Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 5 Μαΐου 2025


Οι χωρικοί καταλυπημένοι, ξαφνισμένοι από τ' ανεπάντυχο κακό, απόμειναν σαστισμένοι, ταμπλοβαρεμένοι. Ο νοικοκύρης του λινού, η γυναίκα του, τα παιδιά του, τα κορίτσια, ο σκύλος του, ο μεγαλόσωμος και κατσαρός σκύλος, με χαμηλωμένο κεφάλι, με θολά μάτια κι αυτός, εγώ, όλοι βγήκαμε όξω, τραβήξαμε στ' αλώνι.

Σαστισμένοι μες τη φοβερή την ταραχή, σακατεμένοι από τω σκοπών απάνωθε της τάπιας το λιθοβόλημα τ' αδιάκοπο· άλλοι με τα κεφάλια τους σπασμένα, που έτρεχαν ζουμιά τα αίματα απάνω τους· άλλοι με τις πλάτες χαλασμένες από τις πέτρες τις βαριές, που έπεφταν βροχή απάνωθέ τους· τρομαγμένοι όλοι φοβερά, που οι σκοποί έκραζαν όλη του κάστρου τη φρουρά. &Στα όπλα& και θενά πλάκωναν φουσάτα τόρα οι φαντάροι να τους λυσσάξουνε στο ξύλο λυσσαχτούς, όσους θα ξάνοιγε μες το προάβλιο ο Φρούραρχος· άπλωναν πέρα δώθε, σωστοί δαιμόνοι που ξέβρασε πάνω στη γη ο Άδης, κ' ετρύπωναν όλοι μες τα δωμάτια.

Ούτε λογοφέρανε, ούτε τίποτε! Κανένας δεν είχε νοιώσει πώς έγινε το κακό. Σαστισμένοι όλοι γύρω, ντόπιοι και νεοφερμένοι, πριν προφτάσουν να ιδούν τον άνθρωπο που έπεφτε, και τον άνθρωπο πούτρεχε σαν τρελλός, σκίζοντας και τσαλαπατώντας τον κόσμο, αφήκανε το φονιά και χάθηκε. Όλοι μαζευτήκανε ύστερα γύρω από τον χτυπημένο, με πρόσωπα χλωμά και ξαφνιασμένα, με τις τρίχες σηκωμένες.

Τι πίσω πλάκωνε στοιχιό ο Πάτροκλος, και πάντα 372 ομπρός! στους άντρες φώναζε, που οι Τρώες σαστισμένοι και σκούζοντας κάθε στρατί πλημμύρησαν, και τ' άτια 374 375 άναβλα πήραν του καστριού στα τέσσερα το δρόμο. 375 376 Τον Πρόνο τότες σούγλισε με το λαμπρό όπλο πρώτα399 στα στήθια εκεί σαν τάδειξε ασπιδογυμνωμένα400 πούπεσε αχώντας και νεκρός απόμεινε στον τόπο.

Αντήχουν εν τη σιγή της νυκτός, μεγεθυνόμεναι από τας ήχους, κραυγαί αγωνίας και ταραχής, όμοιαι μ' εκείνας τας οποίας εκχύνουσι κινδυνεύοντες άνθρωποι ή ναυαγοί σαστισμένοι. Οι άνδρες έσπευσαν να ρίψωσιν επί της πυράς όσα κλαδία είχον πρόχειρα ακόμη, σχηματίζοντες ογκωδεστέραν την φλόγα. Άλλο μέσον βοηθείας δεν είχον ταχύ.

Και τ' αγιοκέρι που μόλις έφεγγε στο μεγάλο σα στρατώνα κελί, φώτισε τους δυο χωρικούς, που άλαλοι και σαστισμένοι, φίλησαν αρπαχτικά το χέρι του ηγούμενου, έβγαλαν τα τσαρούχια τους, τα πήραν στα χέρια τους, και πατώντας στα νύχια, χάθηκαν σαν ίσκιοι από την πόρτα, ενώ ο ηγούμενος έσβυνε φυσώντας με τα χείλη του τ' αγιοκέρι.

Λέξη Της Ημέρας

γλαυκοπαίζουν

Άλλοι Ψάχνουν