United States or Liberia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Και συγχρόνως εφάνη επ' αυτού αρματοστόλιστος, εις την αριστεράν κρατών μακρύ καρυοφύλλι, μεγαλόσωμος ανήρ, ως ανδριάς μυθικού ήρωος εποπτεύοντος την αφιερωμένην χώραν κ' έτοιμος να επέλθη εναντίον των επιδρομέων.

Εκείνος δεν κινείται, δε μιλά και ο γέρος το σκάει σιγά σιγά προς τα επάνω, ανάμεσα στους θάμνους και στις πέτρες, χωρίς να στρέψει πίσω, μεγαλόσωμος και μαύρος στο γαλάζιο φόντο του βουνού. Μόνο όταν δεν τον έβλεπε πια κατάλαβε ότι δεν ονειρευόταν και πετάχτηκε όρθιος, αλλά του φάνηκε ότι ένα χέρι τον τραβούσε προς τα κάτω αναγκάζοντάς τον να ξανακαθίσει, να μείνει ακίνητος.

Εάν δε συμπέση να πέση εις την μάχην παράσιτος, βεβαίως δεν θα εντραπή δι' αυτόν ο λοχαγός ή οι συστρατιώται του, διότι θα είνε μεγαλόσωμος νεκρός και θα φαίνεται ως να έχη γύρει εις καλόν συμπόσιον. Φαντάσου τώρα και πλησίον του τον νεκρόν ενός φιλοσόφου, ισχνόν, ρυπαρόν, με μακρά γένεια, αδύνατον άνθρωπον, ο οποίος και προ της μάχης ήτο νεκρός.

Επαναλάμβανεν ο κυρ-Δημάκης, ευαρεστών εις εαυτόν, εξαπλωθείς μεγαλόσωμος επί μικρού ξηρού σοφά, εγγύς εστίας αναδιδούσης θερμοτάτην φλόγα, ήτις εφώτιζε φαιδρώς μέγαν Εσταυρωμένον εκεί καί τινα βιβλία.

Ο μεγαλόσωμος γιατρός, φυσώντας πάντα άγρια τα πλατειά ρουθούνια του, σηκώθηκε. — Ε! τι έχει το παιδί σου γερόντισσα; — Μην τα ρωτάς, κυρ γιατρέ. Ένα μήνα τόρα άλαλο, από κάψα σε κάψα. Αχ! παιδάκι μου... Και σήκωσε το παλιοχράμι, ξεσκέπασε το παιδί της από το κεφάλι ως τα πόδια.

Εκεί καθώς έκαιεν ο ήλιος, κ' έσιζον από ελαφράν πνοήν τα φύλλα των δένδρων, μικρός κρότος ηκούσθη άνωθεν, απ' τον ανατολικόν τοίχον του μοναστηρίου· μέσα από την βαθείαν λόχμην και τους πυκνούς θάμνους επρόβαλεν έν πρόσωπον. Γηραλέος άνθρωπος, μεγαλόσωμος, με τουφέκι εις τον ώμον, βέργαν εις την χείρα, και δύο πιστόλια εις το σελάχι περί την μέσην του. — Καλώς σας ηύρα· γεια σας, παιδιά.

Οι χωρικοί καταλυπημένοι, ξαφνισμένοι από τ' ανεπάντυχο κακό, απόμειναν σαστισμένοι, ταμπλοβαρεμένοι. Ο νοικοκύρης του λινού, η γυναίκα του, τα παιδιά του, τα κορίτσια, ο σκύλος του, ο μεγαλόσωμος και κατσαρός σκύλος, με χαμηλωμένο κεφάλι, με θολά μάτια κι αυτός, εγώ, όλοι βγήκαμε όξω, τραβήξαμε στ' αλώνι.

Lloyd, να πώς σκιτσάρει τον Wilde: «Όταν με καθυστέρηση μιας ώρας πέρασε μέσα στο σαλόνι ο Wilde, μεγαλόσωμος και αρκετά παχύς τζέντλμαν με ξυρισμένο πρόσωπο, ξεχώριζε από τον δείνα ή δείνα κατασκευαστή βιβλίων της Antenil με τρόπους καλυτέρου γούστου, μια φωνή εξαιρετικά μουσική και το καθαρό γαλάζιο φως, το λίγο παιδικό, της ματιάς του.

Για πού, αν θέλη ο Θεός, πάτερ Κύριλλε; αρώτησεν ο 'γούμενος. — Πάω κομμάτι στου Γιώργη, αποκρίθηκεν ο παππάς με μια φωνούλα, σαν μικρού παιδιού. — Στο καλό, είπε δυνατά ο 'γούμενος και χαμηλά, επρόσθεσε. — Είν' ένας χάχας ο κακόμοιρος! Την ίδια στιγμή εφάνηκε ο παππά Νεκτάριος, μεγαλόσωμος γέρος, λίγο χοντρός, με ιλαρό, ευχάριστο πρόσωπο και με περπάτημα βαρύ, παρακυλιστό σαν του κύκνου.

Ομιλεί που περί της σμικρότητας των χειρών αυτής, εν συνόλω δε φανταζόμεθα αυτήν μικρόσωμον και λεπτοφυή, ουδέ πρέπει να παριστά το πρόσωπον επί της σκηνής ηθοποιός ρωμαλέα, εύσαρκος και μεγαλόσωμος. Απ' εναντίας, ανάγκη να μεταδίδηται εις τον θεατήν η εντύπωσις της αντιθέσεως μεταξύ της σωματικής ασθενείας της ηρωίδος και του εμφορούντος αυτής μένους.