United States or India ? Vote for the TOP Country of the Week !


Την δε σάρκα επενόησεν, ίνα γίνη προπύργιον κατά των υπερβολικών καυμάτων και ασφάλεια κατά του χειμώνος, προ- σέτι δε και κατά των πτώσεων, ως ένδυμα συμπιλητόν, διότι η σαρξ C. | μαλακώς και ευκόλως υποχωρεί εις τα άλλα σώματα και έχει εν εαυτή υγρόν θερμόν, το οποίον κατά μεν το θέρος ιδρώνει και νοτίζον την επιφάνειαν δύναται να προξενή εις όλον το σώμα φυσι- κόν ψύχος, τον δε χειμώνα απεναντίας με αυτό τούτο το πυρ δύνα- ται να υπερασπίζηται αρκούντως κατά του ψύχους, το οποίον την προσβάλλει και την περικυκλώνει έξωθεν.

Είναι Φιλότιμο. Φιλοτιμιέται ο καθένας κάτι να φανή και να βάλη κάτω το γείτονα του. Κάπου κάπου χολοσκάνει που δεν μπορεί να το πιτύχη, και που τον άφησε πίσω μακριά ο γείτονας του. Όπως όμως κι αν είναι ή κι αν το πης, πολεμά, ιδρώνει και κοπιάζει. Αγαθή δ' έρις ήδε βροτοίσι . Μα ίσως είναι καλό να μην το παρακάμουμε μήτε αφτό στην Ελλάδα. Ο φίλος σου ΨΥΧΑΡΗΣ Παρίσι, μήνα Γεννάρη, 1891.

Ακολουθάν' οι νηοί κ' η νηαίς και βλέπουν και ζηλεύουν, Κ' η ζήλεια βγαίνει απ' την καρδιά κ' ιδρώνει μέσ' 'ς τα μάτια, Και σαν αχτίδα πέτεται απώνα μάτιάλλο Κι' από μιαάλληνε καρδιά, κ' εκεί γεννιέται αγάπη. Κι' όσο που νάρθη άλλ' άνοιξι, κι' όσο να κλείση ο χρόνος Απώνα γάμο δυο και τρεις και τρίδιπλοι φυτρώνουν.

Από μπολετιά δεν ιδρώνει εμένα το μάτι μου, αντέλεγεν ο δεύτερος· σαν έχης όρεξι, δεν πας στον μπάρμπ' Αναγνώστη τον Αγέλαστο, να σου φτιάση όσα ψεύτικα μπολετιά θέλης... Ο Δημήτρης ο Καμπογιάννης επρόσεχεν όλος εις την λόγομαχίαν των δύο αγροτών.

ΧΑΡΜΙΟΝ. Εάν ένα χέρι που ιδρώνει πολύ δεν είνε σημείον γονιμότητος, δεν 'ξεύρω τι μου γίνεται. Πες της, σε παρακαλώ, μια συνειθισμένη τύχη. ΜΑΝΤΙΣ. Αι μοίραι σας είνε όμοιαι. ΕΙΡΑΣ. Μα πώς, πώς; Πες μου λεπτομερείας. ΜΑΝΤΙΣ. Ετελείωσα. ΕΙΡΑΣ. Η τύχη μου δεν είνε κανένα δάκτυλο καλλίτερη από την ιδική της;

Βράζει το πλήθος μέσα στους δρόμους. Ο καθένας στη δουλειά του. Ο χωρικός ιδρώνει όξω στον κάμπο. Τα παιδιά τραγουδούν ηρωικά τραγούδια. Ο στρατιώτης γυμνάζεται· ο ρήτορας βγάζει λόγους κι ο φιλόσοφος χαμογελώντας κατεβαίνει στο γιαλό, κι όσο πλύνει τα ποδάρια του στο κύμα που τρέχει, έργα αθάνατα μελετά. Ήσυχος, κι ακάματος βαδίζει ο ποταμός και καμαρώνει. Περηφανέβεται που βλέπει τόση δόξα.