Κι' από μιαάλληνε καρδιά, κ' εκεί γεννιέται αγάπη. Κι' όσο που νάρθη άλλ' άνοιξι, κι' όσο να κλείση ο χρόνος Απώνα γάμο δυο και τρεις και τρίδιπλοι φυτρώνουν.

Τοιαύτη είνε η κατάστασις της συζύγου σου, πάτερ, και αναγκάζομαι να σου είπω ότι ουδέποτε θα βελτιωθή και αν μυριάκις πίη το φάρμακον• διά τούτο είνε περιττόν και να επιχειρήσω, εκτός αν μόνον με εξαναγκάζης διά ναποτύχω και δυσφημισθώ. Άφησε με να με ζηλεύουν οι ομότεχνοι. Εάν δε με αποκηρύξης πάλιν, εγώ καίτοι θα μείνω έρημος, δεν θα τρέφω εναντίον σου καμμίαν έχθραν.

ΠΑΡ. Εκτός τούτου, Τυχιάδη, αι άλλαι τέχναι μου φαίνονται ότι ζηλεύουν την παρασιτικήν, ενώ αυτή δεν ζηλεύει καμμίαν άλλην. ΤΥΧ. Και δεν νομίζεις ότι αδικούν οι λαμβάνοντες τα ανήκοντα εις άλλους; ΠΑΡ. Πώς όχι; ΤΥΧ. Λοιπόν, πώς μόνος ο παράσιτος δύναται να σφετερίζεται τα ανήκοντα εις άλλους και να μη αδική; ΠΑΡ. Αυτό δεν δύναμαι να το εξηγήσω.

Λέξη Της Ημέρας

εκάρφωνεν

Άλλοι Ψάχνουν