Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 3 Μαΐου 2025
Τι πίσω πλάκωνε στοιχιό ο Πάτροκλος, και πάντα 372 ομπρός! στους άντρες φώναζε, που οι Τρώες σαστισμένοι και σκούζοντας κάθε στρατί πλημμύρησαν, και τ' άτια 374 375 άναβλα πήραν του καστριού στα τέσσερα το δρόμο. 375 376 Τον Πρόνο τότες σούγλισε με το λαμπρό όπλο πρώτα — 399 στα στήθια εκεί σαν τάδειξε ασπιδογυμνωμένα — 400 πούπεσε αχώντας και νεκρός απόμεινε στον τόπο.
Κι' εκείνος τ' όπλο αφίνει αφτού στον όχτο πλαγιασμένο μες στις μυρχιές, και σα στοιχιό με το σπαθί μονάχα πηδάει στο ρέμα — κι' έβαλε κακούς σκοπούς στο νου του — λιανίζοντας δεξά ζερβά, και βογγητά και θρήνοι 20 όλο άπαφτα ακουγόντουσαν που πάντα τους χτυπούσε με το σπαθί, και το νερό κοκκίνιζε απ' το αίμας.
Τρεις τότες χύθηκε βολές ζητώντας ναν τον σφάξει, 445 και τρεις με τ' όπλο τη βαθιά κοπάνισε θολούρα· μα όταν και τέταρτη όρμησε λες σα στοιχιό οχ τον Άδη, τότε έμπηξε φριχτή φωνή και τούπε αφτά τα λόγια «Πάλε απ' το χάρο σώθηκες, σκυλί! Μιά τρίχα ακόμα και σ' έτρωγα. Σε γλύτωσε πάλε, σκυλί, ο Απόλλος, 450 π' όλο και θαν του κλαίγεσαι σαν έρχεσαι στη μάχη.
Τρεις τότε χύθηκε φορές σα θνητοφάγος Άρης φριχτά αλυχτώντας, και τις τρεις εννιά 'σφαξε ανομάτους· 785 μα κι' όταν τέταρτη όρμησε σαν το στοιχιό με τ' όπλο, τότε αχ! η ώρα, Πάτροκλε, σου σήμανε η στερνή σου! Τι ομπρός του βγήκε σκιαχτερός ο Φοίβος μες στη μάχη δίχως στον τόσο αναβρασμό πως πλάκωνε να νιώσει.
Τότες του λέει ο Έχτορας, και τούβγαινε η ψυχή του 355 «Τι σου προσπέφτω που καλά σε ξέρω; Ποιός θα πείσει τέτιο θεριό; Τι σίδερο σούναι η καρδιά στα στήθια. Θυμήσου με όμως, τι στοιχιό μια μέρα θα σου γίνω, την ώρα που του Δία ο γιος κι' ο Πάρης θα σε σφάζουν εκεί στο Ζερβοπόρτι ομπρός, κιας είσαι παλικάρι.» 360
Εδώ βογγάει ο ποταμός σα στοιχιό και χτυπάει από 'να βράχο σ’ άλλονε τ' αφρισμένα νερά του. Λίγες λεύκες χιλιόχρονες στολίζουν τους όχτους του. Δεξιά και ζερβιά τα βουνά σηκώνονται μεσουρανής ορθά και κατάκρημνα, όλο στεφάνια και ζωνάρια σπαρμένα με αγριοπρίναρα. Ζερβιά μεριά στάθηκε ο Φώτος με τάλογο για να καρτερέση.
Εδώ βογγάει ο ποταμός σα στοιχιό και χτυπάει από 'να βράχο σ' άλλονε τ' αφρισμένα νερά του. Λίγες λεύκες χιλιόχρονες στολίζουν τους όχτους του. Δεξιά και ζερβιά τα βουνά σηκώνονται μεσουρανής ορθά και κατάκρημνα, όλο στεφάνια και ζωνάρια σπαρμένα με αγριοπρίναρα. Ζερβιά μεριά στάθηκε ο Φώτος με τάλογο για να καρτερέση.
Σε θωρώ: απελπισμένα πώς παλεύεις με του ανέμου, της μπόρας την ορμή, ανταριάζεσαι, δέρνεσαι, αγριεύεις, αντιστέκεις, λυγίζεις την κορφή. Και μ' οργή διπλή πάλι τη σηκώνεις· σα χίλια χέρια, ανίκητο στοιχιό, τα κλαδιά μια μαζεύεις, μια τ' απλώνεις σα γίγαντας ενάντια στον εχθρό.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν