United States or British Virgin Islands ? Vote for the TOP Country of the Week !


Παρ' αυτήν εκβάλλει εις την θάλασσαν η Αχερουσία λίμνη· διά δε της Θεσπρωτίδος ρέων ο ποταμός Αχέρων εισβάλλει εις την λίμνην ταύτην και δίδει εις αυτήν το όνομά του· ρέει δε και ο Θύαμις ποταμός, διαχωρίζων την Θεσπρωτίδα από της Κεστρίνης· μεταξύ δε των δύο τούτων ποταμών προβάλλει το ακρωτήριον Χειμέριον.

Και ούτοι μεν κατοικούσιν ανωτέρω των Νασαμώνων, προς δυσμάς δε παρά την θάλασσαν είναι οι Μάκαι οίτινες κείρονται μέχρι δέρματος και δεν αφίνουσιν ειμή μικρόν λόφον εις το μέσον της κεφαλής. Εις τον πόλεμον έχουσιν ως ασπίδας δέρματα στρουθοκαμήλων. Διά δε της χώρας αυτών ρέων εκ λόφου καλουμένου των Χαρίτων ο ποταμός Κίνυψ εκβαίνει εις την θάλασσαν.

Ο ποταμός αυτός ήτανε ο Αχέρων, το μακρυνό περιγιάλι ήτανε ο απάνω κόσμος, κ' οι παρθένες, που ένας βουβός θρήνος φαινότανε ν' ανεβαίνη από το θλιβερό τους αγκάλιασμα, ήτανε οι ψυχές που δε γνωρίσανε τη χαρά της αγάπης στη ζωή τους. Χιλιάδες ήτανε οι θλιμένες ψυχές απάνω απ' τα μαύρα νερά του ποταμού..... Αυτή ήτανε μία στάμπα.

Ο ποταμός είχεν αναβή εις ύψος πολύ μέγα, πλειότερον των δεκαοκτώ πήχεων, και κατέκλυσε τους αγρούς, ότε σφοδρός άνεμος ηγέρθη και ο ποταμός ήρχισε να κυματίζη. Τότε ο βασιλεύς παραφερθείς υπό ανοήτου θυμού, ήρπασεν ακόντιον και το έρριψεν εις τας δίνας του ποταμού. Αλλ' αίφνης οι οφθαλμοί του εσκοτίσθησαν και εγένετο μετ' ολίγον τυφλός.

Ουδείς των Νασαμώνων ενόει την γλώσσαν των και ουδείς εκείνων την των Νασαμώνων. Τους απήγον δε διά μέσου απεράντου έλους και επί τέλους έφθασαν εις πόλιν τινά όπου όλοι οι άνθρωποι είχον το αυτό ανάστημα με εκείνους οίτινες τους είχον συλλάβει· όλοι ήσαν μέλανες· πλησίον δε της πόλεως έρρεε μέγας ποταμός τρέχων από δυσμών προς ανατολάς, εντός του οποίου είδον κροκοδείλους.

Πώς σ' ενθυμούμαι, ω Αζόφ και Τάναϊ, ακόμη! κάθε ημέρα κίνησις και νέο πανηγύρι· από σιτάρι κι' άχυρο εστρώνοντο οι δρόμοι, και έτρεχαν οι έμποροι, και έτρεχαν κι' οι χοίροι. Από καράβια φαίνεται ο ποταμός κλεισμένος, κι' αν κάπου κάπου έξαφνα παφλάζη με ορμή, βλέπεις εκεί να λούζεται ξανθόκομος παρθένος, και να πηδά μες 'στους αφρούς αφρόπλαστο κορμί.

Κλείσας ο βασιλεύς τους τοίχους των διασφάγων, έθεσεν εις εκάστην μίαν πόλην, ώστε αποκλειομένου του ύδατος εντός και μη υπαρχούσης διεξόδου, η εντός των ορέων πεδιάς γίνεται πέλαγος, καθότι ο ποταμός χύνεται μεν εντός αυτής, δεν έχει όμως καμμίαν έξοδον.

Τώρα δε, εάν ο ποταμός δεν αναβαίνη τουλάχιστον δεκαπέντε ή δεκαέξ πήχεις, δεν εκχειλίζει επί των αγρών.

Παρέκει θα εύρης έν μεγάλον ποίμνιον. Σου το χαρίζω και εκείνοΤότε παρετήρησα ότι ο ποταμός ήτο δρόμος της θαλάσσης, και ότι επήγαιναν και ήρχοντο κάτω εκεί άνθρωποι από την ξηράν εις την θάλασσαν. Και εις τον πάτον είχεν ωραία άνθη και φύλλα καταπράσινα, τα δε ψάρια επετούσαν εμπρός μου, καθώς εις τον αέρα τα πτηνά. — Και πώς ήλθες επάνω έπειτα; ηρώτησεν ο μεγάλος Κλώσος.

Εδώ βογγάει ο ποταμός σα στοιχιό και χτυπάει από 'να βράχο σ’ άλλονε τ' αφρισμένα νερά του. Λίγες λεύκες χιλιόχρονες στολίζουν τους όχτους του. Δεξιά και ζερβιά τα βουνά σηκώνονται μεσουρανής ορθά και κατάκρημνα, όλο στεφάνια και ζωνάρια σπαρμένα με αγριοπρίναρα. Ζερβιά μεριά στάθηκε ο Φώτος με τάλογο για να καρτερέση.