United States or Vanuatu ? Vote for the TOP Country of the Week !


Να έχη ταύτην ή εκείνην την ιδιότητα. Οι χυμοί λοιπόν παράγονται υπό τριών αιτιών ηνωμένων, του υγρού, του ξηρού και του θερμού. Στέρησιν λέγων νοεί τα εναντία• λ.χ. το γλυκύ είναι η στέρησις του πικρού. Και όπερ είναι το ξηρόν το αισθητόν υπό της γεύσεως. Εν ταις τροφαίς, ας δύναται να λάβη το ζώον. Λαμβάνει μόνον το γλυκύ μέρος.

Ότι δε οι χυμοί είναι πάθος ή στέρησις ουχί παντός ξηρού, αλλά του ξηρού, όπερ δύναται να τρέφη , πρέπει να συμπεράνωμεν εκ τούτου, ότι δεν υπάρχει ούτε το ξηρόν άνευ του υγρού ούτε το υγρόν άνευ του ξηρού . Διότι ουχί έν μόνον εκ των δύο τούτων στοιχείων δύναται να γείνη τροφή εις τα ζώα και εις αυτά τα φυτά, αλλά το μίγμα αυτών τρέφει.

Αι ημερήσιαι εισπράξεις του μικρού Γεωργίου, όσον πενιχραί και αν ήσαν, θα ήρκουν ίσως, ουχί να παχύνωσιν αλλά να θρέψωσι καν αυτόν, αν δεν επάχυνον το βαλάντιον του αυθέντου του, όστις αντ' αυτών τω εχορήγει μεγαλοδώρως δύο τεμάχια ξηρού άρτου καθ' εκάστην, αρτυόμενα δι' ελαιών μεν ή τυρού αναλόγως της ημέρας, οσάκις υπελάμβανεν εκείνος επαρκή την είσπραξιν του μικρού κορινθίου, διά ραπισμάτων δε και ύβρεων, οσάκις τω εφαίνετο γλίσχρον το προϊόν της εργασίας του παιδός.

Τέλος η οσμή είναι ιδιότης του ξηρού, όπως ο χυμός είναι του υγρού. Και το οσφραντικόν αισθητήριον είναι δυνάμει τοιούτον, οίον είναι τούτον οσφραντόν αντικείμενον. * Τα έντομα, λ, χ., τα οστρακόδερμα και τα ζώα, των οποίων ο οφθαλμός δεν καλύπτεται υπό μεμβράνης ή βλεφάρου. Διότι ανάλογος είναι και η γεύσις ή ο χυμός των πραγμάτων τούτων. *

Οι γυμνοί πόδες της Μάρως, κατέρυθροι και πρησμένοι εκ του ψύχους, συνέτριβον μετά πατάγου ξηρού την κρύσταλλον κ' αιματώνοντο· αι μικραί χείρες της, πρησμέναι και κατέρυθροι και αύται, τεθειμέναι εις το στήθος της αντί να θερμανθούν εκεί, μετέδιδον την ψυχρότητά των, κ' επόνουν ως να ετρυπώντο διά μυρίων βελονών. Ο Γιάννος ηκολούθει τρέμων σύσσωμος.

Το πρώτον είναι η καπνώδης αναθυμίασις, διότι η γη είναι ξηρά, όπως και ο αήρ εν τη αρχή των. O ατμός προέρχεται εκ του υγρού• η αναθυμίασις εκ του ξηρού. Ίσως εννοεί την τέφραν και την ασβόλην. Το ξηρόν στοιχείον παράγει την οσμήν εν τω αέρι όπως τον χυμόν παράγει εν τοις υγροίς. Διότι παρορμώσι το ζώον εις την τροφήν ή το απομακρύνουσιν απ' αυτής. Τούτο είναι το δεύτερον είδος οσμών.

Επαναλάμβανεν ο κυρ-Δημάκης, ευαρεστών εις εαυτόν, εξαπλωθείς μεγαλόσωμος επί μικρού ξηρού σοφά, εγγύς εστίας αναδιδούσης θερμοτάτην φλόγα, ήτις εφώτιζε φαιδρώς μέγαν Εσταυρωμένον εκεί καί τινα βιβλία.

Άμα εξελθών εις την οδόν ο κύριος μου, συνέθλασε τα τρυφερά μου μέλη διά της πλατείας και χονδροειδούς αυτού χειρός, και μ' εβύθισε, συντετριμμένην ούτω και πλήρη μωλώπων, εις το ευρύ θυλάκιον της αναξυρίδος του, όπου εύρον συντρόφους δύο δεκάρας, μίαν σφάντζικαν, ολίγα τρίμματα ξηρού καπνού, μίαν πίπαν καί τινα φύλλα σιγαροχάρτου.

Έρριψε και τεμάχιον ξηρού άρτου, έλαβε και μάλλινόν τι χράμιον, ακόμη δε και τον μικρόν φανόν, διότι ενύκτωσε πλέον, και ανεχώρησε καληνυκτίσασα την κόρην της, ήτις ανελύθη πλέον εις λυγμούς, κουβαριασμένη ως ήτο εκεί εις την γωνίαν, άνευ πυράς εις την εστίαν και άνευ ελπίδος εις την καρδίαν.

Εις το προηγούμενον κεφ. § 9 ο Αριστοτέλης εξήγησε την αρχήν των χυμών. Το υγρόν διηθείται διά του ξηρού και του γεώδους. O χυμός παράγει την οσμήν διαχεόμενος εις τον αέρα και εις το ύδωρ, ένθα ευρίσκει μέσον κατάλληλον να αποσπάση και να μεταδώση αυτήν. Το έγχυμον υγρόν αποτελεί τους χυμούς, εξ ου γεννάται το έγχυμον ξηρόν, όπερ αποτελεί τας οσμάς. Οσφραίνονται λ.χ. την λείαν των μακρόθεν.